Primordial

How It Ends

Metal Blade Records (2023)
Από τον Πάνο Ζαρκαδούλα, 12/09/2023
Οι Ιρλανδοί φέρουν ακόμα τη χάρη και παρόλα τα ψεγάδια τους παραμένουν εκ νέου πεισματάρικα και θελκτικά Αρχέγονοι
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Παρατηρείται μια εγρήγορση και ανυπομονησία στις τάξεις του ελληνικού metal κοινού, κάθε φορά που καταφθάνουν μαντάτα περί νέας κυκλοφορίας των Ιρλανδών. Υπάρχουν ισχυροί δεσμοί μαζί τους, σφυρηλατημένοι ανά τα χρόνια, τόσο σε επίπεδο νέου δίσκου, όσο και σε συναυλιακό, κατά το οποίο οι εκδηλώσεις λατρείας δεν απουσιάζουν ποτέ. Πηγαίνοντας τούτη τη σκέψη ένα βήμα παραπέρα, έχω την εντύπωση πως η συμπάθειά μας προς τους Ιρλανδούς εν γένει δεν έχει να κάνει μόνο με τους Primordial, την Guinness ή τους Peaky Blinders, αλλά αφορά ενδεχομένως κοινές μνήμες και ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά.

Επιστρέφοντας στα του δίσκου, αφιχθέντα πέντε ολόκληρα χρόνια μετά το "Exile Amongst The Ruins" - όχι ο κορυφαίος τους, αλλά ένας ακόμη εξαιρετικός δίσκος που δίχασε - το ίδιο θαρρώ θα συμβεί και τώρα. Μιλάμε για μία μπάντα που δημιουργεί και εξάπτει πάθη, καθώς ο συνδυασμός μουσικής και στίχων προδιαθέτει για έντονα συναισθήματα. Η ιστορία έχει δείξει(;), τουλάχιστον στα μέρη μας, πως άγγιξαν το καλλιτεχνικό ζενίθ τους μεταξύ 2005 - 2007 (προσωπικά θα το επέκτεινα έως το 2011), περίοδος η οποία στιγματίστηκε ξεκάθαρα από το μεγαλειώδες "The Coffin Ships", το οργισμένο "Empire Falls" και το ξεσηκωτικά απαραίτητο για κλείσιμο συναυλίας "Heathen Tribes".

Ακούγεται παράδοξο να αναφέρονται μεμονωμένες συνθέσεις εν είδει hit από μία μπάντα που ουδέποτε επένδυσε σε αυτά. Προφανώς και εξελίχθηκαν έτσι, ο κόσμος τους έδωσε αυτή τη μορφή. Οι Ιρλανδοί που δεν ασπάζονται μια τέτοια λογική, παραδίδουν φέτος ως ένα εκ των singles, αυτό. Φίδια αρχίζουν να με ζώνουν, σαν τον ουροβόρο από το λογότυπό τους και οι πρώτες αμφιβολίες κάνουν την εμφάνισή τους. Για να είμαι ειλικρινής, τέτοιες δεν υπήρξαν μόλις ακούστηκε το έτερο single τού "How It Ends", εκεί όπου οι διδαχές των συμπατριωτών τους Thin Lizzy επιβεβαιώνουν για μία ακόμα φορά την τεράστια κληρονομιά τους.

Αν κάποιος περίμενε την εμφάνιση ανάλογης υπερ - σύνθεσης σαν και τις προαναφερθείσες, ακόμα ακόμα και σαν το λατρεμένο "Wield Lightning To Split The Sun", ας αλλάξει πλευρό καλύτερα. Η απουσία «κράχτη» μετατοπίζει όλο το βάρος στο σύνολο και του δίνει αυτόν τον ρόλο. Σε αυτό το σύνολο λοιπόν, τα στανταράκια της μπάντας, όχι μόνο δίνουν το παρόν, αλλά το κάνουν με εμφατικό τρόπο: Η οργίλη στιχουργία που χρησιμοποιεί το παρελθόν ως καθρέφτη για παρόν και μέλλον, η αναμενόμενα καθηλωτική ανά σημεία ερμηνεία του Alan Averill, ο ζόφος και όλα τα πιθανά δυστοπικά σενάρια ως φυτίλι για τον ξεσηκωμό και την αντίσταση. Εκτός από τον εγγλέζικο Νοέμβρη και ο Σεπτέμβρης που κυκλοφορεί ο δίσκος καλεί για αντίδραση, πλήρως ταιριαστή με τα ελληνικά δρώμενα.

Σπάνια σε τέτοια μουσική πρόταση να είναι ενδεικτική η πρώτη ακρόαση. Μπορεί να βάζει τον ακροατή στο γενικότερο κλίμα, εξήντα έξι λεπτά είναι αυτά, το ειδικότερο πάντως χρήζει και αναζητά επιπλέον ακροάσεις. Για να εντοπιστούν οι μικρές στιγμές, ενδεχομένως οι λεπτομέρειες που είναι ικανές να μετατρέψουν το ποτήρι από μισοάδειο σε μισογεμάτο. Ή αλλιώς πώς η συνθετική μανιέρα που κρατάει χρόνια, δεν αποδυναμώνει το status του συγκροτήματος. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, οι λίγες στιγμές μαυρομέταλλου παρελθόντος, η σχεδόν απόκοσμη και σκανδιναβικά τελετουργική ερμηνεία τού Nemtheanga στο "All Against All", όπως και μία μετά από χρόνια instrumental σύνθεση, λειτουργούν ευεργετικά σε ένα σύνολο που φέρει και ψεγάδια.

Με άπασα ειλικρίνεια, η οποία καθίσταται ανέφικτη ενίοτε όταν αναφέρεσαι σε πολυαγαπημένη μπάντα, το skip θα βρει τον δρόμο του κάνα δυο φορές, λόγω συνθετικής ένδειας. Η αίσθηση πως απουσιάζει η κλιμάκωση ενώ η σύνθεση βαδίζει προς τα εκεί, παρούσα ανά διαστήματα. Κι όμως, το στοίχημα κερδίζεται, αν ποτέ υπήρξε κάτι τέτοιο. Τα άκρως ζωτικά χαρακτηριστικά των Ιρλανδών είναι παντοδύναμα σαν τις πανίσχυρες ρίζες αρχαίων δέντρων, τα οποία θα τα βρούμε σε αφθονία στο δεύτερο μισό του δίσκου, το οποίο σφύζει doom επικότητας. Ένα παρ’ ολίγον πεταμένο πρώτο ημίχρονο, που ευτυχώς δε στοίχισε.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET