
Willie Nelson
Country Music
Rounder / PGD (2010)
17/01/2011
Ο Willie Nelson είναι από τους ανθρώπους που μάλλον δε χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις. Ο 77χρονος παππούς της country από το Texas είναι μια μυθική φιγούρα της σύγχρονης (περίπου) μουσικής, ένας ζωντανός θρύλος της «παράνομης» (outlaw) και ουχί παραδοσιακής country (σε αυτό το σημείο μπορείτε να προσθέσετε ένα ακόμη κλισέ της αρεσκείας σας, γιατί εγώ αδυνατώ να σκεφτώ κάτι άλλο), ένας άνθρωπος που έχει συνεργαστεί με τους πάντες (από τον Dylan μέχρι τον Snoop Dogg), εκτός από τον Γιώργο Νταλάρα.
Ιδιαίτερη στιγμή στην καριέρα του, όμως, θεωρείται η ηχογράφηση ενός δίσκου, του "The IRS Tapes - Who 'll Buy My Memories?", που αποκλειστικό σκοπό είχε να πληρωθούν τα χρέη του προς την εφορία!
Στο "Country Music", τώρα, ο πατριάρχης της outlaw country -παράνομης, γιατί υιοθετούσε διαφορετικές δομές και ξέφευγε από τις πατροπαράδοτες νόρμες της Nashville- παρουσιάζει ένα album πιο παραδοσιακό και από αχυρώνα δυτικά του Kentucky, όπως φαίνεται και από το εξώφυλλο. Το όλο project θυμίζει λίγο τις παραγωγές που έκανε ο Rick Rubin στον τρισμέγιστο Johnny Cash. Ο παραγωγός T-Bone Burnett έστειλε στον Nelson μια λίστα με 28 τραγούδια και αυτός διάλεξε τα 14 και έγραψε ένα ακόμη, το "Man With The Blues". Αυτό είναι και το κομμάτι με το οποίο ξεκινάει ο δίσκος και θυμίζει άσκηση στις κλασικές country φόρμες, ενώ η ένρινη ερμηνεία του Nelson ταιριάζει γάντι με τη μελαγχολία του κομματιού.
Η gospel θεματολογία του "Satan Your Kingdom Must Come Down", που ακολουθεί, σε υποβάλλει, ενώ και ο ίδιος ο Nelson σε πείθει ότι θα παλέψει με όλη του τη δύναμη για να ρίξει το Σατανά από το θρόνο του. Στη συνέχεια, το ανατριχιαστικό gothic blues του "Nobody's Fault But Mine" αντιπαραβάλλεται με τον εύθυμο ρυθμό του "Pistol Packin' Mama". Οι ενορχηστρώσεις είναι στο σύνολό τους ιδιαίτερα απλές, με το βιολί να κυριαρχεί σε αρκετές περιπτώσεις, όπως στο "Drinking Champagne", κομμάτι που θα μπορούσε να συνοδεύει στη ραστώνη τους τους ταπορίπτες του Jack Daniel's, αν αποφάσιζαν να αλλάξουν ποτό.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο δίσκος ηχογραφήθηκε σε τέσσερις μόλις μέρες και, παρά τη σχετικά μεγάλη διάρκειά του, ακούγεται εύκολα μονομιάς, θυμίζοντας τζαμάρισμα μουσικών που βρέθηκαν μαζί σε πανηγύρι -με την καλή έννοια πάντα. Το ξεσηκωτικό "Freight Train Boogie", για παράδειγμα, σε ταξιδεύει σε εκείνη τη γιορτή της 4ης Ιουλίου που λείπει μόνο η μηλόπιτα για να την κάνει τέλεια.
Σίγουρα δε μπορείς να διδάξεις νέα κόλπα σ' ένα γέρικο σκυλί, αλλά ένας γερο-σκύλος μπορεί να ξαναδοκιμάσει κάποια παλιά κόλπα.
Εν ολίγοις, ένας δίσκος για κάποιον που θέλει να ακούσει / γνωρίσει την παραδοσιακή country -μακριά από τις alternative μετριότητες και τα καινά δαιμόνια της americana- από τον καλύτερο εκπρόσωπο του είδους.
Ιδιαίτερη στιγμή στην καριέρα του, όμως, θεωρείται η ηχογράφηση ενός δίσκου, του "The IRS Tapes - Who 'll Buy My Memories?", που αποκλειστικό σκοπό είχε να πληρωθούν τα χρέη του προς την εφορία!
Στο "Country Music", τώρα, ο πατριάρχης της outlaw country -παράνομης, γιατί υιοθετούσε διαφορετικές δομές και ξέφευγε από τις πατροπαράδοτες νόρμες της Nashville- παρουσιάζει ένα album πιο παραδοσιακό και από αχυρώνα δυτικά του Kentucky, όπως φαίνεται και από το εξώφυλλο. Το όλο project θυμίζει λίγο τις παραγωγές που έκανε ο Rick Rubin στον τρισμέγιστο Johnny Cash. Ο παραγωγός T-Bone Burnett έστειλε στον Nelson μια λίστα με 28 τραγούδια και αυτός διάλεξε τα 14 και έγραψε ένα ακόμη, το "Man With The Blues". Αυτό είναι και το κομμάτι με το οποίο ξεκινάει ο δίσκος και θυμίζει άσκηση στις κλασικές country φόρμες, ενώ η ένρινη ερμηνεία του Nelson ταιριάζει γάντι με τη μελαγχολία του κομματιού.
Η gospel θεματολογία του "Satan Your Kingdom Must Come Down", που ακολουθεί, σε υποβάλλει, ενώ και ο ίδιος ο Nelson σε πείθει ότι θα παλέψει με όλη του τη δύναμη για να ρίξει το Σατανά από το θρόνο του. Στη συνέχεια, το ανατριχιαστικό gothic blues του "Nobody's Fault But Mine" αντιπαραβάλλεται με τον εύθυμο ρυθμό του "Pistol Packin' Mama". Οι ενορχηστρώσεις είναι στο σύνολό τους ιδιαίτερα απλές, με το βιολί να κυριαρχεί σε αρκετές περιπτώσεις, όπως στο "Drinking Champagne", κομμάτι που θα μπορούσε να συνοδεύει στη ραστώνη τους τους ταπορίπτες του Jack Daniel's, αν αποφάσιζαν να αλλάξουν ποτό.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο δίσκος ηχογραφήθηκε σε τέσσερις μόλις μέρες και, παρά τη σχετικά μεγάλη διάρκειά του, ακούγεται εύκολα μονομιάς, θυμίζοντας τζαμάρισμα μουσικών που βρέθηκαν μαζί σε πανηγύρι -με την καλή έννοια πάντα. Το ξεσηκωτικό "Freight Train Boogie", για παράδειγμα, σε ταξιδεύει σε εκείνη τη γιορτή της 4ης Ιουλίου που λείπει μόνο η μηλόπιτα για να την κάνει τέλεια.
Σίγουρα δε μπορείς να διδάξεις νέα κόλπα σ' ένα γέρικο σκυλί, αλλά ένας γερο-σκύλος μπορεί να ξαναδοκιμάσει κάποια παλιά κόλπα.
Εν ολίγοις, ένας δίσκος για κάποιον που θέλει να ακούσει / γνωρίσει την παραδοσιακή country -μακριά από τις alternative μετριότητες και τα καινά δαιμόνια της americana- από τον καλύτερο εκπρόσωπο του είδους.