Μηδενίζοντας την απόσταση ανάμεσα στο prog, τη funk και τη jazz

ProgSession #56: Mogul Thrash

Από τον Σπύρο Κούκα, 30/08/2019 @ 11:48

Υπάρχουν φορές που το δεδομένα ποιοτικό μένει στις σκιές της λήθης, καταφέρνοντας να βρει μονάχα μια μικρή μερίδα της απήχησης που πραγματικά θα δικαιούταν. Στη μουσική βιομηχανία τέτοιες περιπτώσεις είναι κάτι το σύνηθες, καθώς μονάχα το ταλέντο και η σκληρή δουλειά μοιάζουν να μην αρκούν πάντα. Ωστόσο, με το χρόνο να αποδεικνύεται ο αντικειμενικότερος κριτής, τα μουσικά έργα των αφανών ηρώων υπάρχουν, περιμένοντας να αποκαλύψουν τη μαγεία τους σε αυτούς που θα τα ανακαλύψουν.

Στα πλαίσια αυτής της «διαστροφής», θα παρουσιάζουμε ανά τακτά χρονικά διαστήματα, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, ένα δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.

Days of progressive past Vol. 56:

Από τους Colosseum στους Mogul Thrash

Mogul Thrash

Ανάμεσα στα τόσα και τόσα σχήματα που ξεπετάχτηκαν τη χρυσή δεκαετία του ’70, εκείνα που τελικά έμειναν γνωστά σε μια ευρύτερη κλίμακα δεν είναι παρά ελάχιστα μπροστά στην πληθώρα συνεργασιών που εν τέλει συνέβησαν στην πραγματικότητα. Έτσι, για κάθε Yes, King Crimson, ακόμη και Colosseum, τα έργα των οποίων έμειναν στην ιστορία κι αναπολούνται από πολλούς ακόμη και στις μέρες μας, υπήρξαν κι εκείνα τα βραχύβια project, εκείνες οι μπάντες που ακόμη και οι ίδιοι οι συμμετέχοντες μουσικοί δύσκολα ενθυμούνται τα έργα και τις ημέρες τους σε αυτές, ασχέτως του αποτελέσματος που είχε προκύψει. Άμεση αναλογία με τα παραπάνω παρουσιάζει και η περίπτωση των Mogul Thrash, ενός από τα πρώτα - τρόπον τινά - supergroups του χώρου, η περίπου δεκαοκτάμηνη πορεία του οποίου μας προσέφερε ένα παραγνωρισμένο μα απαστράπτον άλμπουμ που ακροβατούσε στα όρια του jazz rock/fusion και του progressive rock.

Έπειτα από την κυκλοφορία των δύο πρώτων δίσκων των Colosseum, ο αποχωρήσαντας τραγουδιστής και κιθαρίστας τους James Litherland αποφάσισε να συνεχίσει με ένα νέο σχήμα τις καλλιτεχνικές του αναζητήσεις, οι οποίες κυμαίνονταν κάπου ανάμεσα στην ευέλικτη jazz/blues πρόταση του John Mayall και στο ραγδαία ανερχόμενο progressive rock. Τα δείγματα του, άλλωστε, με τους Colosseum έδειχναν έναν ικανότατο μουσικό με ήδη εξαιρετικά δείγματα γραφής στο ενεργητικό του, συνεπώς τίποτα δεν προμήνυε πως θα μπορούσε να μείνει δημιουργικά ανέκφραστος, πόσο μάλλον στην αυγή της πιο ανήσυχης και αρτιστικής δεκαετίας για τον ευρύτερο μουσικό χώρο. Εκκινώντας, λοιπόν, τους James Litherland’s Brotherhood στη Βρετανία των τελευταίων μηνών του 1969, γρήγορα εκείνοι θα άλλαζαν ονομασία, και με την προσθήκη του μπασίστα/τραγουδιστή John Wetton (που αργότερα θα γινόταν ευρέως γνωστός από τις δουλειές του με τους King Crimson, Uriah Heep, Roxy Music και Asia, μεταξύ πολλών άλλων) θα κατέληγαν στο αρκετά πιο εύγλωττο Mogul Thrash (ονομασία που πάρθηκε από ένα σκετς της - δημοφιλούς εκείνη την εποχή - τηλεοπτικής εκπομπής The Michael Miles Show)

Mogul Thrash - Mogul Thrash (RCA, 1971)

Mogul Thrash - Mogul Thrash

Με ιδέες να υπάρχουν ήδη επαρκείς για να τους βάλουν στο δισκογραφικό χάρτη, δεν θα αργήσουν να ντεμπουτάρουν με το single "Sleeping In The Kitchen" εντός του 1970, το οποίο θα λειτουργούσε ως προάγγελος του ομώνυμου ντεμπούτου τους που θα ακολουθούσε την επόμενη χρονιά. Βέβαια, τα πράγματα εντός του εσωτερικού της μπάντας, ακόμη κι εκείνες τις πρώιμες μέρες της, δεν ήταν ρόδινα, αφού οι έντονες δημιουργικές προσωπικότητες των συμμετεχόντων μουσικών προσπαθούσαν να την οδηγήσουν σε χωράφια διαφορετικά (βλέπε progressive rock και funk) από το jazz rock/blues αμάλγαμα που ο – mainman και βασικότερος συνθέτης - James Litherland την ωθούσε ποικιλοτρόπως. Αυτό, βέβαια, μονάχα κακό δεν υπήρξε για το τελικό αποτέλεσμα που παρουσιάστηκε στον έναν και μοναδικό τους δίσκο, αλλά δεδομένα έπαιξε το ρόλο του για την τόσο άμεση και δίχως επιστροφή διάλυση τους, ελάχιστα κατόπιν του ολοκληρωμένου τους ντεμπούτου.

Το υλικό, πάντως, που προέκυψε από τα sessions του δίσκου φαντάζει απολαυστικό για κάθε prog ρέκτη, αφού παρουσιάζει τις κλασικές Colosseum μανιέρες που έφερε ο Litherland - μαζί με το πλούσιο κιθαριστικό του ταλέντο - από την προηγούμενη του μπάντα (το "Elegy" της οποίας διασκευάζεται με μεγάλη επιτυχία εδώ) ενισχυμένες από το αχαλίνωτο και γεμάτο προσωπικότητα παίξιμο του Wetton και τις φανταστικές εξάρσεις των «πνευστών» Malcolm Duncan, Michael Rosen και Roger Ball. Σε ένα αποτέλεσμα που θυμίζει αρκετά τους Chicago, τους Αμερικανο-Καναδούς Blood Sweat And Tears ή ακόμη και τους Nucleus, τελικά δεν ξέρεις τι να πρωτοξεχωρίσεις, αφού η ανά στιγμές άκρατα αυτοσχεδιαστική του φύση (με τη φήμη πως το άλμπουμ ηχογραφήθηκε ζωντανά στο studio, με συγκεκριμένο editing κατόπιν από τον μηχανικό ήχου Eddie Offord, να πλανάται) λειτούργησε υπέρ της συνοχής του υλικού, ασχέτως της επί μέρους κυριαρχίας του εκάστοτε οργάνου ανά στιγμές.

Τι ακολούθησε;

John Wetton

Δυστυχώς, οι προαναφερθείσες δημιουργικές διαφορές ανάμεσα στα μέλη, σε συνδυασμό με σοβαρά προβλήματα νομικής φύσεως με την εταιρεία και τον manager της μπάντας, δεν επέτρεψαν να υπάρξει συνέχεια στην πορεία της, με τον κάθε μουσικό να παίρνει τον δικό του δρόμο. Κι αν ο Litherland σταδιακά χάθηκε από προσώπου γης (μουσικά μιλώντας πάντα), με σημαντικότερη στιγμή της μετέπειτα καριέρας του τη συμμετοχή του στους Bandits, παρέα με τον Cliff Williams (των AC/DC) και τον Jim Diamond, δεν ίσχυε το ίδιο και για τους σαξοφωνίστες Roger Ball και Molly Duncan, αφού με την Average White Band απήλαυσαν σημαντική επιτυχία εντός των ‘70s, στα χωράφια της funk και των rhythm & blues. Όσο, δε, για τον John Wetton, ο οποίος μάλιστα ξεκίνησε τη δισκογραφική του πορεία από το εδώ παρουσιαζόμενο σχήμα και δίσκο, η συνέχεια θα τον ήθελε να αναδεικνύεται σε μια κυρίαρχη μορφή του προοδευτικού rock, τόσο λόγω των όσων ρηξικέλευθων θα παρουσίαζε με άλλους εξέχοντες μουσικούς του prog σιναφιού, όσο και λόγω της σημαντικής εμπορικής επιτυχίας που θα εισέπραττε, με οχήματα τους King Crimson, τους U.K. και τους Asia.

YouTube

  • SHARE
  • TWEET