Spidergawd

VI

Crispin Glover Records (2021)
Από τον Παντελή Κουρέλη, 31/01/2022
Σύγχρονος hard rock δυναμίτης με δαιμονισμένα τύμπανα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Είναι άμεσα ορατό ότι το έργο των Νορβηγών Spidergawd έχει μια αξιοσημείωτη συνέχεια τόσο στη συχνότητα παραγωγής του, η οποία είναι του επιπέδου των 1-2 ετών, όσο και στο εικαστικό επίπεδο, με τα εξώφυλλά τους να είναι χαρακτηριστικά και παρόμοια. Η έλλειψη πρωτοτυπίας στην ονοματοδοσία των δίσκων τους είναι από ασήμαντη έως αδιάφορη. Ωραίο το περιτύλιγμα, αλλά στα της μουσικής, πώς τα πάμε από συνέπεια, δεδομένου ότι οι πέντε πρώτοι τους δίσκοι είναι τουλάχιστον πολύ καλοί; Οι συνεχόμενες ακροάσεις του εθιστικού "VI" δείξανε ότι συνεχίζουμε να τα πηγαίνουμε εξαιρετικά κι εκεί. Περιμέναμε εμπνευσμένο hard rock, πιασάρικες μελωδίες, in-your-face ήχο, αλήτικα φωνητικά. Τα πήραμε όλα, ένα προς ένα.

Μετά την αποχώρηση του ο Bent Sæther (που δεδομένης της αγάπης του για τους Grateful Dead, μάλλον ήταν και αυτός που «βάφτισε» τη μπάντα από το τραγούδι του πρώτου δίσκου του Garcia το ’72) πριν μερικά χρόνια, ο ήχος των Spidergawd μετατοπίστηκε από την ψυχεδέλεια προς το hard rock, πράγμα που συνεχίζεται κι εδώ. Η υπερπαικτούρα που λέγεται Kenneth Kapstad και κάθεται στο σκαμπό των τυμπάνων πρωταγωνιστεί για έναν ακόμα δίσκο με το εντυπωσιακό, πληθωρικό του παίξιμο. Το σαξόφωνο του Rolf Martin Snustad δίνει αυτό το άτιμο το αλατοπίπερο που εκτοξεύει τα κομμάτια από πολύ καλά σε πωρωτικά.

Το μπάσιμο στον δίσκο γίνεται με το δαιμονισμένο δίδυμο "Oceanchild" και "At Rainbows End" και από την αρχή φαίνεται ότι το πόδι δύσκολα θα σηκωθεί από το γκάζι. Οι τόνος στις κιθάρες είναι πολύ καθαρός και παραμένει καθαρός ακόμα και όταν σολάρουν - τα δε solos πολλές φορές είναι μακρόσυρτα ή ακόμα και διπλά. Στο "Running Man" την παράσταση κλέβει αρχικά και πάλι η κιθαριστική δουλειά. Τα riffs συνδυάζονται με τις αρμονικές πολυφωνίες σε ένα συμπαγές τραγούδι. Τα σαξόφωνα όμως ακολουθούν παμπόνηρα τη ριφολογία και προσθέτουν ύπουλα ένα layer που κάνει το αποτέλεσμα άκρως εθιστικό. Το "Into The Deep Serene" είναι κάπως μεγαλύτερο σε διάρκεια και οι Spidergawd προλαβαίνουν σε αυτό να αναπτύξουν περισσότερο το παίξιμό τους και να χώσουν επιπλέον δισολίες.

Το ρυθμικό "Yours Truly" έχει πολύ ωραία riffs, εκτροχιασμένα τύμπανα και χυμαλέα, ενίοτε ακόμα και χοντροκομμένα φωνητικά που του δίνουν περισσότερη ενέργεια. Παρεμπιπτόντως, ο τραγουδιστής Per Borten είναι εγγονός πρώην πρωθυπουργού της χώρας - αναμενόμενα θλιβερή η σύγκριση με τους αντίστοιχους εγχώριους γιους, εγγονούς και λοιπούς. Το "Narcissus' Eye" είναι το πιο αργόσυρτο κομμάτι, το οποίο όμως είναι βαρύ κι ασήκωτο και φέρνει στο μυαλό τους Sabbath με περισσότερες στρώσεις και αγριάδα στα φωνητικά και, προφανώς, πιο πλούσιες ενορχηστρώσεις. Τόσο το "Prototype Design" όσο και η κατακλείδα "Morning Star" από την αρχή είναι μέσα στην αδρεναλίνη και στα σολίδια, ενώ τελειώνουν με κρεσέντο από πνευστά όργανα αναμεμειγμένα με τα «παραδοσιακά» ηλεκτρικά.

Ολόκληρος ο δίσκος κινείται σε up tempo μονοπάτια και δεν υπάρχει κάποιο πιο ήρεμο κομμάτι. Η ηχητική ποικιλία σε σχέση με τους προηγούμενους δίσκους όπως το "IV" ή το "V" είναι ελαφρώς μικρότερη, αλλά αυτό αναφέρεται ως διαπίστωση και επ’ ουδενί ως μειονέκτημα. Έχουμε να κάνουμε με έναν καλογραμμένο, σφιχτοδεμένο και καλοπαιγμένο hard rock δίσκο, με τις μελωδίες να πρωταγωνιστούν σε σχέση με τα υπόλοιπα στοιχεία του. Η αύρα της μεγάλης των Kiss Σχολής από τη μία και η κληρονομιά των Wishbone Ash και των Thin Lizzy από την άλλη, είναι παρούσες γύρω-γύρω. Τα τραγούδια είναι γραμμένα με μαστόρικο τρόπο, ώστε όταν τελειώνει η ακρόαση του δίσκου να θέλεις αμέσως να τον ξαναβάλεις και η βολική διάρκεια των 37 λεπτών συνεισφέρει σε αυτό. Το σαξόφωνο «κουμπώνει» πάρα πολύ ωραία στα hard rock τραγούδια και τα κάνει ακόμα καλύτερα. Το "VI" είναι ακόμα ένας πολύ καλός δίσκος από τους Spidergawd. Κάτι βάζουν στο γάλα εκεί στη Νορβηγία, θέλω κι εγώ!

  • SHARE
  • TWEET