Chequerboard

Souvenir

Self Released (2024)
Από τον Αντώνη Μαρίνη, 23/05/2024
​Η χάρη της απλότητας
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Για έναν ακροατή, δεν υπάρχουν πολλά πράγματα πιο εύκολα από το να βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με μια μουσική που παίζει σωστά το παιχνίδι της βιομηχανίας. Για έναν ανεξάρτητο καλλιτέχνη, δεν υπάρχουν πολλά πράγματα πιο δύσκολα από το να έρθει έστω για λίγο μπροστά από το κοινό που αρνείται να κοιτάξει πίσω από τα πρωτοσέλιδα. Μία στοιχειωδώς προσεκτική ματιά αρκεί για να δουν και οι πιο δύσκολοι πόσες ομορφιές κρύβονται κάτω από την επιφάνεια.

Αν υπάρχει ένας χώρος στον οποίο μπορεί να ταιριάξει το έργο του Chequerboard, κατά κόσμον John Lambert, αυτός δεν είναι άλλος από το underground. Χωρίς να γίνεται στριφνός, ο ήχος δεν κουβαλάει το παραμικρό ίχνος εμπορικότητας. Τα θέματα παρουσιάζονται απλωμένα, αποφεύγοντας κουπλέ-ρεφραίν λογικές. Ο όρος post-rock δεν θα μπορούσε να βρίσκεται πολύ πιο μακριά από την πραγματικότητα· και όχι μόνο επειδή το δεύτερο συνθετικό είναι φαινομενικά ανύπαρκτο.

Στην εποχή που οι φορτωμένες ενορχηστρώσεις κυριαρχούν, εδώ υπάρχει μια λαμπρή απόδειξη ότι μία κλασική κιθάρα φτάνει και περισσεύει για να δημιουργηθούν κόσμοι ολόκληροι. Η ένταση δεν ξεφεύγει ποτέ από τα χαμηλά επίπεδα. Οι ρυθμοί ακολουθούν διακριτικά. Οι μελωδίες εκπέμπουν γαλήνη και ζεστασιά με τον πιο αβίαστα άμεσο τρόπο. Η παραγωγή ανασαίνει. Το γκρίζο εξαφανίζεται. Οι ambient πινελιές προσθέτουν το κάτι παραπάνω στις αυστηρά οργανικές αφηγήσεις.

Τα έντεκα χρόνια που μεσολάβησαν από το υπέροχο "The Unfolding", θα μπορούσαν να αφήσουν το στίγμα τους στη νέα κυκλοφορία με μία σειρά από λάθος τρόπους. Δεν θα ήταν η πρώτη φορά που θα συναντιόταν κάτι τέτοιο στο μεγάλο μουσικό κόσμο. Το αποτέλεσμα στην προκειμένη περίπτωση στέκεται πιο κοντά στην αντίθετη πλευρά. Οι συνθέσεις ξεχειλίζουν ψυχή. Κάθε καλοστημένη επανάληψη. Κάθε λιγωτικό ανεβοκατέβασμα στα τάστα. Κάθε λεπτομέρεια στο βάθος του κάδρου.

Το "Souvenir" είναι τόσο σφιχτά δεμένο και η ροή του τόσο προσεγμένη, που το να σταθεί κανείς σε μεμονωμένα κομμάτια φαντάζει ανούσιο. Την ίδια στιγμή, η αντίθεση ανάμεσα στα περίπου εφτά λεπτά του "The Art Of Friendship" και το σκάρτο τρίλεπτο του "Red Admiral", είναι υπερβολικά άψογη για να μην αναφερθεί. Από τη μία, ένα μινιμαλιστικό διαμαντάκι, στα όρια του contemporary classical ιδιώματος. Από την άλλη, ένας ύμνος στον ακαταμάχητο καθαρό ήχο της εξάχορδης.

Αδιαφορώντας για τις επιταγές των καιρών, το σύνολο ακούγεται αισιόδοξο, χωρίς να χάνει την επαφή με το έδαφος σε όλη του τη διάρκεια. Καμία από τις ιστορίες του δεν χρειάζεται λόγια. Τα αρώματα είναι ταξιδιάρικα σε υπερθετικό βαθμό. Οι κορυφώσεις υπάρχουν, όχι όμως με κάποιον απλοϊκό ή/και νερωμένο τρόπο. Για όσο κρατάει ο δίσκος, η πιο στυφή αστική γωνιά μπορεί να μετατραπεί σε καταπράσινο τοπίο. Ένα φορτισμένο αριστούργημα που αψηφά κάθε φτηνό «πρέπει».

  • SHARE
  • TWEET