Ενάντια

Γιατί Πολύ Αφήσαμε Τα Ποντίκια Να Χορεύουν...

Labyrinth Of Thoughts (2023)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 14/02/2023
Ειλικρινής προσπάθεια εκσυγχρονισμού μιας ιστορικής πτυχής της εγχώριας hardcore σκηνής
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Το ντεμπούτο των Ενάντια ήταν ομολογουμένως ένας δίσκος που περιμέναμε καιρό. Το σχήμα που ίδρυσαν το 2005 τρία μέλη της κλασικής σύνθεσης των θρυλικών Αντίδραση, που ως γνωστόν παραμένουν πλήρως ενεργοί, παρά την ύπαρξή του τόσα χρόνια, δεν είχε κυκλοφορήσει κάτι επίσημο. Με σποραδικά singles να δίνουν το στίγμα, η μπάντα που έχει στις τάξεις της μέλη που συμμετείχαν στις ηχογραφήσεις των κλασικών "Κατάσταση Κινδύνου" (1990) και «Ενάντια» (1991), από το οποίο παίρνουν και το όνομά τους, είχε εκδηλώσει την επιθυμία ηχογράφησης ενός άλμπουμ. Συνεπώς, η άφιξη του "Γιατί Πολύ Αφήσαμε Τα Ποντίκια Να Χορεύουν…" μέσω της σημαντικής Labyrinth of Thoughts, είναι ένα εξέχον γεγονός για την εγχώρια σκηνή.

Φυσικά, σε τέτοιες περιπτώσεις, είναι λογικό να προκύπτουν δύο ερωτήματα, με ένα τρίτο στο υπόβαθρο. Πρώτο και κύριο, αν το εκάστοτε άλμπουμ αποτελεί προϊόν νοσταλγίας και θύμησης, χωρίς απαραίτητα όμως αυτό να συνεπάγεται κάποια επιτήδευση από τους δημιουργούς, οι οποίοι βλέπουν σε αυτό να αντικατοπτρίζονται έργα και ημέρες τους. Στην περίπτωση των Ενάντια, καθίσταται σαφές από τη συνολική αισθητική, πως το άλμπουμ είναι μια δημιουργία που αντανακλά μια γνήσια «εμμονή» στον ήχο που αποτελεί το ιδανικό εκφραστικό μέσο για τους συντελεστές του. Κοινώς, το «Γιατί πολύ αφήσαμε τα ποντίκια να χορεύουν…» είναι ένα άλμπουμ γνήσιου εγχώριου hardcore/punk, με όλα τα συναφή συστατικά του συγγενικού thrashcore.

Σε δεύτερο βαθμό, και πιθανώς πιο κρίσιμο, αναδύεται το κατά πόσο ένας τέτοιος ήχος, παρόλο που συνεχίζει και υφίσταται έως και σήμερα στην underground σκηνή, μπορεί να «εκσυγχρονιστεί». Δεν αναφέρομαι σε επιφανειακές καινοτομίες, όσο στη συνθετική αντίληψη και πως προσεγγίζεται η διάθεση διατήρησης της ταυτότητας, υπό ένα νέο πρίσμα. Σε αυτή την περίπτωση, οι 14 συνθέσεις του άλμπουμ, κυρίως μέσω της παραγωγής και της εμβληματικής χροιάς στα φωνητικά, δίνουν σε σημαντικό βαθμό μια σύγχρονη πνοή. Κομμάτια όπως το αυτοαναφορικό "1985" ή το ήδη γνωστό "Αόρατος Εχθρός" παραθέτουν το στίγμα επί του ώριμου παρόντος, και βρίσκουν τους Ενάντια να αναζητούν και επίσημα με το ολοκληρωμένο δισκογραφικό τους ντεμπούτο τη φωνή τους στο σήμερα. Στο ίδιο μήκος κύματος, το, με ρίζες στο μακρινό 1986 "Άγια Ανθρωπάκια" φανερώνει μια πιο punk προσέγγιση, αντανακλώντας το κλίμα της εποχής, και κάνοντας τη σύνδεση με το παρελθόν των μελών του σχήματος.

