Λάτρης των ανορθόδοξων και προκλητικών ακουσμάτων. Θεωρεί τη μουσική αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης. Στις ψηφιακές σελίδες του Rocking μοιράζεται τις απόψεις του κινούμενος κατά βάση στον...
Dream Theater
The Astonishing
To πιο θεατρικό, soundtrack-ικό album της καριέρας τους
Προσοχή: Αυτή η κριτική είναι ανάλογα μεγάλη σε έκταση με το άλμπουμ.
Άτιμο πράγμα οι προσδοκίες. Πολλές φορές περιμένεις κάτι φοβερό και απογοητεύεσαι οικτρά, άλλες πάλι σκάει μια κεραμίδα από εκεί που δεν το περιμένεις. Οι Dream Theater εδώ και χρόνια δείχνουν να παλεύουν με τις προσδοκίες των οπαδών τους, καθώς δείχνουν σημάδια ότι θέλουν λίγο να ξεφύγουν από τη μανιέρα που έχουν καθιερώσει τα τελευταία χρόνια, ωστόσο διστάζουν να ξεφύγουν πολύ για να μην δυσαρεστήσουν το κοινό. Μεγαλύτερη απόδειξη από το "A Dramatic Turn Of Events" νομίζω δεν υπάρχει, ένας πολύ καλός δίσκος αλλά υπερβολικά safe. «Θέλαμε να δείξουμε στον κόσμο ότι οι Dream Theater είναι η ίδια μπάντα με τη φυγή του Portnoy», έλεγαν και είναι κατανοητό. Με το προπέρσινο self-titled άλμπουμ, φάνηκαν κάποια ψήγματα πειραματισμού με την εισαγωγή ορχήστρας στο "Illumination Theory" και λίγο πιο συμπαγείς συνθέσεις, ωστόσο και πάλι τίποτε το φοβερό. Θα μου πείτε, τι περιμένεις από μια μπάντα 30 χρόνων, σε κάθε δίσκο να επαναπροσδιορίζει τον εαυτό και τον ήχο της;
Φτάνουμε λοιπόν στο "The Astonishing", ένα διπλό concept άλμπουμ, ή μάλλον μια rock opera βασισμένη στην ιστορία που έγραψε ο John Petrucci, σε ένα ρετροφουτουριστικό περιβάλλον όπου η μόνη μουσική που υπάρχει παράγεται από μηχανές ελεγχόμενες από την αριστοκρατία, κρατώντας τον κόσμο υπνωτισμένο, μέχρι που εμφανίζεται ο κεντρικός ήρωας, ο Gabriel, που διαθέτει το «δώρο της μουσικής», τραγουδώντας και ξυπνώντας τα χαμένα συναισθήματα των ανθρώπων, κι αποτελεί βασικό μοχλό της επανάστασης ενάντια στην αυταρχική αυτοκρατορία. Παρά το αρκετά γραφικό περιτύλιγμα, η ιστορία όπως εκτυλίσσεται δίνει έμφαση περισσότερο στα συναισθήματα των χαρακτήρων και την αλληλεπίδρασή τους.
Αυτό που είναι σημαντικό είναι ο τρόπος με τον οποίο γράφτηκε η μουσική, κάτι που σίγουρα αποτελεί καινοτομία για τη μπάντα. Ο John Petrucci με τον Jordan Rudess έγραψαν οι δυο τους όλο το άλμπουμ, δίνοντας μουσικά θέματα σε κάθε χαρακτήρα και προσπαθώντας να διαμορφώσουν το ύφος των κομματιών με βάση τις εκάστοτε καταστάσεις της ιστορίας. Αυτό είναι και κάτι που φαίνεται με την πρώτη ακρόαση, αφού υπάρχουν πολλά απαλά μπαλαντοειδή κομμάτια, με το πιάνο να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά και δυναμικές πομπώδεις στιγμές. Η συνδρομή του David Campbell στην ενορχήστρωση είναι αξιοσημείωτη και κομβική, καθώς ενισχύει μοναδικά κάθε στιγμή, είτε είναι δραματική είτε μελαγχολική, ενώ η παρουσία ιδιαίτερων οργάνων όπως η γκάιντα και το μαντολίνο δουλεύουν απροσδόκητα καλά στα πλαίσια του ήχου της μπάντας.
