Machine Head

Unto The Locust

Roadrunner (2011)
Από τον Βαγγέλη Ευαγγελάτο, 23/09/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Τα ερωτήματα που δημιουργήθηκαν εν όψει του πολυαναμενόμενου έβδομου δίσκου των Machine Head ήταν εύλογα και λίγο-πολύ κοινά για όλους. Θα είναι το "Unto The Locust" η λογική συνέχεια του "Blackening" ή απλώς ένα «Pt.2»; Θα καταφέρει να διαδεχθεί έναν από τους σημαντικότερους metal δίσκους της τελευταίας δεκαετίας όπως του αρμόζει; Αναμφίβολα, η αποστολή των Αμερικανών δεν ήταν εύκολη, ενείχε αμέτρητους κινδύνους και γέννησε ακόμη περισσότερες προσδοκίες στους οπαδούς τους. Όλα δείχνουν πως ο Robb Flynn, ως mastermind της μπάντας, χρησιμοποίησε σωστή στρατηγική κατά τη δημιουργία του νέου άλμπουμ, καταλήγοντας σε ένα win-win αποτέλεσμα για όλα τα γούστα.

Στο εσωτερικό του πυρήνα του, το "Unto The Locust" είναι αρκετά όμοιο με τον προκάτοχό του. Είναι φτιαγμένο με τα ίδια πετυχημένα υλικά, παραπλήσιες δομές, αλλά και ορισμένα νεογενή συστατικά. Το άλλοτε τιτανομέγιστο groove έχει εξασθενίσει αρκετά, δίνοντας μερικώς τη θέση του στην τεχνική και τη συνθετική πολυπλοκότητα, στοιχεία τα οποία καθορίζουν τον ηχητικό προσανατολισμό των σημερινών Machine Head. Πλην του "Be Still And Know", δεν υπάρχει τραγούδι που να υπολείπεται των έξι λεπτών, κάτι που συνεπάγεται επικών διαστάσεων συνθέσεις, με ποικίλες εναλλαγές και εκτεταμένες κιθαριστικές εξάρσεις. Ακριβώς ό,τι περιμέναμε δηλαδή...

Η αρχή, όπως λένε, είναι το ήμισυ του παντός και το "I Am Hell (Sonata In C#)" δε χάνει καθόλου χρόνο. Με μια μυστήρια εισαγωγή / ψαλμωδία τραγουδισμένη στα λατινικά δίνει το απαραίτητα ψαρωτικό έναυσμα, μέχρι να μας αποκαλύψει το φρενήρες κυρίως θέμα του, με τις ταχύτητες να χτυπάνε κόκκινα και τον ήχο στα drums να φέρνει στον νου τους Ministry. Λίγο αργότερα, τη σκυτάλη παίρνει ένα θεόρατο riff, για να ακολουθήσει ένα ακουστικό σημείο και μία διπλή κιθαριστική μελωδία που κλείνει θριαμβευτικά το κομμάτι. Ο τρόπος γραφής μπορεί να παραπέμπει στο "Clenching The Fists Of Dissent", όμως σε καμία περίπτωση δεν τίθεται θέμα ευθείας αντιστοιχίας, ούτε στην περίπτωση του συγκεκριμένου, αλλά ούτε και των "Aesthetics Of Hate" και "Halo".

Στην ουσία οι Machine Head όχι απλά δεν κοπιάρουν το "Blackening", αλλά το εξελίσσουν, κάνοντας μισό βήμα μπροστά και ένα στο πλάι. Το "Be Still And Know" ξεκινάει με μία a la "Wasted Years" μελωδία, η οποία επαναλαμβάνεται σε όλο το μήκος του, αναμεμειγμένη με κάποια metalcore αντιδάνεια που τονίζουν για μια ακόμη φορά την απόσταση των leaders από τους followers, τη στιγμή που η αμεσότητα του -γνωστού εδώ και καιρό- "Locust" κερδίζει έξτρα πόντους μέσα στη ροή του άλμπουμ, αλλά και μετά την τελική του μίξη. Σειρά έχει το κεντρικό και πιθανότατα κορυφαίο του δίσκου, "This Is The End", που καθηλώνει με τη μελωδική του θρασύτητα και την παλιο-Metallica / νεο-black αισθητική του. Η τρομερή απόδοση του McClain στα drums καθώς και το άψογο solo του Demmel στο τελευταίο λεπτό ολοκληρώνουν το μεγαλείο του.

Το μοναδικό ατόπημα του "Unto The Locust" συναντάται στο "Pearls Before The Swine", αφού είναι το μόνο κομμάτι που δίνει την εντύπωση του προκάτ / επιτηδευμένου, ενώ επιπλέον είναι και το λιγότερο εστιασμένο ως σύνθεση. Ωστόσο, τα δύο τραγούδια που το περιβάλλουν είναι αυτά που θα ξενίσουν τους περισσότερους με τις εκτενείς διαφοροποιήσεις τους. Το "Darkness Within" κατακτά δικαιωματικά την πρώτη θέση στη λίστα με τα πιο ήρεμα και μελωδικά τους κομμάτια, αφήνοντας πίσω τα συγγενικά "The Burning Red" και "Descend The Shades Of Night". Από την άλλη, το "Who We Are" είναι με διαφορά το πιο αντι-Machine Head δημιούργημά τους, με τα έγχορδα και την παιδική χορωδία να έχουν δραστική συμβολή και το υμνητικό του refrain να το καθιστά κάπως ανορθόδοξο για κλείσιμο του δίσκου. Παρ' όλα αυτά βέβαια, αποτελούν αμφότερα άρτιες συνθέσεις, με το πρώτο να κοντράρεται ακόμα και με το "This Is The End" για την πρωτιά.

Προσωπικά, ομολογώ ότι από την ουσιαστική επιστροφή τους με το "Through The Ashes Of Empires" μέχρι και σήμερα μου έχει λείψει αυτό το εξωπραγματικά τσαμπουκαλίδικο feeling που έβγαζε το -κατά κοινή ομολογία- αξεπέραστο "Burn My Eyes". Επειδή όμως δε μπορούμε να τα έχουμε και όλα σ' αυτό τον κόσμο, ας «συμβιβαστούμε» με ακόμα ένα μεγάλο άλμπουμ ποιοτικότατου heavy metal, από μία μπάντα που παραμένει στο απόγειο της δημιουργικότητάς της. Τελικά, πρέπει να έχεις πολλά κιλά ούμπαλα για να διαδεχθείς ένα "Blackening", να αρνηθείς την πρόκληση να το ξεπεράσεις, τον πειρασμό να φτιάξεις ένα sequel και τελικώς να τα φέρνεις εις πέρας γράφοντας τέτοια μουσικάρα.
  • SHARE
  • TWEET