Notowns

Joyride

Inner Ear (2023)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 01/06/2023
Σοβαρή υποψηφιότητα για εγχώριο ντεμπούτο της χρονιάς
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Κάτι κινείται. Είναι φανερό. Το ακούς στις νέες κυκλοφορίες, το βλέπεις στις ζωντανές εμφανίσεις νέων κι ανερχόμενων συγκροτημάτων. Η εγχώρια σκηνή βρίσκεται σε καλλιτεχνικό αναβρασμό που, σε αντίθεση με το τι ίσχυε για αρκετό καιρό, δεν θυμίζει νερόβραστη σούπα ή μουσική για να συνοδεύσει κάποιο ταρτάρ με αβοκάντο ενώ, ευτυχώς, δείχνει να κρατάει μια απόσταση από την, αυνανιστική άνευ κορύφωσης, ψυχεδέλεια που τόσο πια αγαπήθηκε την τελευταία δεκαετία.

Φυσικά, θα ήταν ανόητο να υποστηρίξω πως το post-punk αποτελεί κάποιο είδος που δεν έχει ταλαιπωρηθεί αρκετά σε διεθνές επίπεδο τα τελευταία μπόλικα χρόνια. Αυτό όμως που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως όταν παίζεται καλά, παρόλο που μετράει πάνω από 40 χρόνια ύπαρξης κι αναγνώρισης, μπορεί να ακουστεί φρεσκότερο από τις περισσότερες μουσικές που παίζουν εκεί έξω.

Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, οι Notowns στο ντεμπούτο τους διαπρέπουν και μεγαλουργούν. Δημιουργημένοι το 2021, ξεκίνησαν ως ντουέτο προτού εξελιχθούν σ’ ένα συγκρότημα τριών μελών και πολλών προσώπων, κάτι που είναι παραπάνω από εμφανές στο "Joyride". Τα συστατικά είναι μάλλον τα αναμενόμενα. Γκρουβαριστό rhythm section που σε αναγκάζει σε δευτερόλεπτα να κουνήσεις κεφάλι, κώλο και ποδαράκι (όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά), κιθάρες που, ακόμη κι όταν δεν είναι γεμάτες παραμόρφωση, τις βιώνεις απειλητικές σαν ξυράφι στο λαιμό σου, πληκτράκια και drum machine που φανερώνουν synth-punk ανησυχίες, μελωδίες προορισμένες να νικήσουν τον θάνατο και, φυσικά, έναν τραγουδιστή που ξεγυμνώνει τον εαυτό του στο μικρόφωνο, θυμίζοντας διάφορους μεγάλους performers και, παράλληλα, κανέναν.

Ναι, φυσικά, όπως φαντάζεστε, εδώ κυριαρχούν οι λοξές ματιές στα ‘80s, κάτι που ενισχύεται και από το ότι έκαναν μόνοι τους την παραγωγή του δίσκου με τον Διογένη Κυρατζόγλου να τους βοηθάει στη μίξη, κάτι που πετυχαίνει να δώσει μια D.I.Y. χροιά στο άλμπουμ. Προσωπικά, θεωρώ πως αυτή η επιλογή δεν τους βγήκε 100% καθώς, μπορεί να πέτυχαν ένα πιο ωμό και πρωτόλειο ηχητικό αποτέλεσμα, όμως με λίγη παραπάνω βοήθεια νομίζω ότι θα κατάφερναν να ακούγονται ένα τσικ πιο επίκαιροι.

Βέβαια, ακόμη κι έτσι, αυτό που πραγματικά κάνει τους Notowns να ξεχωρίζουν είναι η ικανότητά τους να αποφεύγουν να ακούγονται σαν ένα ακόμη revival σχήμα του παρελθόντος το οποίο εκβιαστικά εμμένει στην επίκληση στη νοσταλγία. Όχι, παρόλο που ο ήχος του έχει σαφείς αναφορές, που κυμαίνονται από τους Gang of Four, τους Killing Joke και την ευρύτερη βρετανική post- punk σκηνή μέχρι τους Mission of Burma, το ελληνικό punk του ’80 και τον ήχο της Creep Records, το συγκρότημα πετυχαίνει να μπλέξει όλα αυτά σε έναν προσωπικό "συμβαίνει τώρα" ήχο.

Συνδυάζοντας νευρώδη punk ξεσπάσματα, σκοτεινές post-punk/goth ατμόσφαιρες, άτσαλες no-wave χορευτικές φιγούρες, μια στάλα από το dub των The Clash, γερές δόσεις από τους πειραματισμούς των The Fall, και τη γλυκιά παρακμή της αθηναϊκής νύχτας (και ας δηλώνουν οι ίδιοι πως δεν έχουν πόλη), οι Notowns με τον πρώτο τους δίσκο αναδεικνύονται ως ένα από τα κορυφαία και πιο ενδιαφέροντα γκρουπ του σήμερα. Το βασικό μου μάλλον πρόβλημα δηλαδή είναι η μικρή διάρκεια καθώς το άλμπουμ δεν ξεπερνά τα 25 λεπτά. Θέλουμε κι άλλο, παιδιά, τι δεν καταλαβαίνετε;;

Συνοψίζοντας λοιπόν και για όσους βαριούνται να διαβάζουν πολλά-πολλά, το "Joyride", το οποίο παρεμπιπτόντως θα παρουσιάσουν ζωντανά οι Notowns στην σκηνή της Death Disco την Παρασκευή 2 Ιουνίου, αποτελεί αυτή τη στιγμή την πιο ενδιαφέρουσα εγχώρια κυκλοφορία που άκουσα φέτος. Βρείτε το, ακούστε το, και στηρίξτε το συγκρότημα. Πραγματικά το αξίζουν.

  • SHARE
  • TWEET