Testament

Dark Roots Of Earth

Nuclear Blast (2012)
Από τον Βαγγέλη Ευαγγελάτο, 03/08/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Κάπως έτσι ξεκινάει συνήθως. Έχεις βγάλει ένα τρομερά επιτυχημένο άλμπουμ, για το οποίο ακόμη δέχεσαι επαίνους, επιστρέφοντας μετά βαΐων και κλάδων στην πρώτη γραμμή του σύγχρονου heavy metal. Τέσσερα χρόνια μετά, η ορθή επανάληψη των μοτίβων του "The Formation Of Damnation" φαντάζει ως η πιο ασφαλής οδός για την πολυαναμενόμενη διαδοχή του, αλλά αυτό είναι κάτι που διαψεύδεται με το καλημέρα του "Dark Roots Of Earth".

Όπως αποδείχθηκε, οι δύο προάγγελοι της άφιξης της νέας δουλειάς των Testament λειτούργησαν σαν μικρογραφία του συνόλου της, τεστάροντας τα όρια του ακραίου/πιασάρικου δίπολου του «νέου» ήχου τους. Από τη μία, το "True American Hate" δανείστηκε την επιθετικότητα της τελευταίας εκδοχής των Annihilator και την εμπλούτισε με blastbeat, «μαύρες» μελωδίες και τον Billy να γκαρίζει θυμίζοντας τον 90s εαυτό του. Από την άλλη, το "Native Blood" εκπροσώπησε τον αντίθετο πόλο, έχοντας μία alternative metal προσέγγιση συνδυασμένη με blastbeat (ναι, κι άλλα) και ένα -κολλητικό σαν ξεραμένο αίμα- ρεφρέν που αποθηκεύτηκε στο πίσω μέρος του εγκεφάλου με την πρώτη κιόλας ακρόαση, καθιστώντας το ως το πιο ελκυστικό single που έχουν βγάλει ποτέ.

Η συνέχεια θα φανερώσει παρόμοιες αντιθέσεις που ανακύπτουν με μαθηματική ακρίβεια σε όλο το μήκος του άλμπουμ. Η προσοχή μένει στραμμένη στα διαφορετικά πρόσωπα που εμφανίζει η μπάντα σε επίπεδο συνθέσεων, είτε επιχειρώντας να μοντερνίσει το ύφος της ("Rise Up"), είτε συστήνοντας στο παρελθόν της φωνητικές μελωδίες που θα μπορούσαν κάλλιστα να ανήκουν στους Alice In Chains, στην ομολογουμένως ενδιαφέρουσα συνένωση του ομότιτλου κομματιού.

Μιλώντας για παρελθόν, το "A Day In The Death" είναι αυτό που θα βουτήξει βαθύτερα σ’ αυτό, με κιθάρες βγαλμένες από τις πρώτες τους δουλειές, ενώ κάτι παρόμοιο θα επιχειρήσει και το "Man Kills Mankind", χωρίς ωστόσο να τα καταφέρνει εξίσου καλά. Ανάμεσά τους βρίσκεται η μπαλάντα του δίσκου, "Cold Embrace", κάτι που είχαν να δοκιμάσουν από το μακρινό ’94. Παρόλο που δεν πρόκειται επ’ ουδενί για το καλύτερο αργό κομμάτι που έχουν γράψει και έχοντας μια διάρκεια που ενδεχομένως να κουράσει (σχεδόν οχτώ λεπτά), δρα θετικά ενισχύοντας την απαιτούμενη ποικιλομορφία του δίσκου, συνεχίζοντας παράλληλα την παράδοση κομματιών σαν το "Trail Of Tears".

Για το τέλος, οι Testament διασαφηνίζουν μέσω των επτά λεπτών του "Throne Of Thorns" γιατί το "The Blackening" είναι ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια του σύγχρονου metal, ενώ ολοκληρώνουν τον δίσκο με το "Last Stand For Independence" μέσω ανεβασμένων ταχυτήτων, εξαιρετικών lead από τον Skolnick και ενός βασικού riff που θα ζήλευε κι ο Jeff Waters στα πιο σχιζοφρενικά του.

Στην περιορισμένη του έκδοση, ο δίσκος συμπεριλαμβάνει τρεις διασκευές στα υπερ-κλασικά "Dragon Attack" (Queen), "Animal Magnetism" (Scorpions) και "Powerslave" (Iron Maiden), από τα οποία ξεχωρίζει το πρώτο με ένα υπέροχο solo μπάσο του Christian, ενώ την κυκλοφορία συμπληρώνει μία εκτεταμένη -πλην περιττή- εκδοχή του "Throne Of Thorns", με ένα επιπλέον solo τριάντα δευτερολέπτων στο τελείωμά του.

Μετά από τον απαραίτητο αριθμό ακροάσεων, το πρώτο, ασφαλές και αυταπόδεικτο συμπέρασμα δεν είναι άλλο απ’ το ότι οι Testament έχουν πλέον επιστρέψει με όλα τους τα όπλα προτεταμένα. Το γεγονός ότι ο Peterson παραμένει η κινητήρια δύναμη είναι πέραν αμφισβήτησης, όμως είναι επίσης σίγουρο ότι ένας ρολίστας της αξίας του Skolnick έλειπε για πολύ καιρό από τις τάξεις του συγκροτήματος.

Φυσικά, οι εκτελεστικές ικανότητες δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο του Skolnick, αφού και ο Peterson έχει μεγαλύτερο ρόλο στο σολάρισμα, και ο Christian συνεχίζει να είναι ένας υποδειγματικός thrash μπασίστας, και ο Billy επαληθεύει την ...παραδοσιακή ινδιάνικη παροιμία, «κακό σκυλί ψόφο δεν έχει». Για τον Hoglan δεν νομίζω ότι χρειάζεται να ειπωθεί κάτι, εκτός ίσως του ότι διαφέρει πολύ από τον Hoglan που είχε ηχογραφήσει τα drums του "Demonic".

Η εντύπωση που μένει στο τέλος της μέρας, ωστόσο, είναι ότι η εμπειρία των Testament δεν αρκεί για να κάνει τη διαφορά στον δέκατο δίσκο τους, παρόλο που το συχνό κατέβασμα στις μεσαίες ταχύτητες αναδεικνύει την άνεσή τους στο χτίσιμο «μεγάλων» κομματιών και στην άριστη διαχείριση της μελωδίας. Σημαντικά αρνητικές παράμετροι όπως η έλλειψη ροής του δίσκου -από την οποία έσφυζε ο προκάτοχός του- αλλά και η αυξημένη τάση του να δανείζεται τελικά τού στοιχίζουν, καθώς φανερώνουν ανομοιομορφία και ανεπάρκεια χαρακτήρα, αντίστοιχα. Βέβαια, το "Dark Roots Of Earth" δεν παύει να υπερτερεί σε ποιότητα του μέσου όρου των σημερινών κυκλοφοριών του είδους, όντας έξυπνα ευθυγραμμισμένο με την εποχή του, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι καταφέρνει να διακριθεί στον αναμενόμενο βαθμό.
  • SHARE
  • TWEET