Release Athens (Parkway Drive, Soulfly, Triptykon performing Celtic Frost, Skybinder) @ Πλατεία Νερού, 27/06/23

Φωτιά και λαύρα!

Έπειτα από την Κυριακή και την headline ημέρα των Madrugada, το Release Athens παρέδωσε τη σκυτάλη στο metal για ένα καταιγιστικό τριήμερο. Τη Δευτέρα, Disturbed, Bullet For My Valentine και Nova Twins με τις εμφανίσεις τους κέρδισαν τα επιμέρους στοιχήματα. Χθες, Τρίτη 27 Ιουνίου, τη σκυτάλη πήραν τρία σπουδαία acts. Πρώτα και κύρια, γίναμε μάρτυρες ενός ιστορικού σετ από τους Triptykon του θρυλικού Tom G. Warrior. Έπειτα, οι Soulfly του Max Cavalera ξεσήκωσαν την Πλατεία Νερού, και τέλος, οι μεγάλοι Parkway Drive απέδειξαν με χαρακτηριστική άνεση γιατί θεωρούνται ένα από τα επιβλητικότερα και σημαντικότερα ονόματα του σύγχρονου σκληρού ήχου, σε μια εντυπωσιακή εμφάνιση. Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά.

Την έναρξη της συναυλιακής βραδιάς ανέλαβαν οι Skybinder. Το εγχώριο σχήμα, αψηφώντας ήλιο και ζέστη, ανέβηκε στις 18:20 στη σκηνή της Πλατείας Νερού και για περίπου 35 λεπτά ξεδίπλωσε το ογκώδες metalcore υλικό του. Φωνητικά ταιριαστά με την πιο μοντέρνα συνθετική προσέγγιση της μπάντας, κοψίματα, breakdowns, ρεφραίν σε παρεμβολές. Είναι βέβαια αλήθεια πως ο ήχος δεν ήταν σύμμαχος της μπάντας, ενώ και κάποια προηχογραφημένα μέρη εμπόδισαν την προσήλωση στην εμπειρία. Με ταγμένο όμως κοινό, καθώς και με διάθεση και από τις δυο πλευρές για να ζεσταθούμε ακόμη περισσότερο για όσα θα ακολουθούσα, οι Skybinder, με προσήλωση στο κοινό όραμα που τους χαρακτηρίζει, έδειξαν τις άγριες διαθέσεις τους κερδίζοντας το χειροκρότημα.

Για σημαντική μερίδα του εγχώριου κοινού, η συναυλιακή επιστροφή των Triptykon 13 χρόνια μετά την εμφάνιση στο Κύτταρο επέφερε ανατριχίλες. Ο Tom G. Warrior, έχει διαμορφώσει και επαναπροσδιορίσει (πολλάκις) το extreme metal. Για γενεές οπαδών λοιπόν, αυτό το σετ προοριζόταν ως κάτι περισσότερο από εμπειρία ζωής, ως μια στιγμή αλησμόνητη για την υπόλοιπη ζωή τους. Και πώς να μην ήταν, όταν έπαιξαν αποκλειστικά πρώιμους Celtic Frost. Αποδίδοντας σε 80 λεπτά σχεδόν εξ’ ολοκλήρου τα “Morbid Tales”, “Emperor’s Return” και “To Mega Therion”, οι Triptykon, σε μια συγκλονιστική εμφάνιση με αδιαπραγμάτευτα εντυπωσιακό ήχο και όγκο, παρά τις ιδιαίτερα αταίριαστες συνθήκες για το ύφος της τέχνης τους, δεν άφησαν περιθώρια προς αμφιβήτηση.

Το ανατριχιαστικό “Satan I” εξώφυλλο του H.R. Giger κόσμησε τη σκηνή και το υπνωτικό “Danse Macabre” ήχησε, με την τετράδα να λαμβάνει θέση μάχης. Το μπάσιμο του “Into The Crypts Of Rays” έπιασε ελαφρώς απροετοίμαστο το ετερόκλητο κοινό που ήταν μπροστά στη σκηνή στις 7μιση το απόγευμα, αλλά η μεγαλοπρεπής ορμή και η ηχητική ισοπέδωση αυτών των riffs, αυτών των τυμπάνων και γενικότερα του αβυσσαλαίου όγκου, έκανε αρκετά κεφάλια να κουνηθούν, σώματα να χτυπηθούν, γροθιές να υψωθούν, και βλέμματα να βουρκώσουν γεμάτα χαρά.

