Steven Wilson

The Harmony Codex

Virgin Music (2023)
Από τον Παντελή Κουρέλη, 23/09/2023
Ένα εμπνευσμένο έργο με δυσδιάκριτες διαχωριστικές γραμμές, αλλά και με σημεία αναφοράς για τον ήχο του
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η επιστροφή των Porcupine Tree από το πουθενά, με νέο δίσκο και περιοδεία την περσινή χρονιά, ίσως έχει κάνει αρκετούς να πιστέψουν ότι και η νέα προσωπική δουλειά του ηγέτη τους θα είχε μια (παρόμοια) νοσταλγία για το παρελθόν του. Η σύντομη έκδοση της ιστορίας είναι ότι στον νέο, έβδομο κατά σειρά προσωπικό του, δίσκο, ο Wilson καταφέρνει για μια ακόμα φορά να γεννήσει ένα ασυμβίβαστο έργο τέχνης και να τσιγκλήσει όλους αυτούς που τον ακολουθούμε όλα αυτά τα χρόνια.

Στο "The Future Bites" είχε ένα ξεκάθαρο μουσικό όραμα, αλλά το αποτέλεσμα τελικά μάλλον δεν τον δικαίωσε και τόσο πολύ. Τότε φαινόταν κατά κάποιον τρόπο ταμένος στο να καταφέρει να βγάλει έναν ποπ δίσκο και να έρθει κοντά σε μεγάλους μουσικούς που θαυμάζει κι αυτό επισκίασε το μουσικό αποτέλεσμα. Στο “The Harmony Codex” ο Wilson φαίνεται να είναι απελευθερωμένος από την υποχρέωση να ανήκει κάπου και παράλληλα κινείται και σε χωράφια που έχει ξανακινηθεί και στο παρελθόν.

Με αυτό δεν εννοώ ότι το γύρισε στο progressive, στην ψυχεδέλεια ή στο metal, ούτε ότι ο δίσκος είναι safe. Εδώ πέρα ο Wilson έχει χωνέψει μέσα του το παρελθόν του, είτε αυτό είναι με τους Porcupine Tree, είτε με τους No Man, είτε με τους Blackfield, είτε με το προσωπικό του σχήμα. Ταυτόχρονα, ο βασικός άξονας κίνησή του δεν έχει αλλάξει ιδιαιτέρως και είναι και πάλι η ηλεκτρονική μουσική. Ο συνδυασμός διαφορετικών μουσικών ειδών εδώ πέρα είναι πολύ όμορφος και σχηματίζει ένα σύνολο συμπαγές και με συνάφεια.

Ο δίσκος ξεκινάει με το πιο περίεργο τραγούδι του. Το "Inclination" είναι ένα ρυθμικό, κινηματογραφικό κομμάτι που ενσωματώνει ηλεκτρονικά στοιχεία και πνευστά σε ένα μινιμαλιστικό αποτέλεσμα που κάνει τον ακροατή να αναρωτιέται για τη συνέχεια. Σε πλήρη αντίθεση, το άρτι δημοσιευθέν "What Life Brings" είναι το πιο συμβατικό τραγούδι του δίσκου. Ακούγεται βγαλμένο από τις προ της αλλαγής της χιλιετίας εποχές των Porcupine Tree, ακολουθεί (ευτυχώς) την ποιότητα εκείνης της περιόδου, αλλά ηχητικά είναι προσαρμοσμένο στο σήμερα. Η επιλογή ενός αντιπροσωπευτικού τραγουδιού που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως single, δεν είναι κάτι εύκολο για τον συγκεκριμένο δίσκο. Παρ’ όλα αυτά, ο Wilson ίσως τελικά μας τρόλαρε λίγο, δίνοντάς μας να δοκιμάσουμε ως πρώτη γεύση το σχετικά απλοϊκό "Economies Of Scale".

Από την άλλη, το επόμενο χρονικά κομμάτι που δόθηκε στη δημοσιότητα, το "Impossible Tightrope", δείχνει αμέσως κάτι μεγαλειώδες καθώς το ηλεκτρονικό prog/fusion του αναπτύσσεται. Σε κάποιους μπορεί να φέρει στο μυαλό "Hand. Cannot. Erase.", σε κάποιους παλιότερους μπορεί να φέρει ακόμα και "Up The Downstair", χωρίς όμως να είναι αυτοαναφορικό. Στο "Rock Bottom" είναι η χαρακτηριστική φωνάρα της Ninet Tayeb που σκεπάζει τη μελαγχολική μελωδία, το παίρνει από το χεράκι και το κάνει ένα από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου. Σίγουρα το εξαιρετικό παίξιμο του Nicko Tsonev, του κιθαρίστα που είχε περιοδεύσει για ένα φεγγάρι με την προσωπική μπάντα του Wilson, βοηθάει σε αυτό.

