Marilyn Manson

The High End Of Low

Interscope (2009)
Από τον Μανώλη Γεωργακάκη, 01/09/2009
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Θα έλεγα ότι ο Marilyn Manson είναι εγκλωβισμένος σε χρυσό κλουβί και δυστυχώς δεν πρόκειται για κάποιο από εκείνα τα σαδομαζοχιστικά, στα οποία πιθανώς αρέσκεται. Τα ζενίθ της δισκογραφίας του ανήκουν κυρίως στα nineties, που όλο και απομακρύνονται, και το προσωπείο του πιο διεστραμμένου κλόουν έχει πάψει να μας τρομάζει, εδώ και πολύ καιρό - τουλάχιστον στην από δώθε πλευρά του Ατλαντικού. Όμως, όποιος θυμάται το έτος 1996 θα αναγνωρίζει πως ο χώρος του mainstream οφείλει ένα από τα μεγαλύτερα χουνέρια του στο "Antichrist Superstar" και πως το δαιμονισμένο alter ego ενός καταπιεσμένου εφήβου είχε δωρίσει μιαν επίπονη και αρρωστημένη ψευδοgoth αισθητική στις μάζες, μέσω της απλοϊκής, μα τόσο αποτελεσματικής industrial μουσικής του.

Το απολαυστικά προκλητικό, καλλιτεχνικό και μη, ποιόν του Marilyn Manson είναι μάλλον πασίγνωστο. Είναι δε αρκετό για να προκαλέσει σύγχυση αναφορών σε μια εξελιγμένη γενιά, η οποία τείνει να ξεχάσει το διάσημο πρωταθλητή του ανατριχιαστικού εγκλήματος, από τον οποίο ο πανέξυπνος rock star δανείστηκε το δεύτερο ήμισυ του «καλλιτεχνικού» του. Το σήμερα όμως είναι μια προβληματική μέρα. Ο Marilyn Manson έχει παγιδευτεί σε ένα ύφος τόσο ιδιαίτερο που δεν αντέχει εξέλιξη και οι δίσκοι του μοιάζουν πάντα λειψοί και κουρασμένοι, αν συγκριθούν με τους μεγαλειώδεις εντυπωσιασμούς στους οποίους οφείλει τη βλοσυρή φήμη του. Επιπλέον, το ιστορικό πλειοδοσίας ακροτήτων προκαλεί ανοσία και, εν τέλει, ο παλαιόθεν ακροατής καταλήγει να μη σοκάρεται καθόλου από ένα στίχο όπως: «όταν σε βλέπω στον ήλιο, είσαι όμορφη σα σβάστικα».

Ακολουθώντας το απογοητευτικό μαλθακό παραστράτημα του "Eat Me, Drink Me" (2003), τo "High End Of Low" μοιάζει με όαση, αλλά αποδεικνύεται αντικατοπτρισμός, με αποτέλεσμα αυτά τα δύο να αποτελούν τη ντροπιασμένη δυάδα του mansonικού δισκογραφικού ναδίρ. Ας επέστρεψε ο σημαντικότατος παράγων Twiggy Ramirez, η μπάντα πάλι αποτυγχάνει να μεγαλουργήσει. Κανένα single δεν αποστομώνει ως είθισται, γιατί αμφότερα βασίζονται σε αναμασημένες μεθόδους και επιδεικνύουν μια θλιβερή πενία έμπνευσης. Το εννιάλεπτο "I Want To Kill You Like They Do In The Movies" είναι λιγότερο εντυπωσιακό από τον τίτλο του. Οι σκοτεινές μπαλάντες προσπαθούν ένδοξα να εμβαθύνουν, αλλά αλίμονο αν ένας Marilyn Manson στηριζόταν σε δαύτες. Η δε σαβούρα, που θα έπρεπε απλά να μπαλατζάρει, για να μη μπατάρει το πλεούμενο, τελικά είναι τόση πολλή που το οδηγεί στο βυθό της βαρεμάρας.

Βαρεμάρα που θα αγνοήσει βέβαια ο φανατισμένος οπαδός, διότι ο δίσκος δε δύναται να δαμάσει τη δαιμονολατρία, ούτε και θα άξιζε θέση στο δυσπρόσιτο ράφι-σκουπιδοτενεκέ της οικείας δισκοθήκης υμών, παρότι απογοητεύει. Το κλουβί είναι χρυσό, πράγματι. Νοσταλγώ, πάντως, τις φορές που ακόμη και η σακατεμένη λιτή διάνοια του "Cryptochild" λεηλατούσε την προσωπικότητά μου, απαυδώ ακούγοντας άλλο ένα ξεμεδούλιασμα του ιδιαίτερου ρυθμού της διασκευής στο "I Put A Spell On You" και συνεχίζω να ελπίζω στην επιστροφή της ευπρέπειας των νεοτερισμών, όπως εκείνοι του "Posthuman". Περί "Beautiful People", ουδείς λόγος.

  • SHARE
  • TWEET