Absent In Body

Plague God

Relapse Records (2022)
Από τον Θεοδόση Γενιτσαρίδη, 21/03/2022
Neurosis, Sepultura και Amenra. Scott, Mathieu, Colin και Igor
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Πάνω από δέκα χρόνια πίσω, οι Justin Broadrick (Jesu, Godflesh, Napalm Death) και Aaron Turner (Isis, Old Man Gloom, Sumac) είχαν παρουσιάσει τον δίσκο των Greymachine. Δεν θα συγκρίνω τον ήχο, απλά το αναφέρω γιατί είχα το ίδιο ενδιαφέρον και προσμονή να το ακούσω όσο αυτή εδώ τη συνεργασία. Όταν δένεις Neurosis, Amenra και Igor Cavalera στη Relapse τότε περιμένεις κάτι αρκετά post-metal και sludge. Scott Kelly κιθάρα και φωνές, Mathieu Vandekerckhove κιθάρες, Igor Cavalera στα τύμπανα και Colin H. Van Eeckhout μπάσο και ουρλιαχτά.

Στο εναρκτήριο "Rise From Ruins" οι τρομακτικοί ψίθυροι σε σκοτεινιάζουν, τα tribal τύμπανα που σκαρφαλώνουν σε ετοιμάζουν για κάτι δυνατό. Τα πρώτα δύο λεπτά του κομματιού δείχνουν μια αργή και σταδιακή δημιουργία λοιπόν, προσφέροντας τύμπανα με ολοένα και πιο ογκώδη ήχο που βοηθούν στην εισαγωγή του πρώτου riff. Αυτό έρχεται ξεκάθαρα και περήφανα με κάθε επισημότητα, με όλη την ορμή των Αμερικάνων πατέρων και των Βέλγων συνοδοιπόρων τους. Ξαφνικά και απροσδόκητα σκάει απίστευτα δυνατά καθώς αρχίζουμε να ακούμε πολλαπλά στρώματα φωνητικών που γρυλίζουν πνιχτά με τέτοιο τρόπο που απλώς ξεκαθαρίζουν και παρουσιάζουν μια απόλυτα τρομακτική ωμότητα. Η συνέχεια έχει βαριά και αργά χτυπήματα, τσιρίδες και ανάσες που σε ανατριχιάζουν. Όσο κλείνει ακούς το απόλυτα θορυβώδες και σκληρό post-metal που πρωτοέμαθες από όλους αυτούς. Είναι συγκινητικό, χωρίς να παρουσιάζει τίποτα καινούργιο. Τιμά και δοξάζει το είδος.

Με ένα στυλ μοντέρνου θορυβώδους metal που θυμίζει τις σκληρές στιγμές των Sumac και των Old Man Gloom, με πιο ψυχρό και industrial ήχο, έρχεται στη συνέχεια το "In Spirit In Spite". Οι σκατένιες σαν να έρχονται από βόθρο κραυγές είναι τόσο επιβλητικές που σε καθηλώνουν. Όταν τα πράγματα ηρεμούν, μια άρρωστη ερωτική νεκρική απαγγελία προσπαθεί να σε χαλαρώσει και να σε προβληματίσει. Είμαστε στα τέσσερα από τα οκτώ λεπτά της σύνθεσης και η προσμονή για το τι ακολουθεί όλο και μεγαλώνει. Αργά τύμπανα και νότες που νιώθεις ότι σβήνουν. Μια κιθάρα μόνο απομένει και περιμένεις το ξέσπασμα… το οποίο δεν έρχεται ποτέ και το κομμάτι σβήνει απίθανα άδοξα.

Στο "Sarin" το σκοτάδι καλά κρατεί. Ουσιαστικά είναι ένας φόρος τιμής στον Dwid Hellion, ο οποίος έχει γράψει ένα ομότιτλο τραγούδι στους Integrity, καθώς χωρίς αυτόν δεν θα είχαν γνωριστεί και οι AIB δεν θα υπήρχαν. Αυτό το κομμάτι είναι ακόμα πιο κρύο. Είναι πυκνή η νύχτα και οι κιθάρες είναι τόσο γνώριμες. Δεν ξεφεύγει νότα μακριά από Neurosis και Amenra φυσικά, αλλά κρατάει στα θεμέλια του μια Black Sabbath σιδεριά. Παραμορφωμένα φωνητικά πίσω από μια βρόμικη και υγρή λάσπη. Είναι τόσο τραχύ που εντυπωσιάζει. Είναι επιβλητικό και βιομηχανικό. Είναι όσο βαρύ μπορεί να γίνει. Ο κόσμος πονάει, πεθαίνοντας μάταια.

Στο επόμενο κομμάτι, ο στίχος «λαχταρώ ένα μέρος όπου τα παιδιά δεν κλαίνε» όχι απλά με βρίσκει σύμφωνο, αλλά με άγγιξε βαθιά. Το "The Acres/The Ache" είναι μια μουσική περιπέτεια με συναισθηματισμό και αιχμή. Πυκνή και βάναυση μουσική που κάπου στα μισά χαλαρώνει, ακούγεται σαν αργή και ατμοσφαιρική dream pop δημιουργία που σκοπό έχει να σε υπνωτίσει. Δεν έχει στεγανά σαν σύνθεση, δεν έχει περιορισμούς, είναι πανέμορφα πειραματικό και σίγουρα το πιο μεταμοντέρνο του δίσκου. Στο κλείσιμο το γρύλισμα και οι κραυγές που ξεκινάνε στον στίχο «here to withstand» ανατριχιάζουν κάθε ακροατή. Σε καλεί ν’ αντέξεις. Σε καλεί να βυθιστείς στην κινούμενη άμμο μαζί τους.

Το τελευταίο "The Half Rising Man" ανοίγει αργά και βασανιστικά. Σαν ένας χτύπος καρδιάς που έρχεται όλο και πιο κοντά σου. Και αυτό διαρκεί οκτώ λεπτά. Σάπια φωνητικά παίρνουν βηματισμό πάνω από το επίσης βιομηχανικό στυλ που υποβοηθάται από ειδικά εφέ και παραμορφώσεις. Δεν σε καταφέρνει πουθενά, δεν σε μαγεύει πουθενά. Είναι εντελώς ίδιο και flat. Σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια χωρίς εκπλήξεις ή ένα δυνατό κρεσέντο. Στο σημείο που τα τύμπανα πάνε να ξεφύγουν και να βάλουν δεύτερη ταχύτητα, το κομμάτι τελειώνει απότομα. Κλείνει δηλαδή όπως άνοιξε, σαν να μην άλλαξε τίποτα, ελάχιστα πιο γρήγορα και βασανιστικά.

Ο δίσκος απευθύνεται σε φίλους του είδους και λάτρεις των μελών της μπάντας. Δεν έχει τίποτα καινούργιο, τίποτα διαφορετικό και καμία καινοτομία που θα σου πάρει τα μυαλά. Είναι ένα κατάμαυρο, θεοσκότεινο τοπίο που γεμίζει από τρομακτικές φιγούρες πίσω από πυκνές σκιές. Λίγες εκρήξεις, ελάχιστη φωτιά και πολύ φόβος. Δεν θα απογοητεύσει καθώς τα τραγούδια είναι σκληρά και όμορφα. Δεν γίνεται να περάσει απαρατήρητο αφού κάνει καλά τη δουλειά του εκεί που πρέπει. Η διάρκεια του, λίγο παραπάνω από μισή ώρα κρίνεται ως λίγη. Πρακτικά δεν το θεωρώ άλμπουμ. Μιας και το συγκεκριμένο είδος μας έχει συνηθίσει σε μεγαλύτερης διάρκειας δημιουργίες.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET