Blacksun

Seed Of Hate

Self Released (2019)
Από τον Σπύρο Κούκα, 08/04/2019
Άξια τέκνα της ελληνικής heavy/power σκηνής
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Έχοντας ιδρυθεί επισήμως το 1993 και δημιουργώντας το πρώτο τους demo την αμέσως επόμενη χρονιά, καταλαβαίνει κανείς πως οι Blacksun μονάχα χθεσινοί δεν είναι. Οι Αθηναίοι melodic metallers αποτελούν μέλος της ελληνικής σκηνής εδώ και μια εικοσιπενταετία, έστω κι αν μέχρι πρότινος ακολουθούσαν μια πορεία μακριά από τα πολλά φώτα, με πληθώρα από demos μέσα σε αυτήν την περίοδο, αλλά κι ένα σχεδόν μισάωρο EP, τέσσερα χρόνια πριν, να κάνει την εμφάνιση του έπειτα από μια μεγάλη περίοδο σιωπής.

Έτσι, έπειτα από μια πορεία γεμάτη δυσκολίες και αναποδιές, αλλά με τη μουσική δημιουργία πάντοτε ως πρώτο και μοναδικό τους σκοπό, οι Blacksun επιτέλους καταφέρνουν να κυκλοφορήσουν το ουσιαστικό τους ντεμπούτο, μια δουλειά που επισφραγίζει τις προσπάθειες τόσων χρόνων και βάζει πλώρη για τα καλύτερα που είναι μπροστά.

Πραγματικά, σε ό,τι αφορά το μουσικό μέρος του "Seed Of Hate" δεν σκοπεύω να πλατειάσω ιδιαίτερα, καθώς το περιεχόμενο του ανταποκρίνεται στα standards της σκηνής που ανήκει, δίχως άλλο. Κοινώς, έχουμε να κάνουμε με ένα εμφανώς καλοδουλεμένο δείγμα μελωδικού heavy/power, το οποίο λόγω παραγωγής αλλά κυρίως λόγω τεχνοτροπίας και συνθετικών μανιέρων, θα μπορούσε εύκολα να προέρχεται από τη '90s περίοδο του είδους.

Σαφώς βασισμένο στη μελωδία και στις σωστές, εύληπτες φωνητικές γραμμές, το άλμπουμ ακολουθεί κυρίως mid tempo μονοπάτια, έχοντας το πλεονέκτημα να μην περιέχει εμφανή fillers, αλλά και να διαθέτει εκείνες τις δυο-τρεις συνθέσεις ("Asgaard’s Ride", "Pirates Of The Sun") που ξεχωρίζουν και κολλούν αβιάστα στο μυαλό του ακροατή του είδους.

Θα μπορούσε πιθανόν να γίνει αναφορά στην παραγωγή και μίξη του υλικού, η οποία απέχει από τα σύγχρονα δεδομένα από άποψης όγκου και βάθους, αν και προσωπικά βρήκα αυτήν τη ‘90s αίσθηση ιδιαίτερα θελκτική. Αντικειμενικά, ο ήχος είναι διαυγής και καθαρός, αφήνοντας αρκετό χώρο και στα συνοδευτικά πλήκτρα να δημιουργήσουν απερίσπαστα την κατάλληλη ατμόσφαιρα, αλλά και στο rhythm section να ξεδιπλώσει τις αρετές του, οπότε πιθανολογώ πως αυτή η προσέγγιση συνέβη συνειδητά από την πλευρά της μπάντας.

Πάντως, το μεγαλύτερο παράσημο αποτελεί το γεγονός πως η μπάντα δεν παράτησε ποτέ την προσπάθεια ύπαρξης και δημιουργίας, παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες που έχει κάτι τέτοιο υπό τις συνθήκες και το υπόβαθρο που δραστηριοποιείται. Καθώς, λοιπόν, δεν μιλάμε για κάποια μπάντα που λειτουργεί σε επαγγελματικά πρότυπα, αλλά για μια γνήσια, ερασιτεχνική (με την κυριολεκτική, πιο αγνή σημασία του όρου) μπάντα που αυτοχρηματοδοτεί την προσπάθεια της να δημιουργήσει τη μουσική που αρέσκεται, είναι αξιέπαινο το γεγονός πως έφτασε ως εδώ, πόσο μάλλον όταν καταφέρνει να κυκλοφορήσει ένα ντεμπούτο που παρά τα όποια του ψεγάδια, αξίζει να ασχοληθεί κάποιος μαζί του.

Στο δια ταύτα, οι Blacksun φαντάζουν ως ένα καθ’όλα άξιο μέλος της ελληνικής heavy/power σκηνής, έτσι όπως αυτή άρχισε να διαμορφώνεται από τα μέσα των '90s κι έπειτα, συνεχίζοντας την μοναχική τους πορεία με σημαντικότερες αξιώσεις, αλλά και μια δουλειά που από μόνη της αποτελεί σημαντικό επίτευγμα καριέρας.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET