Ulver

Flowers Of Evil

House Of Mythology (2020)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 24/08/2020
Τα φαινόμενα ίσως και να απατούν: Οι Λύκοι μεταμορφώνονται φορώντας ίδια ρούχα, μας καλούν να προσέξουμε την λεπτομέρεια και μας χαρίζουν ένα ακόμα (ύπουλα) θαυμάσιο άλμπουμ
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Για πολλούς ακροατές, οι Ulver δεν αποτελούν μια αγαπημένη μπάντα μόνο για τα μουσικά τους πεπραγμένα αλλά, ίσως ακόμη περισσότερο, επειδή τόλμησαν να κάνουν τη φράση "Οι Λύκοι εξελίσσονται" καταστατική αρχή, τσιτάτο μα και πραγματικότητα της τέχνης τους. Το συναίσθημα του να περιμένεις το επόμενο άλμπουμ μιας μπάντας, μην έχοντας ιδέα τί είδος μουσικής αυτό θα εμπεριέχει, είναι για κάποιους ανεκτίμητο. Δες όμως, για πρώτη φορά στην περιπετειώδη τους καριέρα, το νέο άλμπουμ των Ulver δεν απομακρύνεται δραστικά από τον προκάτοχο του. Βρήκαν το μουσικό τους λιμάνι; Μήπως ήρθε η ώρα για τη φράση Wolves Evolve να προδοθεί; Ας μην βιαζόμαστε.

Η αποδοχή του "The Assassination Of Julius Caesar" του 2017 ήταν μάλλον θριαμβευτική. Πέραν της πολύ καλής του μουσικής, εικάζουμε ότι ο λόγος πίσω από αυτήν την αποδοχή δεν ήταν φυσικά ότι τα πλήθη διψούσαν να ακούσουν παλιομοδίτικη synthpop, ειδικά από τους Ulver. Πιθανόν όμως να υπήρξε ανακουφιστικό να ακούς μια μπάντα, γνωστή για τα αρκετά δύσκολα και πειραματικά τους άλμπουμ, να παράγει ένα σχετικά ευκολοάκουστο και στρωτό δίσκο. Ακόμα περισσότερο, ήταν- επιτέλους- μια φοβερή ευκαιρία να απολαύσει κανείς τη φωνάρα του Kristoffer Rygg σε όλο της το μεγαλείο. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν λέγοντας ότι όσοι αγάπησαν τον Καίσαρα γι αυτά τα στοιχεία, δεν θα μπορέσουν παρά να αγαπήσουν το "Flowers Of Evil" με τον ίδιο τρόπο, ειδικά μόλις ξεκλειδώσουν και τις ιδιαίτερες αρετές του.

Ήδη από την πρώτη ακρόαση του "Flowers Of Evil" είναι ολοφάνερο ότι οι Ulver πατάνε στο ίδιο μουσικό έδαφος, το genre όμως δεν λέει ποτέ κάποια απόλυτη αλήθεια: διότι ο όρος synthpop μπορεί να παραμένει, όμως πολλά πράγματα είναι τελικά αρκετά διαφορετικά. Γρήγορα θα διαπιστώσει κανείς ότι το νέο άλμπουμ ακούγεται καταρχήν πιο ώριμο συνθετικά και πιο συμπαγές ηχητικά - και σε αυτά έχει παίξει μεγάλο ρόλο και η εκπληκτική παραγωγή του Martin Glover. Θα ακολουθήσει η συνειδητοποίηση ότι το "Flowers Of Evil" είναι πιο πολύχρωμο, λιγότερο βαρύ σε ατμόσφαιρα και με ακόμα αραιότερες διαθέσεις για πειραματισμό. Αν ο Καίσαρας είχε κι ένα αυτοσχεδιασμό στο "Rolling Stone" ή μια βαθιά electronica χαρακιά στο "So Falls The World", εδώ θα βρεις τίποτα τέτοιο. Θα βρεις όμως ίσως πλουσιότερη μουσική.

Οι συνθέσεις, λοιπόν, του άλμπουμ δεν άφησαν το μουτράκι μου να ξινίσει, ακόμα κι αν ένα ελιτίστικο κομμάτι του εαυτού μου θα ήθελε να «διαμαρτυρηθεί» για το νέο pop δημιούργημα των Ulver. Και πως να διαμαρτυρηθώ όταν ακόμα και το "Machine Guns And Peacock Feathers", η μόνη δηλαδή «ξεδιάντροπα» pop στιγμή του δίσκου, είναι απολαυστικό; Το "Flowers Of Evil" μπορεί να δείχνει ότι "η μπάντα βουτάει βαθύτερα στα synths και τα grooves", όπως αναφέρει το δελτίο τύπου, δεν ξεπουλάει όμως τις μικρές αλλά και πολύτιμες μουσικές του λεπτομέρειες. Τα ψήγματα της '70s soul που τρυπώνουν στο "Nostalgia" ή το χτίσιμο του υπέροχου "A Thousand Cuts" στο πιάνο - σε αυτό που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η πρώτη Ulver μπαλάντα - είναι έξοχα παραδείγματα ενός δίσκου που τελικά δεν φτιάχτηκε για τα dance floors αλλά για ακροάσεις με καλά ακουστικά.

Κάθε ένα από τα οκτώ tracks φέρει τις δικές του όμορφες λεπτομέρειες. Το εναρκτήριο "One Last Dance" ορίζει τον θεματικό παλμό του δίσκου με τους κρυπτικούς του στίχους και τις βαθιές μελωδίες, φοράει δε σαν κόσμημα τη συμμετοχή σε synths και κιθάρες του σημαντικού καλλιτέχνη που ονομάζεται Christian Fennesz. Τα ήδη γνωστά μας "Russian Doll" και "Little Boy" μας φανέρωσαν ότι τα beats δεν κυριαρχούν επί του αρμονικού/μελωδικού περιεχομένου, με τα pipe organs του Michael York στο φινάλε του δεύτερου να ξεπροβάλλουν μέσα από τις σκιές σαν ενορχηστρωτικός θησαυρός. Το αργό tempo του σκοτεινού "Hour Of The Wolf" υποβάλλει την ακρόαση κι ερεθίζει τη φαντασία: πώς θα ακουγόταν αυτή η κομματάρα αν είχε και βαριές κιθάρες; Το μόνο σίγουρο είναι ότι η συνολική ροή του άλμπουμ είναι θαυμάσια, όσο ξεδιψάς στις λεπτομέρειες του.

Τίποτα όμως από τα παραπάνω δεν θα είχε την ίδια βαρύτητα, χωρίς το στιχουργικό βάθος του "Flowers Of Evil". Ο Rygg αφήνει πίσω του τη Ρώμη για να συνεχίσει την εξερεύνηση της παρακμής της ανθρωπότητας σε διαφορετικούς χωροχρόνους. Το νυχτερινό noir του "Russian Doll", η αίρεση των Branch Davidians στο "Apocalypse 1993", ο πόλεμος, η θρησκεία ("One Last Dance") αλλά και η αναπόληση της παιδικότητας ("Nostalgia"), ο έρωτας ("A Thousand Cuts") και η πολιτιστική σήψη είναι θέματα που αναλύονται παράλληλα, ενώ εμπλέκονται με δάση συμβολισμών και μεταφορών.

Το αποτέλεσμα είναι μία δουλειά που μοιάζει να αποδέχεται τον δυισμό των ανθρώπινων αντιφάσεων, περίπου σαν θεματικός συγγενής του "Marriage Of Heaven And Hell". Εξάλλου η αναφορά της τρομερής συμμετρίας του Blake συνυπάρχει με τα μπωντλερικά Άνθη του Κακού, το ηλεκτρικό πρόβατο του P. Dick, το κινηματογραφικό "Hour Of The Wolf" του Bergman και τα βιβλικά χωρία του Ιεζεκιήλ. Οι πολλαπλές λογοτεχνικές αναφορές και ο συγκερασμός φαντασίας και ιστορίας, δίνουν στο άλμπουμ ένα παντελώς διαφορετικό βάθος.

Από οποιοδήποτε άλλο γκρουπ, το "Flowers Of Evil" θα ήταν ένα πολύ καλό άλμπουμ, από τα χέρια των Ulver όμως εμποτίζεται με τέτοια προσωπικότητα και φινέτσα που καταλήγει να ηχεί θαυμάσιο. Όσοι ευχαριστήθηκαν το προηγούμενο τους άλμπουμ, θα βρουν το νέο δημιούργημα των Ulver (τουλάχιστον) ισάξιο και, παρά τη διαφορετική πρώτη εντύπωση, θα διαπιστώσουν ότι η μπάντα δεν μένει στάσιμη, απλώς οι εδώ μεταμορφώσεις συμβαίνουν εντός του ίδιου ρούχου. Το "Flowers Of Evil" φανερώνει τη δική του ώριμη πρόοδο και οι Λύκοι είναι ακόμα εδώ, έτοιμοι να αναχωρήσουν ξανά, αρνούμενοι να βρουν απάνεμο λιμάνι ή να προδώσουν το motto τους.

  • SHARE
  • TWEET