Κομπιούτερς, αριθμοί και μουσικές. Προτιμά το ροκ του σκοτεινό και έξυπνο. (Συνήθως.) Εκτιμά εξίσου ιδιότροπες και πιασάρικες μελωδίες. Πιστεύει ότι η ιδανική ακρόαση δίσκου γίνεται συνοδεία booklet....

Cleopatrick
Fake Moon
Δύσκολο δεύτερο άλμπουμ, στο τετράγωνο
Ο άγραφος κανόνας είναι καθαρός και αμείλικτος. Στο ντεμπούτο, έχεις όλο τον χρόνο του κόσμου και το στοιχείο της έκπληξης στο πλευρό σου. Από τη στιγμή που αυτό έχει φύγει από τα χέρια σου, ακόμα κι αν έχεις κερδίσει την παρτίδα, το πράγμα γυρίζει ανάποδα. Το κοινό που σε έμαθε φτιάχνει από μόνο του μια εικόνα για το τι περιμένει, ανεβάζοντας τις προσδοκίες στο όριο του δυνατού. Η δισκογραφική και οι περιφερειακοί της βάζουν μπροστά την αντίστροφη μέτρηση. Οι παγίδες στο επόμενο βήμα ξεπροβάλλουν με συνοπτικές. Αν την πατάνε οι Cleopatrick; Όχι δα! Περίπου.
Όση μετριοπάθεια κι αν επιστρατευτεί, το "Bummer" σε συνδυασμό με το εξίσου δυνατό "The Boys" EP που είχε προηγηθεί, έβγαζαν αρκετά γούστα και τέτοια ενέργεια που ξεχώρισαν άκοπα από τον χαώδη σωρό του σύγχρονου σκληρού ήχου. Ανάμεσα στα ροκάδικα hooks και την ανοιχτόμυαλη νοοτροπία, παρά τους όποιους παραλληλισμούς μπορούσε να επιχειρήσει κανείς, η πρόταση του ντουέτου είχε ήδη έντονα προσωπική σφραγίδα. Η απόφασή τους να λοξοδρομήσουν, είχε αρχίσει να διαφαίνεται από το μεταβατικό μικρού μήκους "Doom", και ολοκληρώνεται πέραν πάσης αμφιβολίας εδώ.
Οι εντάσεις χαμηλώνουν. Τα ρυθμικά δεν ανεβαίνουν ποτέ πάνω από το μέσο. Οι παραμορφώσεις αποκτούν ένα λιγότερο φασαριόζικο ρόλο. Τα ρεφραίν που παρακαλούσαν για ιδρώτα και φωνές, μεταλλάσσονται σε παραπονεμένα λόγια. Η εισαγωγική τριάδα των "Heat Death", "Bad Guy" & "Hammer" θέτει τον τόνο χωρίς πολλά-πολλά. Από εκεί και μετά, οι όποιες ανατροπές είναι στιγμιαίες. Οι μινιμαλιστικές προσεγγίσεις στα κομμάτια των ενορχηστρώσεων και των ερμηνειών λειτουργούν σα συνδετικός κρίκος με το παρελθόν. Η παραγωγή παραμένει προσγειωμένη μεν, με αρκετά διαφορετικό τρόπο δε.
Αν ο πρώτος δίσκος των Καναδών έπαιζε σαν τρελό πάρτι, το "Fake Moon" σκάει σαν το αναπόφευκτο hangover του επόμενου πρωινού. Η αλλαγή πλεύσης είναι τόσο έντονη που πρακτικά οποιαδήποτε σύγκριση μοιάζει κενή νοήματος. Το αν θα χαρακτηρίσεις την επιλογή ως γενναία ή χαζή, εξαρτάται σε τεράστιο βαθμό από την οπτική σου. Σε κάθε περίπτωση, παρά τις όποιες ατέλειες, το υλικό έχει λόγο ύπαρξης και αρκετό γκρίζο για να μιλήσει σε απανταχού post-2000-alt καρδιές. Το προκλητικά εκτός κανονικής διάρκειας, συμπληρωματικό "Talk Down" βάζει όλο χάρη την τελεία. Για την ώρα.