Επιστρέφω στo θέμα «προσδοκίες». Είμαι σίγουρος ότι πολλοί στο άκουσμα του concept δίσκου έφεραν στο μυαλό τους καταστάσεις "Scenes From A Memory", αλλά όπως προανέφερα εδώ έχουμε να κάνουμε με prog rock όπερα, και νομίζω πως ο δίσκος δεν μοιάζει με οτιδήποτε έχουν κάνει μέχρι τώρα οι Dream Theater. Για πρώτη φορά, τιθασεύουν την τεχνική τους για να εξυπηρετήσουν την ιστορία, και θεωρώ πως το καταφέρνουν εξαιρετικά.
Ο τρόπος που θα ακούσει κανείς τον δίσκο είναι πολύ σημαντικός. Αν μπορείτε να βρείτε και τον χρόνο που απαιτεί (σχεδόν δυόμιση ώρες) μια πλήρης ακρόαση, κλείστε φώτα και προσπαθήστε να ακολουθήσετε την ιστορία παράλληλα με τη μουσική. Δεν είναι ένα άλμπουμ που μπορεί κανείς να ευχαριστηθεί «στο πόδι», και δεν είναι κάτι που μπορεί εύκολα να ακουστεί σε τμήματα. Είναι σαν μια ταινία που απαιτεί αφοσίωση και συγκέντρωση για να μπορέσει να ξεδιπλώσει όλες τις πτυχές της. Αυτό αποτελεί ταυτόχρονα το μεγαλύτερο πλεονέκτημα και μειονέκτημά του.
Αν κάποιος περίμενε λοιπόν να ακούσει δεκαπεντάλεπτα κομμάτια γεμάτα σόλο και polyrhythms, σίγουρα θα απογοητευτεί με το "The Astonishing". Σίγουρα υπάρχουν τεχνικά σημεία, σόλο και riff, ωστόσο αντίστοιχα υπάρχουν βιολιά, ακουστική κιθάρα, και πιάνο. Αυτό το πιάνο κλέβει την παράσταση. Ο Rudess νομίζω πως σ' αυτόν τον δίσκο ένιωσε πραγματικά ελεύθερος, βγάζοντας όλες τις κλασικές του επιρροές και γράφοντας μερικές από τις πιο όμορφες μελωδίες που έχει γράψει ποτέ, και με έκανε να αναρωτιέμαι γιατί τόσο καιρό δεν έγραφε με το πιάνο ως βασικό όργανο. Φαίνεται πως η ύπαρξη ορχήστρας τον έκανε να συγκεντρωθεί στον ήχο του και όχι στο να προσπαθεί μόνος του να γεμίσει τον ήχο και να δημιουργήσει επικές ατμόσφαιρες.
Εξίσου εντυπωσιακός είναι και ο James LaBrie, o οποίος αναλαμβάνοντας να ενσαρκώσει επτά διαφορετικούς χαρακτήρες, μας χαρίζει μια από τις πιο ώριμες, ολοκληρωμένες αλλά και φρέσκιες ερμηνείες της καριέρας του. Μπορεί να έχει δεχθεί ισχυρή κριτική όλα αυτά τα χρόνια (και όχι πάντα αδικαιολόγητα), αλλά εδώ δείχνει πως είναι αδιαμφισβήτητα η φωνή των Dream Theater και δύσκολα θα μπορούσε κάποιος άλλος να ανταπεξέλθει σε ένα τόσο απαιτητικό project. Ο Petrucci από τη μεριά του δείχνει να μπορεί να κάνει ένα βήμα πίσω και να μην κυριαρχεί σε κάθε τραγούδι, ωστόσο έχει κλασικά μελωδικότατα και εκφραστικά σόλο, και μερικές όμορφες ακουστικές στιγμές. Τα βαριά riff του λείπουν λίγο, ωστόσο κι αυτός φαίνεται αναζωογονημένος, δοκιμάζοντας νέες προσεγγίσεις. Δεν μπορείς παρά να χαμογελάσεις με την εισαγωγή του "A Life Left Behind", για παράδειγμα. Oι Myung και Mangini αποτελούν ένα από τα πιο στιβαρά rhythm section που υπάρχουν, δεν κλέβουν τα φώτα αλλά δημιουργούν ένα σταθερό υπόβαθρο για να πατήσει όλη η υπόλοιπη μουσική. Δυστυχώς, αν και βελτιωμένος, ο ήχος του Mangini παραμένει «πλαστικός» ειδικά στα bass drums, γεγονός που προβληματίζει όποιον τον έχει δει από κοντά και ξέρει πόσο εκφραστικός είναι στο παίξιμό του.
