Δεν αντέχω τόσο πολιτισμό...

Ο Νίκος Παπαδογιάννης αναρωτιέται αν τα ελληνικά φεστιβάλ αξίζουν να βρίσκονται στον ίδιο πλανήτη με το Werchter. Και δεν αναφέρεται στην καλλιτεχνική τους αξία

Από τον Νίκο Παπαδογιάννη, 08/07/2015 @ 10:09
H τελευταία νότα των Muse στο φεστιβάλ του Werchter ακούστηκε στις 00:45. Στεκόμασταν μπροστά στη σκηνή, ενώ η έξοδος από τον χώρο βρισκόταν στο πίσω μέρος της.

Ξεκινήσαμε, λοιπόν, το ταξίδι της επιστροφής, από μειονεκτική αφετηρία σε σύγκριση με τους 90 χιλιάδες θεατές της βραδιάς.

Και, όχι, δεν είναι υπερβολικό το νούμερο. Κάθε sold-out ημέρα στο Werchter ισοδυναμεί με 88.000 εισιτήρια, χώρια οι εθελοντές, οι προσκεκλημένοι και οι εργαζόμενοι στο φεστιβάλ.

«Θα μας πάρει κανένα τρίωρο για να γυρίσουμε στη Λουβέν», είπαμε μεταξύ μας. Και ξεκινήσαμε, για τον μακρύ δρόμο της επιστροφής.

Οι Βέλγοι έχουν φτιάξει έναν πεζόδρομο ανάμεσα στα χωράφια, αρκετά ευρύχωρο ώστε να αποφεύγεται το στριμωξίδι. Δίχως καντίνες και μικροπωλητές.

Ανάμεσα στους πεζούς κυκλοφορούσαν με άνεση ακόμα και ποδήλατα. Κάθε δέκα μέτρα, δεξιά κι αριστερά, υπήρχαν σακούλες σκουπιδιών, λευκές για τα απορρίμματα και μπλε για τα ανακυκλώσιμα.

Είκοσι λεπτά ποδαρόδρομος, μέχρι την αφετηρία των λεωφορείων. Αλλά αυτό το γνωρίζαμε εκ των προτέρων. Δεν υπάρχει φεστιβάλ δίχως περπάτημα, καλομαθημένε Έλληνα.

Φτάσαμε στην πλατεία και αμέσως αισθανθήκαμε αισιόδοξοι. Στην αφετηρία περίμεναν δεκάδες λεωφορεία-φυσαρμόνικες, που έφευγαν το ένα πίσω από το άλλο. Χωρίς να γεμίζουν ασφυκτικά!

Οι διοργανωτές είχαν φτιάξει με κάγκελα δύο «ουρές», μία για κάθε πόρτα. Για τον κόσμο που περίμενε, υπήρχαν στον χώρο χημικές τουαλέτες. Πόσο πολιτισμό να αντέξει πια ένας άμοιρος Έλληνας;

Σε πέντε λεπτά, ήμασταν μέσα στο λεωφορείο, καθιστοί και άνετοι. Δεν καθόταν κανείς παρείσακτος στα γόνατά μας ούτε μυρίζαμε τη μασχάλη του διπλανού μέσα στα μούτρα μας.

Ένα ζευγάρι λίγο πιο πέρα είχε φέρει μαζί τη γατούλα του, δεμένη με λουράκι. Η γατούλα ήταν η μόνη που γκρίνιαζε. Αυτή είχε τα δίκια της.

Το λεωφορείο ξεκίνησε με γκάζια. «Σε εκατό μέτρα μας περιμένει μποτιλιάρισμα», είπαμε. Η πρόσβαση στο Werchter γίνεται όχι από λεωφόρους, αλλά από στενά επαρχιακά δρομάκια.

Τα γκάζια συνεχίστηκαν, αλλά το μποτιλιάρισμα δεν έλεγε να εμφανιστεί. Όπως αποδείχθηκε, οι Βέλγοι κράτησαν ειδικό δρομολόγιο ανοιχτό, για αποκλειστική χρήση των λεωφορείων του φεστιβάλ!

Τα 15 χιλιόμετρα της διαδρομής τα διασχίσαμε σε 15 λεπτά, εξπρές non-stop λες και ήμασταν ασθενοφόρο, με την ελληνική σημαία να ανεμίζει από το ανοιχτό παράθυρο. Απίστευτο και όμως αληθινό, φτάσαμε στον κεντρικό σταθμό της Λουβέν στις 01:45, ακριβώς μία ώρα μετά το τέλος της συναυλίας.

Φορέσαμε το καπελάκι που μας έδωσαν δώρο και περπατήσαμε λίγο για να χωνέψουμε τη δωρεάν μπύρα που προβλεπόταν από το εισιτήριο. Πέσαμε στο κρεβάτι κατάκοποι, πριν το ρολόι δείξει 02:00 π.μ..

Μία ώρα νωρίτερα, ήμασταν ακόμη στο «πιτ» της συναυλίας, μπροστά από τον φράχτη δηλαδή, στον χώρο των φανατικών. Σημειωτέον ότι βρεθήκαμε εκεί χωρίς να πληρώσουμε ακριβότερο εισιτήριο. Έμπαινε όποιος προλάβαινε και όποιος άντεχε.

Όσοι προτίμησαν να μετακινηθούν με αυτοκίνητα ασφαλώς ταλαιπωρήθηκαν περισσότερο, αλλά ας πρόσεχαν. Ας έπαιρναν το λεωφορείο, που άλλωστε ήταν δωρεάν.

Εξίσου δωρεάν «κόστιζε» για τους φεστιβαλιστές το σιδηροδρομικό εισιτήριο από τις Βρυξέλλες (ή το Σαρλερουά) ως τη Λουβέν, μετ' επιστροφής.

Πήγαμε και ήρθαμε από την πρωτεύουσα ως το φεστιβάλ, χωρίς το παραμικρό αντίτιμο και χωρίς την παραμικρό ψήγμα ταλαιπωρίας.

Πώς λέμε Μαλακάσα; Καμία απολύτως σχέση...
  • SHARE
  • TWEET