Οι εναρκτήριες νότες του ομότιτλου "The Harmony Codex" φαίνονται σαν να πυροδοτούν την έναρξη ενός διαστημικού ταξιδιού και πρόκειται για ένα από τα πιο πειραματικά και ενδιαφέροντα κομμάτια του δίσκου, χωρίς ντραμς και, πρακτικά, χωρίς φωνητικά. Τα ελάχιστα που υπάρχουν είναι απαγγελίες της συζύγου του Wilson, Rotem, από την αυτοβιογραφία του Wilson που κυκλοφόρησε πέρσι με τον τίτλο "Limited Edition Of One" (και στην οποία ένα κεφάλαιο λέγεται "The Harmony Codex"). Τα "Beautiful Scarecrow" και "Actual Brutal Facts" είναι σκοτεινά κομμάτια, με ambient ηχοτοπία. Ειδικά το δεύτερο, έχει έναν πολύ νευρικό και κολλητικό ρυθμό που έχει γίνει πιο έντονος από τα προγραμματισμένα beats που δε σταματάνε να σου τρυπάνε το κεφάλι.

Το "Time Is Running Out" είναι στα μέτρα του "Economies Of Scale" με τις πολυφωνίες και τους ρυθμούς, αν και τα πλήκτρα του το οδηγούν σε μια πιο ενδιαφέρουσα διαδρομή. Το κιθαριστικό σολάκι είναι από τα λίγα που υπάρχουν στον δίσκο και προσθέτει αλατοπίπερο. Το κλείσιμο του δίσκου γίνεται με το πανέμορφο "Staircase", που είναι κάπως σαν prog χωρίς κιθάρες – ή έστω, με περιορισμένη χρήση τους και αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της ικανότητας του Wilson να ελίσσεται και να αμφιταλαντεύεται μεταξύ των επιρροών του. Το απαλό τελείωμά του έχει και πάλι ορισμένα μέρη του από το βιβλίο, οδηγώντας σε ένα «σβήσιμο» που προσομοιάζει λίγο σε προσγείωση, σημαίνοντας το τέλος της ακρόασης ή και του ταξιδιού.

Με την εμπειρία που έχει ο Wilson τόσο από τις δικές του δουλειές, όσο και από την επαφή του με κλασικές δουλειές τεράστιων καλλιτεχνών του παρελθόντος που τον εμπιστεύονται να δουλέψει πάνω τους, το να έχει καλό ήχο ένας δικός του δίσκος είναι ίσως και μονόδρομος. Παρ' όλα αυτά, δε γίνεται να μην αναφέρουμε ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με μια καταπληκτική δουλειά στον ήχο ακόμα και από την promo έκδοση που ακούσαμε. Σε αυτόν τον τομέα είναι σίγουρο ότι δε θα υπάρξουν ποτέ απογοητευμένοι!

Ο νέος δίσκος του Wilson και πάλι θα διχάσει. Άλλωστε, ο ίδιος λέει ότι οι οπαδοί του περιμένουμε από αυτόν πάντα να κάνει το αναπάντεχο. Τούτη τη φορά δεν έπεσε με τα μούτρα σε έναν αυτοσκοπό. Περπάτησε σε τεντωμένο σκοινί και έχοντας ισορροπία και έμπνευση,πέτυχε να φτιάξει ένα έργο με δυσδιάκριτες διαχωριστικές γραμμές, αλλά και με σημεία αναφοράς για τον ήχο του. Αν κάποιος πάει να το συγκρίνει με παρελθοντικές δουλειές του, θα μπορέσει να βρει στοιχεία από πολλές από αυτές. Φυσικά, μπορεί να αποξενώσει ακόμη περισσότερο παλιούς οπαδούς, αλλά αυτό συμβαίνει σχεδόν νομοτελειακά, ειδικά σε περιπτώσεις όπως ο Wilson.

Το "The Harmony Codex" είναι ένα ακόμα θαρραλέο και σεβαστό βήμα στην καριέρα ενός σπουδαίου καλλιτέχνη, που στα δικά μου μάτια παραμένει υποτιμημένος για όλα αυτά που έχει κάνει. Είναι ένας δίσκος που πιστεύω ότι θα καταλήξει να σε φωνάζει ο ίδιος από το ράφι. Θα αποδειχτεί ο πιο αμφιλεγόμενος δίσκος που έχει ηχογραφήσει ποτέ ο Steven Wilson; Ίσως, αλλά μόνο μέχρι τον επόμενο.

  • SHARE
  • TWEET