Dawn Of Ouroboros

Bioluminescence

Prosthetic Records (2025)
Από τον Βλάση Λέττα, 17/03/2025
Η κλειστοφοβική ατμόσφαιρα των ωκεανών, καλοδωσμένη μεν αλλά χωρίς εκείνα τα σημεία που θα σε κάνουν να επιστρέψεις ξανά και ξανά
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η βιοφωταύγεια, η ικανότητα δηλαδή κάποιων ζωντανών οργανισμών να παράγουν φως, αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης για τον τρίτο δίσκο των Dawn Of Ouroboros. Ο Tony Thomas, ιθύνων νους της μπάντας, είναι ταυτόχρονα μοριακός βιολόγος που ασχολείται με την έρευνα κι αυτό φαίνεται στον τρόπο που συνθέτει μουσική. Οι στίχοι, ο ήχος και η αισθητική του άλμπουμ παραπέμπουν στα βάθη των ωκεανών, γεμάτα παράξενα, τρομακτικά αλλά συνάμα υπέροχα κι αλλόκοτα πλάσματα που τα κατοικούν.

Ο ήχος είναι ακραίος γεμάτος τεχνικά παιξίματα, ειδικά στις κιθάρες, πολλά μελωδικά περάσματα και ατμοσφαιρικά μέρη που ακολουθούν post σχολές στη βάση αλλά progressive λογική στις συνδέσεις και τη ροή. Τα φωνητικά της Chelsea Murphy δουλεύουν με εναλλαγές από ακραία, που θυμίζουν λίγο της Tatiana Shmayluk, σε καθαρά που φλερτάρουν με το doom και το shoegaze. Σε κάθε περίπτωση γίνεται ξεκάθαρο γρήγορα ότι όλοι όσοι είναι μέρος της μπάντας είναι πολύ καλοί στα όργανα τους, ενώ η μελετημένη παραγωγή γενικά βοηθάει στο να αναδειχθούν όλες οι ιδέες. Λίγο υπερβολικός σε κάποια σημεία μου φάνηκε ο ήχος της μπότας, πολύ τρίγκα βασικά, αλλά υποθέτω ότι είναι αποτέλεσμα και των τόσο καταιγιστικών ρυθμών που δουλεύουν εκεί.

Αρχικά ο δίσκος ξεκινάει με το πόδι κολλημένο στο πάτωμα, από κάθε άποψη. Δεν είναι μόνο οι ταχύτητες αλλά και η πολυπλοκότητα των κιθάρων μαζί με τα πολλά layers που συνθέτουν την εισαγωγή στο ομώνυμο κομμάτι. Ωστόσο, άμεσα περνά σε πιο βατά και οικεία θέματα που εναλλάσσονται μπρος πίσω με γρήγορα και μελωδικά ξεσπάσματα. Η εικόνα δεν αλλάζει στο "Nebulae", αν και τα πλήκτρα έχουν πιο σημαντικό ρόλο εδώ. Η πρώτη σημαντική αλλαγή στο ύφος έρχεται με το "Slipping Burgundy". Οριακά απότομα μάλιστα σε σημείο κρούσης, ο δίσκος κατεβάζει ρυθμούς, μπαίνει σε πιο post/doom περιοχές μέχρι κι bluesy jazz μπαράκια. Το κομμάτι είναι το πρώτο που ξεχωρίζει σίγουρα, είτε αυτόνομα είτε στην πορεία του δίσκου κυρίως γιατί παράγει πιο πολύ συναίσθημα. Το επόμενο που κερδίζει παραπάνω πόντους με τη κλιμάκωση του είναι το "Dueling Sunsets", έχει κάποια ηλεκτρονικά στοιχεία που συμμετέχουν στην ιδιαιτερότητα της σύνθεσης χωρίς να χάνει σε ποικιλία με τις διαφορετικές κατευθύνσεις που περιλαμβάνει. Το άλμπουμ συνολικά αποτελείται από οκτώ μόλις τραγούδια, και μάλιστα το τελευταίο είναι ένα σχετικά μικρό σε διάρκεια, πολύ χαμηλών τόνων με πιάνο και ambient στοιχεία που συνοδεύουν τα καθαρά φωνητικά της Chelsea. Παραδέχομαι ότι μου άρεσε αρκετά σαν κλείσιμο δίσκου.

Συνολικά, η τρίτη δουλειά των Αμερικανών έχει αρκετό ενδιαφέρον και, όσο την ακούς, θα ανακαλύπτεις στοιχεία που σε ιντριγκάρουν. Δεν υπάρχουν πολλά σημεία που θα απογοητεύσουν τον ακροατή, αλλά, από την άλλη, θα μείνουν λίγα πράγματα μετά το τέλος του δίσκου. Αυτό στο οποίο πάσχει δηλαδή είναι το memorability. Καλό είναι αυτό που ακούω, καλογραμμένο και καλοπαιγμένο, αλλά μάλλον θα το ξεχάσω σε κάποια φάση γιατί δε θα μου μείνουν τόσα ώστε να το αναζητήσω αρκετές φορές στο μέλλον.

  • SHARE
  • TWEET