Οι Ενάντια επί 44 λεπτά εκθέτουν τους κοινωνικούς τους προβληματισμούς με τον γνώριμο ήχο των thrashcore riffs, επιθετικών φωνητικών και γρήγορων τυμπάνων. Αξιοποιούν την τεχνοτροπία διάσπαρτων intro και κιθαριστικών ξεσπασμάτων για να εντείνουν το κλίμα οργής, αγανάκτησης και διαρκούς (αντ)επίθεσης. Υπάρχουν στιγμές που επικρατεί η αίσθηση επανάληψης κυρίως επειδή οι συνθέσεις, αν και θα έπρεπε η διαδοχή τους να εντείνει την επίθεση, δεν παραμένουν στο ίδιο επίπεδο. Στιγμές όπως το "Το Κέρασμα" ή το "Του Δειλού Η Μάνα" αν και κάνουν σαφείς τις προθέσεις τους και παρουσιάζουν συνθετικά ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις, εν τέλει δεν ηχούν αβίαστα και πηγαία κρίσιμες. Σε αντίθεση, το "Φύγε", φέρνοντας, παραδόξως, κατά νου, το "Violet" των Hole, μετουσιώνει έμπρακτα την ποικιλομορφία ξεχωρίζοντας. Οι πιο thrash και crossover metal-ίζουσες στιγμές δεν επικρατούν στο άλμπουμ, και έτσι, όταν το "Άψυχα Κορμιά" ενδίδει πλήρως σε αυτή τη λογική, αμέσως αναδεικνύεται ως ένα από τα κορυφαία του άλμπουμ.

Είναι λογικό, και σε μεγάλο βαθμό θεμιτό, δίσκοι όπως το ντεμπούτο των Ενάντια να μεταφέρουν το κλίμα μιας περασμένης εποχής αλλά και κυρίως ενός κώδικα επικοινωνίας που ανά στιγμές μπορεί να αδυνατεί να απευθυνθεί σε νεότερα ακροατήρια που επεξεργάζονται τη μουσική και τα νοήματά της με διαφορετικούς όρους. Η κορύφωση του "Αρένα" πιστοποιεί πως ο δίσκος, συνυπολογίζοντας την κυρίαρχη προσέγγιση σε φωνητικά και μπάσο, μετατρέπεται σε ένα καθαρό ‘90s punk/hardcore μανιφέστο. Το «μπούκωμα» του "Για Μια Στιγμή" και το σπάσιμο με το μπάσο ηχούν πιο αποτελεσματικά από το "Διπρόσωπε", παρά το ενδεχόμενο οι στίχοι να ξενίσουν σε σημεία. Εν γένει, οι Ενάντια δεν επιχειρούν να επαναφέρουν στεγνά την αίγλη των πρώιμων ‘90s, αλλά να επικοινωνήσουν πολιτικοποιημένα την οπτική τους για τη σημερινή κοινωνία και κυρίως τα καθημερινά βάρη και προβλήματα μέσω δουλεμένων κομματιών.

Με διάσπαρτα αποτελεσματικά leads, και την κιθαριστική προσέγγιση στο σύνολό της, να αποτελούν πιθανώς το πιο δυνατό χαρτί του δίσκου, το "Γιατί Πολύ Αφήσαμε Τα Ποντίκια Να Χορεύουν" είναι πράγματι το άλμπουμ των δημιουργών του. Διαθέτει ευδιάκριτα όλα τα στοιχεία που θέλει να αναζητήσει κάποιο ενδιαφερόμενο άτομο στον ήχο τους, παρά το γεγονός πως η μείξη στα τύμπανα δεν είναι η ιδανική, σε αντίθεση με τη γενικότερη παραγωγή, και εμπεριέχει μερικά κομμάτια που ειδικά σε ζωντανές συνθήκες φαντάζουν ικανά να απογειωθούν. Γέννημα θρέμμα της παράδοσης της εγχώριας σκηνής, δεν αυτοπαγιδεύεται, παρά τις όποιες ανισότητες σχηματίζονται εντός του, σε ένα στείρο εύρημα του παρελθόντος.

Όσον αφορά δε το ύπουλο τρίτο ερώτημα που ανέφερα στις αρχές της παρουσίασης, αυτό δεν είναι άλλο από την άτυπη «σύγκριση» με την ύστερη δισκογραφία των Αντίδραση. Δεδομένων των εμφανών ηχητικών διαφορών αλλά και συνθετικών προσεγγίσεων, και παρά το γεγονός ότι η εισαγωγή "Πορεία Ζωής" που συνοδεύει το εναρκτήριο κομμάτι - δήλωση "Αυτοί Και Οι Άλλοι" ξυπνάει αναμνήσεις του παρελθόντος, θεωρώ πως κάτι τέτοιο είναι περιττό, κενό νοήματος, και απέχει από την προσέγγιση του πρώτου LP των Ενάντια ως αυθύπαρκτη δημιουργία. Εν κατακλείδι, το "Γιατί Πολύ Αφήσαμε Τα Ποντίκια Να Χορεύουν" είναι ένας δυναμικός και στοχευμένος δίσκος που εξερευνά το ιδίωμα στο οποίο επέλεξε να κινείται, αποτελώντας μια ειλικρινή απόπειρα μεταφοράς μιας παραδοσιακής πτυχής της εγχώριας ηχητικής ιστορίας στο σήμερα, ξυπνώντας αναμνήσεις, επιχειρώντας παράλληλα να δημιουργήσει νέες.

  • SHARE
  • TWEET