Grayceon

All We Destroy

Profound Lore (2011)
Από τον Βαγγέλη Ευαγγελάτο, 17/03/2011
«Το "All We Destroy" είναι ένα απόλυτα ολοκληρωμένο άλμπουμ, ένα πραγματικό κομψοτέχνημα, από μία μπάντα που αψηφά ταμπέλες, διευρύνει όρια και τολμά να δημιουργεί πρωτόγνωρα αυθεντική μουσική»
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Μερικές φορές οι λέξεις φαντάζουν ανεπαρκείς όταν πρέπει να περιγράψουν ένα αληθινό έργο τέχνης. Ξέρω ότι η χρησιμοποίηση αυτής της φράσης / κλισέ ως εισαγωγή στο παρόν κείμενο δε με κολακεύει ως συντάκτη, όμως στην περίπτωση των Grayceon ισχύει απόλυτα. Πώς να εξηγήσεις ένα τόσο απροσδιόριστο άκουσμα; Πώς να σπάσεις σε πρώτες ύλες κάτι τόσο συμπαγές; Πώς να θέσεις αντιπαραβολές όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με μία τέτοια αυθεντικότητα;

Οι περισσότεροι μπορεί να μην ξέρουν τη μπάντα από το Σαν Φρανσίσκο και η αλήθεια είναι πως στα έξι χρόνια της ύπαρξής της δεν έχει πλησιάσει ικανοποιητικά επίπεδα αναγνωρισιμότητας, με τον κυριότερο λόγο να απαντάται στο ακαθόριστο και εξαιρετικά δύσπεπτο ύφος της. Ανάμεσα στα τρία μέλη, τον τίτλο του πιο επιφανούς αποσπά η Jackie Perez Gratz, με τις σημαίνουσες συμμετοχές της στους Amber Asylum και, πιο πρόσφατα, στους Giant Squid να αποτελούν απτά παραδείγματα αναγνώρισης του ταλέντου της. Ακόμα, οι εμφανίσεις της σε δίσκους των Agalloch, Neurosis, Today Is The Day, Cattle Decapitation, Asunder, Ludicra και (προσεχώς) Om, μεταξύ άλλων, ενδυναμώνουν περαιτέρω το status της. Από την άλλη, η προϋπηρεσία των Max Doyle και Zack Farwell, που συμπληρώνουν την τριάδα, περιορίζεται στους αφανείς thrashers Walken.

Φτάνοντας στο δια ταύτα, το "All We Destroy" είναι η τρίτη δουλειά της μπάντας και η πρώτη της υπό τη σκέπη της καναδικής Profound Lore Records. Οι θεμελιώδεις αρχές που γεννήθηκαν στο ομώνυμο ντεμπούτο των Grayceon και σφυρηλατήθηκαν στο έξοχο "This Grand Show" τους ενέταξαν στον ευρύτερο χώρο του προοδευτικού rock / metal, μέσα από κάποιες post μεταλλάξεις και συμβαδίζουσες ράθυμες διαθέσεις. Αυτά διατηρούνται κι εδώ, τη στιγμή που η προσωπικότητα και η μοναδικότητα του ήχου τους εδραιώνεται. Τσέλο, κιθάρα και τύμπανα συνθέτουν ένα τρίπτυχο αρκούντως ικανό να αποτυπώσει τις ανησυχίες τους, ενώ τα φωνητικά της Gratz έχουν εκτοπίσει εξολοκλήρου αυτά του Doyle, αποκτώντας παράλληλα μεγαλύτερο ειδικό βάρος μέσα στις συνθέσεις.

Από τις doom δρασκελιές του εισαγωγικού "Dreamer Deceived" έως το στοιχειωμένο νανούρισμα του "War's End", που κλείνει τον δίσκο 50 λεπτά αργότερα, οι Grayceon πειραματίζονται με το καθετί, επιδεικνύοντας εντυπωσιακά μεγάλο εύρος επιρροών αλλά και μία εκπληκτική ικανότητα αφομοίωσής τους. Οι φολκλορικοί ήχοι ενώνονται με την ευελιξία της jazz, το sludge συγχέεται με νεοκλασικά ηχοχρώματα, ενώ μέχρι και death metal εκρήξεις στους ρυθμούς διαταράσσουν κατά διαστήματα τη νηνεμία της post λογικής. Κι όλα αυτά μπορούν να συμβούν μέσα σε ένα μόνο κομμάτι, όπως το κεντρικό δεκαεπτάλεπτο "We Can", το -πλέον αντιπροσωπευτικό και ίσως καλύτερο του δίσκου- "Shellmounds" ή το τρομακτικά μανιασμένο "A Road Less Traveled".

Αντισυμβατικό, πολυσύνθετο, ονειρικό και ταυτόχρονα εφιαλτικό, το "All We Destroy" είναι ένα απόλυτα ολοκληρωμένο άλμπουμ, ένα πραγματικό κομψοτέχνημα, από μία μπάντα που αψηφά ταμπέλες, διευρύνει όρια και τολμά να δημιουργεί πρωτόγνωρα αυθεντική μουσική. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ακούσουν ολόκληρο το άλμπουμ στο Bandcamp της μπάντας, ενώ όσοι το ψάξουν παραπάνω πρόκειται να χαρίσουν στους εαυτούς τους έναν από τους πιο ιδιαίτερους και μοναδικούς δίσκους της χρονιάς.
  • SHARE
  • TWEET