Όσο για την ορχήστρα και τις χορωδίες, αποτελούν βασικό στοιχείο της σύνθεσης και ανυψώνουν τα κομμάτια στον βαθμό που πρέπει, αναδεικνύοντας τόσο τον κινηματογραφικό χαρακτήρα όλου του άλμπουμ αλλά βοηθώντας επίσης στο να υπάρχει ποικιλία στους ήχους, αφού κινούμαστε από ρομαντικά περάσματα σε στρατιωτικού τύπου εμβατήρια, folk ήχους και σε δραματικές στιγμές γεμάτες ένταση και πάθος.
Αν και το "The Astonishing" μπορεί να κριθεί περισσότερο σαν ένα ενιαίο έργο και λιγότερο ως επιμέρους κομμάτια, είναι αναπόφευκτο πως ο καθένας θα ξεχωρίσει κάποια από αυτά. Για τον γράφοντα, μερικά μόνο είναι τα: "A Better Life", "When Your Time Has Come", το θεατρικό "Three Days" με το swing / jazz φινάλε με blastbeat (!), το "A Life Left Behind" με το intro-tribute στο "Tempus Fugit" των Yes, το folky "Hymn Of A Thousand Voices', όπως και το "Our New World" με το riff που φέρνει στο μυαλό τις μέρες του "Six Degrees Of Inner Turbulence". Όσο συνεχίζονται οι ακροάσεις αλλάζουν, βέβαια, κάτι που δείχνει πόσο πολλή και καλή μουσική υπάρχει στον δίσκο.
Φυσικά και σε δυόμιση σχεδόν ώρες είναι σχεδόν αδύνατο να είναι όλα άψογα. Το ότι υπάρχουν τόσο πολλές εισαγωγές με πιάνο ίσως είναι αρνητικό για κάποιους αρχικά. Αυτό που σε μερικά κομμάτια βρήκα κάπως περιττό, είναι η προσπάθεια να κλείνουν με επικό τόνο. Από ένα σημείο και μετά είναι λίγο αχρείαστο κι επαναλαμβανόμενο. Επίσης ένα σύνδρομο των τελευταίων δίσκων είναι μερικές φοβερές ιδέες να ακούγονται μια-δυο φορές και να μην επανέρχονται, κάτι που συμβαίνει και στο "Astonishing", αλλά με περισσότερες ακροάσεις αρχίζεις να ξεχωρίζεις θέματα και μελωδίες να επανέρχονται διαμορφωμένα με άλλο ύφος, πάντα ακολουθώντας και την εξέλιξη της ιστορίας. Επίσης αναμενόμενα υπάρχουν κάποιες αρκετά cheesy στιγμές στους στίχους, με αποκορύφωμα το "Act Of Faythe" το οποίο μερικές φορές προσπερνάω. Αν και ανέφερα τον ήχο στα τύμπανα, επίσης μου φάνηκαν κάπως αδύναμα τα πιατίνια στον ήχο, αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες όταν γενικά η παραγωγή είναι από τις καλύτερες που έχουν κάνει οι Theater τα τελευταία χρόνια, ειδικά τώρα που πρέπει να χωρέσουν τόσοι πολλοί ήχοι από όργανα και χορωδίες.
Παρά τα όποια μικροπαράπονα, όμως, δεν μπορώ παρά να χαμογελάω μετά από κάθε ακρόαση. Το "The Astonishing" μου δείχνει μια αναζωογονημένη μπάντα, που επιτέλους δεν φοβάται να ρισκάρει και δοκιμάζει να αλλάξει πολλά πράγματα. Θα αρέσει σε όλους; Σίγουρα όχι. Εξάλλου δεν είναι ένα ακόμη Dream Theater άλμπουμ. Είναι η πρώτη prog rock όπερα που έγραψαν, και ως τέτοια πρέπει να κριθεί. Το ότι απαιτεί δυόμιση ώρες συγκέντρωσης για να ξεδιπλώσει όλες τις λεπτομέρειές του, σίγουρα το κάνει πιο δυσπρόσιτο από άλλα άλμπουμ. Εξάλλου το λένε και οι ίδιοι, «people just don't have the time for music anymore». Για μένα το "The Astonishing" αποτελεί το πρώτο άλμπουμ της μπάντας που μετά από πολλά χρόνια με έκανε να χαμογελάσω, φέρνοντας στο μυαλό το αγαπημένο "Six Degrees Of Inner Turbulence", με μια θεατρικότητα πρωτοφανή σχεδόν για τα δεδομένα της.