La Dispute

No One Was Driving The Car

Epitaph Records (2025)
​Δεν υπάρχει μεγάλη εικόνα, παρά μόνο όσα φανερώνει το μοντάζ και το κολλάζ θρυμματισμένων εικόνων, νοημάτων, και ήχων
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Αποτελώ περιστασιακό ακροατή του post-hardcore και screamo ιδιώματος, γι’ αυτό και τρέφω ιδιαίτερη αγάπη για συγκροτήματα και δίσκους που καταφέρνουν και παρακάμπτουν τις μουσικές μου αγκυλώσεις. Το προηγούμενο άλμπουμ των La Dispute, το "Panorama" (2019), αποτελεί έναν τέτοιο δίσκο, κι ίσως πρόκειται για απλή σύμπτωση πως απέκλινε απ’ τον συνηθισμένο τους ήχο, ίσως και όχι. Κι ενώ η υπόκωφη και αιθέρια φύση του εξακολουθεί μέσα μου να λάμπει ως παράδειγμα μαεστρίας στο χειρισμό της δυναμικής και του συναισθηματικού βάρους, η σταδιακή ανακάλυψη του υπόλοιπου καταλόγου των La Dispute θύμιζε σεντούκι θησαυρού που ξεθάβεις στην άμμο που έπαιζες με τα κουβαδάκια σου.

Έξι χρόνια μεσολάβησαν από τότε, και το "No One Was Driving The Car" είναι το τελευταίο χαστούκι που μας δίνει το συγκρότημα απ’ το Μίσιγκαν. Ως ανταμοιβή, είναι και το μεγαλύτερο σε διάρκεια, ξεπερνώντας με τα δεκατέσσερα (!) τραγούδια του τη μία ώρα. Τέτοια έκταση, ειδικά με τη σκοτεινιά και την αγωνία που κουβαλάει ο δίσκος, θα ήταν επίφοβη στα χέρια άλλων καλλιτεχνών, όχι όμως και των La Dispute. Εσκεμμένα ή μη, στο πέμπτο τους LP υπάρχει μία ηχητική ποικιλία, καθώς παρελαύνουν ώρες ώρες μικροποσότητες διαφορετικών genres – απ’ τα stoner/doom riff του "The Field", dark americana ("Saturation Driver"), grunge ("Autofiction Detail"), folk ("End Times Sermon") κοκ., όμως αυτό δεν κάνει τον δίσκο λιγότερο συμπαγή, απλώς του προσφέρει μεγαλύτερο καμβά, διατηρώντας την "The Wave" κληρονομιά τους, χωρίς να περιορίζονται σ’ αυτή.

Η πολυσχιδία της μουσικής αφήνει κάθε μέλος να βγάλει τον άσο που κρύβει στο μανίκι του. Ταιριαστό παράδειγμα το "Environmental Catstrophe Film", το οποίο θα αποτελέσει για πολύ κόσμο το βαρυτικό κέντρο του δίσκου, παρ’ όλο που διαρκεί κοντά εννιά λεπτά. Η αφηγηματική δεινότητα του Dreyer και η αγωνία της φωνής του όσο απαγγέλει (σπάνια θα το αποκαλέσεις «τραγούδι» αυτό που κάνει) συμπληρώνει πανέμορφα τα καλοκεντημένα αρπίσματα και τα ξεσπάσματα των Chad Sterenberg και Corey Stroffolino στις κιθάρες, ενώ στο ρυθμικό κομμάτι, ο Adam Vass (μπάσο) και Brad Vander Lug (ντραμς) διατηρούν αμείωτη την υφέρπουσα ένταση, οδηγώντας την διακριτικά αλλά και με σαφήνεια στην post-rock κλιμάκωσή της. Αντίστοιχα κομμάτια είναι το "Sibling Fistfight At Mom’s Fiftieth/The Un-Sound" και το, επίσης μακροσκελές, "Top-Sellers Banquet".

Οι La Dispute πλησιάζουν τα σαράντα. Ανήκουν στη γενιά των Millennials, την γενιά των αλλεπάλληλων κρίσεων, της επαναλαμβανόμενης ματαίωσης, της πρώτης γενιάς μεταπολεμικά που κλήθηκε από νωρίς να αντιμετωπίσει προβλήματα που νόμιζε εξαλειμμένα. Μέσα στις ιστορίες που ανοίγονται στο "No One Was Driving the Car", φανερώνεται ο αχταρμάς του , όπου η τεχνολογική ουτοπία καταρρέει με πάταγο (ο τίτλος του δίσκου είναι αναφορά σε ένα θανατηφόρο τροχαίο με αυτο-οδηγούμενο αμάξι), ο Καπιταλισμός δείχνει τις μη αντιστρέψιμες οικολογικές του συνέπειες, κι οι ανθρώπινες σχέσεις πασχίζουν για νόημα μέσα σ’ ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Η παγκοσμιοποιημένη αγορά και πολιτισμική σκηνή επιτρέπει να ταυτιζόμαστε με αυτές τις εικόνες ακόμη κι αν δεν μένουμε σε κάποια μητρόπολη ή σε κάποια ξεχασμένη κωμόπολη της Αμερικής.

Η λαγουδότρυπα που ανοίγουν οι στίχοι των La Dispute δεν ήταν ποτέ μικρή, οπότε ας μην αναλωθούμε εκεί. Ας αρκεστούμε να ενθαρρύνουμε την ακρόαση με συνοδεία στίχων. Από εκεί και πέρα, κάθε επανάληψη θα αποκαλύπτει και έναν διαφορετικό λόγο να λατρέψεις αυτόν τον δίσκο, που μοιάζει να είναι ο πιο καίριος και μεστός απ’ την εποχή του μυθικού "Wildlife". Θεωρητικά, είναι ένας αναμενόμενος δίσκος των La Dispute, τυπικά βουτηγμένος στο υπαρξιακό στρες, και την απουσία διεξόδων. Κι ωστόσο, είναι και το επιστέγασμα μίας μακροχρόνιας προσπάθειας για συγκεκριμένη αισθητική του πόνου και της έκφρασής του, μέσα από μία ποιητικότητα που παραμένει λεπτή και ευαίσθητη ακόμη και όταν γίνεται βίαιη - κι ας συμβαίνει σπανιότερο αυτό πλέον.

Ως συντροφιά σε μία εποχή που μοιάζει να κινείται χωρίς φρένα, και το τιμόνι να μην αποδεικνύεται παρά μόνο μία ακόμη κενή υπόσχεση του προηγούμενου αιώνα, συνεχίζουμε να κοιτάζουμε το αμάξι να τρέχει, άλλες φορές με τον τρόμο του ελαφιού που διασχίζει το δρόμο, κι άλλες με την απόγνωση του συνοδηγού που δεν προλαβαίνει να αντιδράσει. Στη θέση του οδηγού, δεν κάθεται κανείς.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET