Devin Townsend

Lightwork

Inside Out (2022)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 25/10/2022
Ο Devin Townsend συνεχίζει να προσφέρει έναν μοναδικό συνδυασμό μουσικής απόλαυσης και ψυχικής ανάτασης, με ένα ακόμα υπέροχο άλμπουμ
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Υπάρχουν μια σειρά από λόγοι για τους οποίους ο Devin Townsend έχει φτάσει στο σημείο να λογίζεται ως μουσική ιδιοφυία, τόσο από τους συναδέλφους του, όσο κι από ακροατές του. Προφανώς, αυτό συνδέεται με το αδιανόητο ταλέντο του, οπωσδήποτε έχουν συμβάλλει η αχαλίνωτη δημιουργικότητά και η ακατάπαυστη παραγωγικότητα του, αλλά κατ’ εμέ ο βασικότερος παράγοντας είναι η πολυσχιδής προσωπικότητά του και το πως σταδιακά αυτή αποτυπώνεται όλο και περισσότερο μέσα στα έργα του. Το αποκορύφωμα αυτής της αποτύπωσης ήρθε με το "Empath", το κατ’ εμέ απόλυτο δημιούργημα του ως και σήμερα.

Με το εν λόγω άλμπουμ ο Townsend κατάφερε να αποτυπώσει με έναν καταπληκτικό τρόπο το τόσο υπέροχο χάος που επικρατεί στο κεφάλι του και ταυτόχρονα να μιλήσει περισσότερο από ποτέ στην καρδιά του ακροατή, χωρίς όμως να προχωρήσει σε εκπτώσεις ή συμβιβασμούς του μουσικού του οράματος. Μίλησε για πολύ προσωπικά και πολύ σημαντικά θέματα, και το έκανε με τρόπο αυθεντικό, διότι πρώτος ο ίδιος είχε την ανάγκη να τα επικοινωνήσει με τον έξω κόσμο. Αθροίζοντας το ταλέντο, την προσωπικότητα τη σημασία των στίχων και την αυθεντικότητα που αποπνέει γίνεται αντιληπτή η σπουδαιότητα αυτού του άλμπουμ, το οποίο ευτυχώς, πρόλαβε να το παρουσιάσει και ζωντανά όπως του άξιζε (δυστυχώς όχι στα μέρη μας) πριν τα χρόνια της πανδημίας φέρουν ένα δικό τους, διαφορετικό σκοτάδι στις ζωές μας.

Αυτό το σκοτάδι δεν θα μπορούσε να μην επηρεάσει την ψυχοσύνθεση και συνεπώς τις μουσικές ανησυχίες του Devin, ο οποίος κατάφερε να μείνει ενεργός (κυρίως μέσω twitch και live streaming εμφανίσεων) και δημιουργικός όλη αυτή την περίοδο, πρωτίστως για να διασφαλίσει τη δικιά του εσωτερική ισορροπία και υγεία. Αφού, λοιπόν, έβγαλε από το σύστημά του το χάος που ένιωθε μέσα του με το "The Puzzle", και επικοινώνησε την πολυπόθητη ηρεμία με τις ambient αναζητήσεις του "Snuggles", κατάφερε να επικεντρωθεί και να ολοκληρώσει κι ένα πιο «κανονικό» -ή συμβατικό αν προτιμάτε - άλμπουμ. Καθότι κι αυτό αποτελεί μια προσπάθεια να καταπολεμήσει το προαναφερθέν σκοτάδι με το δικό του φως… εγένετο "Lightwork".

Μουσικά, με το νέο του δισκογραφικό πόνημα ο αγαπημένος Καναδός μοιάζει ταυτόχρονα να κάνει το επόμενο, λογικό βήμα μετά το "Empath", αλλά και να διαφοροποιείται από αυτό, προσθέτοντας στοιχεία κι από άλλες στιγμές της καριέρας του, όπως πχ από το "Ki". Όμως, στο τέλος το "Lightwork" αποτυπώνει έναν ξεκάθαρα δικό του χαρακτήρα.

Πρόκειται για την πιθανότατα πιο αποκρυσταλλωμένα απλή, προσιτή - και γιατί όχι εμπορικά προσβάσιμη - δουλειά του Devin, ένα άλμπουμ βασισμένο σε τραγούδια, όπου κι αυτά με τη σειρά τους είναι δομημένα, ουσιώδη και επικεντρωμένα στη βασική ιδέα και μελωδία τους. O Devin εδώ επιχειρεί να τιθασεύσει περισσότερο από ποτέ την παρόρμηση του να αλλάζει κατευθύνσεις κατά τη διάρκεια ενός τραγουδιού και να το μπολιάζει με (απαιτητικά) τεχνικά στοιχεία, μετατρέποντας μια φαινομενικά απλή σύνθεση/ιδέα σε prog έπη, όπως έκανε στο "Empath". Και τα καταφέρνει περίφημα.

Πιθανότατα, το εν λόγω εγχείρημα ήταν το σημαντικότερο ζητούμενο που ανέλαβε να επιβλέψει ο γνωστός παραγωγός Garth Richardson (γιός του επίσης σπουδαίου παραγωγού Jack Richardson και υπεύθυνος για τον ήχο μερικών σπουδαίων άλμπουμ από τους Rage Against The Machine και τους Biffy Clyro μεταξύ πολλών άλλων). Η επιλογή του Townsend να συνεργαστεί με εξωτερικό παραγωγό μοιάζει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο με μια πρόκληση κατά του τελειομανή και control freak εαυτού του, αλλά σίγουρα η εμπειρία και η τεχνογνωσία του Richardson βοήθησαν και στον εξαιρετικό ήχο του άλμπουμ, ο οποίος παραμένει διαυγής και ισορροπημένος παρά την πολλή πληροφορία που περιλαμβάνει

Εδώ - αν και δεν είναι απαραίτητο όταν μιλάμε για έναν τύπο σαν τον Townsend - ας διευκρινιστεί πως το απλό δεν σημαίνει απλοϊκό, αφού οι συνθέσεις παραμένουν πολυεπίπεδες και γεμάτες με ιδιαίτερα και ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως τα τόσο σημαντικά χορωδιακά φωνητικά που παρέχει η Elektra Women’s Choir ή τις αιθέριες φωνές της Anneke Van Giersbergen και της Che Aimee Dorval που εντοπίζονται να ομορφαίνουν σαν αερικά το τοπίο με την παρουσία τους. Παράλληλα, οι φαινομενικά άναρχες σκέψεις του Devin βγάζουν απόλυτο νόημα ως στίχοι των τραγουδιών και καθιστούν από μόνες τους τη δουλειά πιο εγκεφαλική από ότι μπορεί να μοιάζει σε πρώτη ανάγνωση. Οπότε, ας μη γελιόμαστε, δεν είναι έτσι οι απλές μουσικές…

Ή μήπως θα έπρεπε έτσι ακριβώς να λογίζονται οι απλές μουσικές; Διότι, εδώ έχουμε ένα άλμπουμ που είναι απλά θαυμάσιο και το οποίο, παρά τα πολλά επίπεδα και την ξεκάθαρη πολυσχιδή προσωπικότητα που βρίσκεται πίσω του, δεν απαιτεί κάποιου είδους (σημαντική) νοητική προσπάθεια για να το απολαύσει κάποιος, όπως ενδεχομένως μερικές προγενέστερες δουλειές του Devin. Όλα τα τραγούδια έχουν εκείνη την ιδιαίτερη ομορφιά του απλού, το οποίο έχει προκύψει ως προϊόν ζύμωσης του δύσκολου, και να με συγχωρείτε αλλά δεν έχω καλύτερο τρόπο για να περιγράψω ένα τόσο υπέροχο τραγούδι όσο σχεδόν το ομότιτλο, για παράδειγμα, με το μεγάλο ρεφραίν του.

Από το πιασάρικο, εναρκτήριο "Moonpeople" ως το κλείσιμο του ανθεμικού "Children Of God", το "Lightwork" - όπως κι ο προκάτοχός του - το "Lightwork" μοιάζει με ένα ακόμα ψυχοθεραπευτικό ταξίδι. Ένα ταξίδι κατά τη διάρκεια του οποίου οι μελωδίες, οι ήχοι, οι στίχοι και οι ερμηνείες μοιάζουν να έχουν την ίδια αποστολή με τον φάρο του εξωφύλλου. Από τις pop ανησυχίες και το υπέροχα διδακτικό ρεφραίν του "Call Of The Void", στον (ε αναπόφευκτο ήταν να υπήρχε κι αυτός) prog χαρακτήρα του "Heartbreaker", από την ακόμα πιο χαλαρή προσέγγιση του "Vacation" στην πνευματικότητα που διέπει "Celestial Signs", κι από ατμοσφαιρικό, mid-tempo "Equinox" στο σχεδόν χορευτικό tempo του "Dimensions", δύσκολα θα εντοπίσει κάποιος περιττή στιγμή στο άλμπουμ.

Αν πρέπει ντε και καλά να βρεθεί ένα σημείο στο οποίο υστερεί το "Lightwork", αυτό θα ήταν στη δυνητική σύγκριση με το γιγαντιαίο "Empath", κάτι που καμία σημασία δεν έχει στην πραγματικότητα για την αξία του. Η ουσία είναι πως ο Townsend συνεχίζει να δημιουργεί σε υψηλότατο επίπεδο, κυκλοφορώντας ένα ακόμα υπέροχο άλμπουμ, στο οποίο πέραν από μουσική απόλαυση προσφέρει και μια κάποιου είδους ψυχική ανάταση, με τον απόλυτα μοναδικό του τρόπο. Κι αυτό καθιστά τις μουσικές του πραγματικά πολύτιμες και είναι εν τέλει πιο σημαντικό από το αν τελικά κάποιος τον θεωρεί μουσική ιδιοφυία ή όχι.

  • SHARE
  • TWEET