Foo Fighters

Concrete And Gold

Sony Music (2017)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 15/09/2017
Από το κλασσικό στο μοντέρνο rock, σαράντα εννέα απολαυστικά λεπτά δρόμος
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Αναλογιζόμενος όλη την μαυρίλα που περνάει τους τελευταίους μήνες η rock μουσική, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι «ευτυχώς που υπάρχει ο Dave Grohl», ο οποίος τουλάχιστον μα αναγκάζει να ασχοληθούμε περισσότερο με... την μουσική. Αν στις μέρες μας υπάρχουν ακόμα rock stars, ο Dave είναι ο πιο μεγάλος από όλους, για λόγους που ακόμα κι αυτοί που τον μισούν δεν θα μπορούσαν να αρνηθούν εύκολα. Αν και το γεγονός πως υπάρχουν άνθρωποι που τον μισούν χρήζει ψυχανάλυσης...

Εν πάση περιπτώσει, η δημοκρατική δικτατορία της οποίας ηγείται (οι Foo Fighters) έχει εδώ και χρόνια φτάσει στο ζενίθ της και παραμένει πεισματικά εκεί. Ξεπουλάει στάδια, στήνει τις πιο ωραίες γιορτές στις συναυλίες της, γράφει το ένα ωραίο τραγούδι μετά τα άλλο και στην πραγματικότητα το μόνο που προσπαθεί να επιτύχει ο ηγέτης της είναι να βρίσκει τρόπους να ιντριγκάρει τον εαυτό του. Για αυτό και σκόπευε - μετά το σπουδαίο project των οκτώ πόλεων του "Sonic Highway" - να ηχογραφήσει το ένατο στούντιο άλμπουμ της μπάντας ζωντανά, μπροστά σε ένα μεγάλο κοινό. Αλλά, πρόλαβε κι έκανε κάτι παρεμφερές η PJ Harvey, οπότε η ιδέα απορρίφθηκε ως μη αρκετά πρωτότυπη...

Ενόσω, λοιπόν, είχε ανακοινώσει ότι οι Foo Fighters θα έμπαιναν στον πάγο για τουλάχιστον ένα χρόνο, πήγε και νοίκιασε ένα απλό διαμέρισμα (μέσω AirBnB) και έκατσε εκεί μόνος του να γράψει τις πρώτες ιδέες για νέα μουσική. Αφού πήρε το πράσινο φως από τα υπόλοιπα μέλη πως κινείται στη σωστή κατεύθυνση (είπαμε είναι δημοκρατική η δικτατορία του) προσέλαβε έναν παραγωγό που έχει δουλέψει μόνο με pop καλλιτέχνες, τον Greg Kurstin. Στο βιογραφικό του υπάρχουν ονόματα σαν αυτά της Adele, της Lily Allen, της Pink και του Beck, αλλά ο Dave κόλλησε μαζί του λόγω κάποιων The Bird And The Bee... Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου και οι επιλογές του Dave.

Τελικά, οι ηχογραφήσεις του άλμπουμ κατέληξαν να συνοδεύονται από διάφορα μικρά πάρτι  (μπάρμπεκιου) που έστηνε ο Grohl κατά τη διάρκειά τους, και κάπου μέσα από τον κόσμο που πηγαινοερχόταν στο άλμπουμ κατέληξαν ως καλεσμένοι οι Justin Timberlake, Shawn Stockman (Boyz II Men), Alison Mosshart (The Kills) κι ο Paul McCartney. Τελικά, κανείς (εκτός ίσως του Stockman στο ομότιτλο τραγούδι) δεν έχει κάποιο ρόλο που να καθορίζει ή να επηρεάζει σημαντικά το αποτέλεσμα, αλλά αφενός και μόνο η αναφορά του ονόματος του McCartney είναι τιμή και αφετέρου είμαι σίγουρος ότι ο Dave διασκέδαζε και μόνο με την σκέψη των αντιδράσεων στα υπόλοιπα ονόματα.

Το αποτέλεσμα όλων αυτών; Το “Concrete And Gold” είναι το πιο «περίεργο», με την μεγαλύτερη ποικιλία και ταυτόχρονα με τις περισσότερες pop πινελιές άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ οι Foo Fighters. Παράλληλα, είναι το άλμπουμ με την πιο προσεγμένη και φορτωμένη δουλειά σε επίπεδο φωνητικών αρμονιών, κάτι που μόνο καλό μπορεί να είναι, ενώ γενικότερα η παραγωγή είναι αρκετά «grande», συνδυάζοντας φαινομενικά ετερόκλητα στοιχεία. Κύριε Grohl, έχετε το ενδιαφέρον μας για μια ακόμα φορά...

Αν το εισαγωγικό δίλεπτο του "T-Shirt" φωνάζει την αγάπη των Foo για τους Queen από χιλιόμετρα, το "Make It Right" φωνάζει με τη σειρά του ότι οι Foo Fighters κατέχουν καλύτερα πλέον την τέχνη του να γράφουν πιασάρικες,groovy τραγουδάρες από κάτι άλλες «βασίλισσες» (αυτές του κολλητού του, του Josh). Ενδιάμεσα, το γνωστό εδώ και καιρό "Run" (με το, ως συνήθως, εκπληκτικό βίντεο) θα πρέπει να θεωρείται ήδη κλασσικό τραγούδι για τη μπάντα, όντας ένα από τα αρτιότερα δείγματα σύγχρονου rock.

Το ίδιο κλασσικό (κα με επίσης εξαιρετικό βίντεο) θα πρέπει να θεωρείται το pop (με την καλύτερη δυνατή έννοια του όρου) "Sky Is A Neighborhood", υπενθυμίζοντας την ομορφιά που μπορεί να βγει από την απλότητα, ενώ το γκαζομένο "La Dee Da" ακούγεται πιο ωραίο στην στουντιακή του εκδοχή αλλά παραμένει περίεργο και με τελείως λάθος τίτλο. Αντιθέτως, το "Dirty Water" είναι όσο καλό το περιμέναμε από τις ζωντανές εκτελέσεις του, έχοντας ως αιχμή τις φωνητικές μελωδίες/αρμονίες του και το σταδιακό χτίσιμο από την ηρεμία στην ένταση.
Το "Arrows" έχει κάτι το όμορφο μέσα από την απλότητά του και αποτελεί μια μεστή σύνθεση που ακούγεται παραπάνω από ευχάριστα, ενώ το "Happy Ever After (Zero Hour)" προσεγγίζει την ακουστική πλευρά της μπάντας, αυτή που αναδείχθηκε στο δεύτερο CD του "In Your Honor" κι ακόμα περισσότερο στο ακουστικό, ζωντανό άλμπουμ "Skin And Bones". Με σαφή αμερικάνικο προσανατολισμό λειτουργεί μεν ως ανάσα στο άλμπουμ, αλλά εν τέλει είναι μάλλον η (μόνη) μέτρια στιγμή του άλμπουμ.

Από την άλλη, το "Sunday Rain" με τον Taylor Hawkins στα φωνητικά είναι η classic rock σύνθεση του άλμπουμ, με feeling που έχει κάτι από Lynyrd Skynyrd, αρκετά διαφορετικό από ό,τι μας έχει συνηθίσει η μπάντα, αλλά απολαυστικό και σίγουρα εκ των καλύτερων στιγμών του δίσκου. Κι αν το απλά συμπαθές "The Line" είναι η πιο τυπική Foo σύνθεση που θα εντοπίσει κανείς, το αργόσυρτο, fuzzαριστό και συναισθηματικά φορτισμένο τελείωμα του άλμπουμ με το ομότιτλο τραγούδι αποτελεί μια ακόμα διαφοροποιημένη και εξαιρετική στιγμή, κλείνοντας το άλμπουμ ιδανικά.

Εν τέλει, σχεδόν πενήντα λεπτά μετά, το "Concrete And Gold" έχει κυλήσει όχι μόνο αβίαστα αλλά απολαυστικά. Καταφέρνει κατά την διάρκειά του να πάει τον ακροατή από το κλασσικό rock στο μοντέρνο και πάλι πίσω χωρίς να το καταλάβει, ενσωματώνει άψογα τις pop μελωδίες μέσα σε hard rock πλαίσιο και εν τέλει αποτελεί ένα από αυτά τα άλμπουμ που έχουν την στόφα, την δυναμική και την ποιότητα να φέρνουν νέο κόσμο στη rock μουσική.

Ακόμα κι αν δεν καταφέρει κάτι τέτοιο πάντως, μιλάμε για ένα άλμπουμ που περιλαμβάνει από όμορφα ως υπέροχα τραγούδια στην ολότητά του και θα διατηρήσει με ευκολία τους Foo Fighters στην κορυφή που βρίσκονται εδώ και χρόνια.

  • SHARE
  • TWEET