ProgSession #12: Høst

Από τον Πάνο Παπάζογλου, 13/03/2012 @ 12:52
Όση χαρά προσφέρει στους απανταχού μουσικόφιλους η παρακολούθηση της επικαιρότητας και η βιωματική συναίσθηση του παρόντος, άλλο τόσο, και ίσως και περισσότερο, ενδιαφέρον έχει η ενασχόληση με το άγνωστο παρελθόν, με το σκάλισμα της Ιστορίας, με τις πιο αφώτιστες γωνιές της. Στα πλαίσια αυτής της διαστροφής, το Rocking.gr κάθε μήνα θα παρουσιάζει, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, ένα δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.

Days of progressive past Vol. 12:

Høst - Hardt Mot Hardt
1976
On Records

Όσο και αν η progressive rock έξαρση την εποχή της μεγαλειώδους παραγωγής συγκροτημάτων και δίσκων συνδέθηκε με το Ηνωμένο Βασίλειο κυρίως και ταυτόχρονα με τις kraut αναφορές της Γερμανίας και τις prog συμφωνικές  στιγμές της Ιταλίας, παρόλα αυτά σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη αναπτύχθηκε ένα πρωτοφανές «κίνημα» μουσικών με προοδευτική διάθεση. Και αν πλέον η Νορβηγία και κατ’επέκταση η Σκανδιναβία έφτασε να θεωρείται πρωτοπόρος με βάση τις ακραίες πειραματικές και άκρως μεταλλικές αναζητήσεις από τη δεκαετία του ’90 κι έπειτα, αυτό έγινε γιατί το παρελθόν των Σκανδιναβών μουσικών που περιπλέχθηκαν με τη rock εν γένει μουσική, είχε πάντα κάτι το εξαιρετικά ενθουσιώδες.

Σε αυτό το κλίμα εντάσσονται και οι Høst, οι οποίοι με δύο μόλις κυκλοφορίες κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, κατάφεραν και ακούστηκαν τόσο διαφορετικοί από δίσκο σε δίσκο και άφησαν το στίγμα τους στην προοδευτική μουσική της εποχής εκείνης όσον αφορά τη Σκανδιναβία. Και αν το ντεμπούτο τους, “Pa Sterke Vinger”, αποτέλεσε την εισαγωγή στην πρώιμη μορφή της μπάντας με έναν πιο hard rock, heavy προσανατολισμό, το “Hardt Mot Hardt” που το διαδέχτηκε, τους άνοιξε το δρόμο για ένα συμφωνικό, σαφώς πιο πομπώδες rock πλαίσιο, το οποίο με βάση τον πρωταγωνιστικό ρόλο των πλήκτρων αφήνει μια τελείως διαφορετική εντύπωση.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το δεύτερο άλμπουμ των Høst, αν και προέκυψαν αλλαγές στο lineup, ηχογραφήθηκε από ένα άλλο συγκρότημα. Η μουσική στην ουσία γράφτηκε από τον καινούριο τους τότε κιθαρίστα (Fezza), ο οποίος με την εξαιρετική του ευρύτητα στον συνθετικό τομέα, κατάφερε με το παίξιμό του να αφήσει το στίγμα του σε ένα σύνολο εξάρσεων και περίτεχνων περασμάτων που εντυπωσιάζει.  Ο συγκεκριμένος συγκερασμός παραδοσιακής 70’s hard rock μανιέρας με τοπικές, νορβηγικές folk επιρροές και κλασικής μουσικής χαρακτηρίζουν τον ηχητικό κορμό των Høst σε συνδυασμό με τις δυνατές ερμηνείες (στα νορβηγικά βέβαια!).

Συνοπτικά οι επτά συνθέσεις που διανθίζουν το άλμπουμ και σχεδόν στα 35 λεπτά που διαρκεί αυτό, τείνουν να συνδυάσουν ένα πολυμορφικό σύνολο με μια εξαιρετική μίξη στοιχείων από κλασικούς Deep Purple αυτοσχεδιασμούς και τις γνωστές αλα Jon Lord αλχημείες επί του Hammond και επίσης κλασικούς Genesis με τις γνώριμες folk καταβολές με Gabriel ή πρώιμους ταξιδιάρικους Nektar.  Έτσι λοιπόν μαζί με την heavy prog πλευρά των Νορβηγών, οι συμφωνικές και με χρήση μιας μικρής ορχήστρας στιγμές και οι πιο καθαρές hard rock φόρμες, μετατρέπουν το “Hardt Mot Hardt” σε ένα άλμπουμ, του οποίου η ποιότητα και περιπετειώδης υφή παραμένουν σε υψηλό επίπεδο σχεδόν σε ολόκληρη τη διάρκειά του.  Στην ουσία οι Høst εκμεταλλευόμενοι την αύρα της εποχής γύρω από την συνθετική ελευθερία και την πρόσμιξη των επιρροών, δείχνουν ταλέντο στη δημιουργία πιασάρικων riffs, ευκολομνημόνευτων μελωδιών και κλασικότροπων συμφωνικών progressive rock εξάρσεων, οι οποίες και επιδεικνύουν την εκτελεστική δεινότητα των μελών.  

Η απουσία από την άλλη μιας χαρακτηριστικής, επικής σύνθεσης που να αφήνει τα μέλη της μπάντας να ελευθεριάζουν πάνω σε φόρμες και τεχνοτροπίες που αγγίζουν πολλές πτυχώσεις του rock, όπως έκαναν τα περισσότερα progressive συγκροτήματα της εποχής, αφενός κάνει το “Hardt Mot Hardt” περισσότερο προσιτό και αφετέρου στρέφει την προσοχή στο σύνολο των συνθέσεων, οι οποίες σε σημεία είναι όσο «φορτωμένες» χρειάζεται για να αποτελέσει το συγκεκριμένο άλμπουμ ένα ακόμα κρυφό χαρτί του ευρωπαϊκού 70’s prog χάρτη.

Μετά την περιοδεία που ακολούθησε για την υποστήριξη του άλμπουμ, οι Høst κυκλοφόρησαν το τρίτο τους πόνημα, “Extra! Extra!”, το οποίο και περιείχε μερικές νέες συνθέσεις μαζί με δουλεμένα παλιότερα κομμάτια από τις δύο πρώτες κυκλοφορίες τους. Με συνεχείς αλλαγές στο lineup, οι Νορβηγοί έφτασαν στο σημείο να χρησιμοποιήσουν αγγλικό στίχο, να αλλάξουν το όνομά τους σε Ice και τελικά να διαλυθούν οριστικά. Με το όνομα Høst παρόλα αυτά, το συγκρότημα επανασυνδέθηκε, δεν ηχογράφησε κάποιο νέο άλμπουμ, αλλά συνέχισε να δίνει συναυλίες και να παρουσιάζει το υλικό των δύο πρώτων δίσκων του προσφέροντας ένα νέο σημείο επαφής με τους νεώτερους μουσικούς της Σκανδιναβίας σε μια περίοδο που η πειραματική προοδευτική μουσική έχει επιστρέψει σε πιο mainstream μονοπάτια.

Τον επόμενο μήνα, μετά το νορβηγικό φθινόπωρο, το ProgSession θα πετάξει προς την Ιβηρική χερσόνησο.
  • SHARE
  • TWEET