Η συγκλονιστική τριάδα των “Dethroned Emperor” – “Morbid Tales” – “Procreation Of The Wicked” καταγράφεται ως μια συναισθηματική και συναυλιακή κορυφή δίχως προηγούμενο. Ο Fischer, ευδιάθετος και αυθεντικός, ευχαριστούσε με κάθε αφορμή τον κόσμο, δίνοντας επιπρόσθετες διαστάσεις στην υπερβατική του παρουσία ως frontman. Μπορεί οι Celtic Frost να μην υπάρχουν πλέον, και ας φώναζε ρυθμικά το κοινό το όνομα διαρκώς, αλλά ο μύθος τους δεν πρόκειται να σβήσει ποτέ.

Ο μέγας Προφήτης του ακραίου ήχου, δεν θα μπορούσε πριν 40 χρόνια να φανταστεί πως θα έπαιζε αυτές τις συνθέσεις εδώ, σήμερα. Και όμως. Αν όμως βίωνες την ηχητική πυρπόληση των “Circle Of The Tyrants”, “Visual Aggression” και “The Usurper”, θα ήξερες πως αυτό ήταν νομοτελειακό να συμβεί. Αυτά τα τραγούδια είναι αθάνατα, είναι ακόμη σπόρος ζωής για εκατοντάδες μεταγενέστερες μπάντες. Στέκουν εκεί, αγναντεύοντας από το τιτάνιο “Jewel Throne”, του οποίου η ζωντανή απόδοση μας γονάτισε.

Η Vanja Slajh συνεισέφερε τα μέγιστα με το σκότος του μπάσου και τη σκηνική της παρουσία, ο V. Santura δεν έχασε νότα, και ο Hannes Grossmann ήταν μυδραλιοβόλο. Στο φινάλε με το απόκοσμο “Necromantical Screams”, η κραυγή του Warrior έσκισε τον αέρα, εν μέσω αποθέωσης. Οι Triptykon μας υποκλίθηκαν και αποχώρησαν από τη σκηνή. Ο ήλιος είχε πλέον κρυφτεί. Μέσα μου, ο χρόνος είχε σταματήσει. Δεν πίστευα ποτέ στη ζωή μου πως θα έγραφα αυτή την ανταπόκριση. Είμαι όμως ευγνώμων που μπόρεσα, έστω και έτσι, να χειροκροτήσω φορτισμένος δια ζώσης τον Thomas Gabriel Fischer, τους Celtic Frost, τους Triptykon, για όσα έχει προσφέρει στην ψυχή και το νου.
Grotesque Glory. [A.Z.]

SETLIST

(όλα τα τραγούδια είναι διασκευές σε Celtic Frost)

Danse Macabre (intro)
Into The Crypts of Rays
Visions Of Mortality
Dethroned Emperor
Morbid Tales
Procreation (Of The Wicked)
Return To The Eve
Nocturnal Fear
Circle of the Tyrants
Visual Aggression
Suicidal Winds
The Usurper
Jewel Throne
Dawn of Megiddo
(Beyond the) North Winds
Necromantical Screams
Tears in a Prophet's Dream (Outro)

Καθώς το μαύρο σκοτάδι - ειδικά μετά από μια τέτοια εμφάνιση - είχε πλέον απλωθεί πάνω από την Πλατεία Νερού, στις 21:15, οι Soulfly βρέθηκαν στη σκηνή του Release Athens Festival. Ό,τι και να πιστεύει κανείς για τον Max Cavalera, δύο πράγματα είναι αδιαμφισβήτητα. Το πρώτο είναι πως πρόκειται για έναν πολύ σκληρό καριόλη και, ίσως τον μοναδικό, που κατάφερε, αφού αποχώρησε από ένα συγκρότημα που μόλις είχε βγάλει ένα δίσκο που στην πορεία θα πουλούσε 2.000.000 αντίτυπα, να φτιάξει ένα άλλο που θα όριζε, σε τεράστιο βαθμό, τον σκληρό ήχο στα early '00s. Το δεύτερο είναι πως πρόκειται για έναν απολύτως cool τύπο, που έχει συνεργαστεί με τους πάντες, και πάνω στη σκηνή δίνει πάντα ό,τι καλύτερο μπορεί.

Σε αυτό το πλαίσιο, και παρόλο που δισκογραφικά οι Soulfly έχουν πολλά χρόνια να μας εκπλήξουν ευχάριστα, η εμφάνισή τους το βράδυ της Τρίτης ήταν πραγματικά απολαυστική. Κι αυτό γιατί ο Max μας πήρε από τα μούτρα ξεκινώντας με το “Back to the Primitive” και μας έκανε να αισθανθούμε ξανά 14 χρονών. Με πολύ καλό ήχο και το συγκρότημα σε σπουδαία φόρμα και με κέφια, η συνέχεια, όπως ήταν λογικό, ήταν εκρηκτική με το set να εστιάζει, κυρίως, στο ντεμπούτο τους που φέτος έκλεισε τα 25 χρόνια (feeling old yet?), αλλά και με εμβόλιμα κομμάτια από το σύνολο της πλούσιας δισκογραφίας τους. Εξάλλου, από την αρχή ο Max είχε κάνει σαφές πως «σήμερα θα σας παίξουμε παλιά, καινούργια, τα πάντα». Και αυτό συνέβη. 

Για μένα όμως, το πιο ενδιαφέρον παραμένει το πως ο Cavalera συνεχίζει μέχρι σήμερα να αρνείται να ακολουθήσει πρότυπα, καλούπια και λοιπούς “μεταλλικούς” κανόνες. Έτσι, στο φινάλε του “Tribe” έκανε χιλιάδες κόσμου να τραγουδούν μαζί του το "Get Up, Stand Up" του Bob Marley, προτού το “Wasting Away” των Nailbomb, από το μακρινό 1994, κάνει τους πάντες να χοροπηδήσουν στο ρυθμό του. Βέβαια, ο πραγματικός χαμός, δικαίως, έγινε στον ύμνο που ονομάζεται “Refuse/Resist”, με ένα τεράστιο mosh pit να σχηματίζεται στο κέντρο της Πλατείας Νερού. Για τη συνέχεια, “Jumpdafuckup”, με τον Max – σε Slipknot mood – να καλεί τον κόσμο να καθίσει κάτω, ενώ το “Eye for an Eye” έκλεισε μια θριαμβευτική εμφάνιση με το κοινό, μετά από παρότρυνση του ίδιου του Cavalera, να τραγουδάει σε οπαδικό ρυθμό: «Olé, Olé, Olé, Olé, Soulfly, Soulfly»!

Κάπου εδώ, θα ήθελα να κάνω και μια αναφορά στο γεγονός πως στα ντραμς, τα τελευταία δέκα χρόνια, κάθεται ο Zyon Cavalera, καθιστώντας τους Soulfly μια ακόμη οικογενειακή υπόθεση για τον Max, ο οποίος, και live, απέδειξε πως είναι φοβερός παίχτης. Δεν θα μπορούσα όμως να πω το ίδιο για τον Mike DeLeon, ο οποίος, παρόλο που δεν έκανε κάτι λάθος, δεν φαίνεται να μπορεί να καλύψει το τεράστιο κενό που έχει αφήσει πίσω του ο σπουδαίος Marc Rizzo. Όπως και να έχει, το κοινό σίγουρα πέρασε καλά στην εμφάνιση των Soulfly, οι οποίοι «έσπειραν», με τον Max να παραμένει ένας σπουδαίος performer που, κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή, έχει πάρα πολλά να δώσει. [Α.Α.]

SETLIST

Back To The Primitive
No Hope = No Fear
Downstroy
Seek 'N' Strike
Frontlines
Superstition
Fire / Porrada
Filth Upon Filth
Prophecy
Bleed
Tribe
Wasting Away (διασκευή Nailbomb)
Boom
No
Refuse/ Resist (διασκευή Sepultura)
Jumpdafuckup
Eye For An Eye

Υπάρχουν συναυλιακές εμφανίσεις καλές και κακές, καλοπροβαρισμένες και χύμα, εντυπωσιακές και διεκπεραιωτικές. Αν μου έβαζε κάποιος ένα μαχαίρι στο λαιμό και μου ζητούσε να κυκλώσω κουτάκια για το παρθενικό φεστιβαλικό headline σετ των Parkway Drive επί ελληνικού εδάφους, θα επέλεγα το πρώτο από κάθε ζεύγος χωρίς σκέψη. Αν από την άλλη δεν ένιωθα τη ζωή μου να απειλείται, θα του απαντούσα με λοξή ματιά «ας ήσουν εκεί». Σίγουρα, παρά τις τεράστιες προσδοκίες, μπήκα με την πιο θετική προδιάθεση. Το θέμα δεν είναι ότι απλά η μπάντα ανταπεξήλθε ή ότι το πράγμα πήγε καλά. Το θέμα είναι ότι στο τέλος της βραδιάς βγήκα σωματικά διαλυμένος, αλλά ψυχικά γεμάτος.

Η παρέα από την Αυστραλία εδώ και δύο δεκαετίες έχει αποδείξει την αξία της ξανά και ξανά, τόσο δισκογραφικά όσο και στο σανίδι. Στρέφοντας τον φακό σε εγχώριο πλαίσιο, ξεχωρίζει εύκολα το γιατί. Σε κάθε επιστροφή, η παρουσία τους ήταν μεγαλύτερη από την προηγούμενη φορά. Η γραμμή που ενώνει το 2008 και το υπόγειο του Underworld με το 2017 και το επιβλητικό σόου στο Piraeus Academy είναι εκεί. Χρειάζεται μόνο στοιχειώδης προσοχή για να τη δεις. Η ανακοίνωσή τους ως πρώτο όνομα στη σκηνή της Πλατείας Νερού ήρθε ως επόμενο βήμα αυτής της ξέφρενης πορείας. Κι αν εκ των υστέρων θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει υπερβολικά φιλόδοξο σε ψυχρά νούμερα, έχουν συμβεί πολύ χειρότερα.

Την ενέργεια που βγάζει ζωντανά η πεντάδα πρέπει να τη δεις για να την πιστέψεις. Κλισέ; Σίγουρα. Πραγματικό; Απολύτως! Από τα εισαγωγικά μέτρα του "Glitch" ο αέρας άρχισε να ηλεκτρίζεται. Οι μικρές ανισορροπίες ανάμεσα στα δίκασα και τις κιθάρες έφτιαξαν σε λίγα δευτερόλεπτα. Το μικρόφωνο του Winston McCall εξαρχής στεκόταν μισό σκαλί πάνω από το σύνολο· τόσο-όσο, όπως έπρεπε. Στο πρώτο πέρασμα από το "Reverence" με το "Prey" ο δείκτης του όγκου γύρισε στο έντεκα και οι φωνές δυνάμωσαν. Με το άκουσμα της λέξης "Carrion" και τα πρώτα γρατζουνίσματα του Jeff Ling, η έκρηξη ήρθε προβλέψιμα. Το πιτ μεγάλωσε. Νερά, μπύρες και κάθε λογής υγρά εκτοξεύθηκαν στον αέρα. “A promise to return”, λέμε!

Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που δεκαπέντε χρόνια πίσω γέμιζαν χαμόγελα τη metalcore σκηνή και όργωναν τον κόσμο, κυνηγώντας το όνειρό τους στριμωγμένοι σε βανάκια και παίζοντας σε κλαμπ γεμάτα ιδρώτα. Δεν έχουν χάσει ούτε λίγο από το νεύρο, το κέφι ή το οπαδιλίκι τους. Αν με κάποιον τρόπο τα χτυπήματα του "Soul Bleach" κατάφερναν να ταξιδέψουν πίσω στο 2010 και να χωθούν στο Κύτταρο, θα προκαλούσαν άκοπα κύματα crowd surfing. Το ίδιο και η άτυπη γηπεδική αφιέρωση του "Dedicated". Για την κατάβαση του McCall στην αρένα στο "Idols And Anchors", δε, τα λόγια ωχριούν. Όσο δοκιμασμένη κι αν είναι (βλ. Download, Hellfest, Graspop και λοιπά φεστιβάλ του εξωτερικού), μιλάμε για μία στιγμή από εκείνες που μένουν.

Ο συντονισμός κόσμου και συγκροτήματος δεν έσπασε δευτερόλεπτο. Οι εναλλαγές ανάμεσα σε παλιότερο και πιο πρόσφατο υλικό ήταν έξυπνα στημένες. Η απόσταση από το αρκουδόξυλο και τις κραυγές στο "Sleepwalker" μέχρι τα έγχορδα και τις μελωδίες, που ανάθεμα αν μισό άτομο κατάφερε να τραγουδήσει σωστά αλλά ψιλά γράμματα, του ομώνυμου από το "Darker Still" είναι χαοτική. Το πάντρεμα μέσα από τα γυρίσματα του "Shadow Boxing" ταίριαξε γάντι. Η παύση μετά ασταμάτητο πάνω-κάτω στο "Bottom Feeder" άφησε ένα απαραίτητο παραθυράκι για ανάσες. Όσοι και όσες κάπως είχαν γλιτώσει το κάψιμο μέχρι εκείνη τη στιγμή, έχασαν πανηγυρικά στο "Crushed". Όση φωνή είχε περισσέψει, δικαίως έφυγε στο "Wild Eyes".

Αν μπορούσες να αιχμαλωτίσεις τη φωτιά με την ορμή που βγαίνει από ένα φλογοβόλο και να την μετατρέψεις σε ένα ενενηντάλεπτο modern heavy set, το αποτέλεσμα θα ήταν κάτι πολύ κοντά σε αυτό που μας παρουσίασαν οι Parkway Drive. [Α.Μ.]

Φωτογραφίες: Αφροδίτη Ζαγγανά

SETLIST

Glitch
Prey
Carrion
The Void
Soul Bleach
Vice Grip
Dedicated
Idols And Anchors
Wishing Wells
Sleepwalker
Shadow Boxing
Darker Still
The Greatest Fear
Bottom Feeder

Encore:

Crushed
Wild Eyes

  • SHARE
  • TWEET