Ry Cooder

I, Flathead

Nonesuch (2008)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 10/09/2008
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ο δεκαεξάχρονος που εντυπωσίαζε στην κιθάρα παίζοντας κομμάτια όπως το "Electricity" στη Magic Band του Cpt. Beefheart μετεξελίχθηκε σε φίλο και session μουσικό των Rolling Stones σε αρκετούς δίσκους τους, σε συνθέτη soundtrack μερικών εξαιρετικών ταινιών και σε έναν αφανή μουσικό του κόσμου, υπεύθυνο για την ανάδειξη καλλιτεχνών από διάφορες γωνιές της Γης, που σε άλλη περίπτωση ο «πολιτισμένος» κόσμος δε θα μάθαινε ποτέ. Τέτοιοι υπήρξαν οι Buena Vista Social Club από την Κούβα, ο Ali Farka Toure από το Τιμπουκτού και ο Ινδός V.M. Bhatt. Τα τελευταία χρόνια όμως θυμήθηκε ότι εκτός από όλες αυτές τις δραστηριότητες, αλλά και τις πάμπολες συμμετοχές του και συνεργασίες, έχει και μία πολύ επιτυχημένη solo καριέρα που χρονολογείται από το 1970. Ρίχνοντας λοιπόν το βάρος στις προσωπικές του δουλειές, ξεκίνησε το 2005 μία τριλογία έργων αφιερωμένα στην άλλη πλευρά της πατρίδας του, της Καλιφόρνια. Αυτής που είναι απομακρυσμένη από τα φώτα και ριζωμένη στην αμερικανική παράδοση και τις επιρροές από τη γειτονική Λατινική Αμερική.

Ο πρώτος από τους τρεις δίσκους, "Chavez Ravine", ήταν αφιερωμένος στην ιστορία της ομώνυμης συνοικίας του L.A., όπου η τοπική κοινωνία των Μεξικανο-Αμερικανών εκτοπίστηκε προκειμένου να «εκσυγχρονιστεί/αναπλαστεί» η περιοχή. Ο δεύτερος, το περσινό "My Name Is Buddy", ασχολήθηκε με την ιστορία του εργατικού κινήματος και του πολιτικού folk τραγουδιού (τύπου Woody Gathrie) μέσω της παραβολικής ιστορίας ενός ...γάτου. Στο φετινό "I, Flathead", όμως, η επιλογή του θέματος είναι λιγότερο «κοινωνικά φορτισμένη», αφού με το ελαφρώς πιο χαλαρό concept του δίσκου επιχειρείται η εισαγωγή του ακροατή στον κόσμο των αγώνων drag-racing μέσω της ιστορίας του Kash Buk, ενός ανέμελου beatnik, τραγουδιστή και οδηγού αγώνων. Η υπόθεση μάλιστα συνοδεύει τη deluxe έκδοση γραμμένη σε μορφή διηγήματος.

Ξεμπερδεύοντας με τις αναφορές σχετικά με τα δύο προηγούμενα έργα, απομένει μία ακόμα παρατήρηση. Ενώ τόσο το "Chavez Ravine" όσο και το "My Name Is Buddy" είχαν αρκετά σαφή μουσικό προσανατολισμό, το πρώτο προς το mexican/latin και το δεύτερο προς τη folk, το φετινό είναι αρκετά πιο πολυσυλλεκτικό, αντλώντας ιδέες τόσο από την country και τη folk (φυσικά), όσο και από τη χαβανέζικη, τα blues, τη jazz, το rockabilly, τη μουσική των mariachi και γενικά οτιδήποτε μπορεί να καλυφθεί κάτω από αυτό που σήμερα ονομάζεται americana και που ο Ry Cooder παίζει πριν καν ο όρος εφευρεθεί. Παλιά του τέχνη κόσκινο βέβαια, αυτό καθόλου δεν επηρεάζει το τελικό αποτέλεσμα, καθώς η δισκογραφία του είναι γεμάτη από ανάλογα επιτυχημένα εγχειρήματα.

Τα 14 tracks του cd περιλαμβάνουν ορισμένα αφηγηματικά κομμάτια και αρκετές δόσεις πρόζας, ενώ ερμηνεύονται στο πρώτο πρόσωπο δίνοντας έτσι την εικόνα της εξιστόρησης εμπειριών από τον πρωταγωνιστή Kash Buk. Μην κάνει όμως κανείς το λάθος να πιστέψει ότι πρόκειται για fillers, τα οποία απλά επιμηκύνουν τη διάρκεια του δίσκου. Ακόμα και αυτά τα σημεία όπου η διήγηση έχει την πρωτοκαθεδρία είναι διανθισμένα με εμπνευσμένο παίξιμο από την κιθάρα του Cooder, συνήθως, αλλά και τους μουσικούς που τον συνοδεύουν. Το γεγονός αυτό ευνοεί βεβαίως τη ροή του άλμπουμ ως concept, από την άλλη όμως αποδυναμώνει την αξία ορισμένων συνθέσεων ως αυτοτελή δημιουργήματα.

Τελικά αυτό ίσως είναι και το απαύγασμα από όλες τις ακροάσεις του cd. Πρόκειται για έναν δίσκο που ακούγεται περισσότερο ως σύνολο, όταν και αποδίδει εξαιρετικά, παρά ξεχωρίζοντας μεμονωμένα τραγούδια. Εξάλλου μόνο τότε μπορεί κανείς να απολαύσει τις εναλλαγές ύφους και διάθεσης και να εκτιμήσει τη δημιουργική και εκτελεστική δεινότητα ενός μάστορα της κιθάρας, και δη της slide, αλλά και έναν από τους λίγους εναπομείναντες μουσικούς που είναι ικανοί να ακούγονται τόσο Αμερικανοί αλλά και τόσο συμπαθητικοί ταυτόχρονα.

Το "I, Flathead", αν και όχι το καλύτερο της καλιφορνέζικης τριλογίας -το "Chavez Ravine" κρατάει μάλλον τα σκήπτρα-, είναι ίσως η καλύτερη εισαγωγή για τη solo δισκογραφία του Cooder, αφού έχει τη μεγαλύτερη συγγένεια με το μέχρι τώρα έργο του. Για όποιους πάλι το συγκεκριμένο άκουσμα δε λέει τίποτα, σίγουρα μπορούν να αναζητήσουν στις διάφορες συνεργασίες του κάποιο από τα πρόσωπά του που τους ταιριάζει, ακόμα κι αν χρειαστεί να ανατρέξουν μέχρι το "Let It Bleed" των Stones.

  • SHARE
  • TWEET