Rush

Clockwork Angels

Roadrunner (2012)
Από τον Πάνο Παπάζογλου, 29/06/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Κλασικά συγκροτήματα μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς αρκετά, ακόμα περισσότερο να επιδείξει τον σημαίνοντα σεβασμό και να αποθεώσει τις κυκλοφορίες ή την επιρροή σε μια παρελθοντική διάσταση και γενικά να εξάρει τη σημασία τους σε κάποια συγκεκριμένη «ιστορική περίοδο». Αντίθετα, οι Rush φαίνεται ότι βαδίζουν σε μια παρατεταμένη «ιστορική περίοδο» δική τους, χωρίς να χάνουν σπιθαμή από την αίγλη τους και ακόμα και τώρα, σαράντα χρόνια περίπου μετά το ντεμπούτο τους, να μην ορίζονται ως κλασική μπάντα, με την ευρέως διαδεδομένη έννοια του όρου, αλλά συνεχίζουν να ψάχνονται και να εξελίσσονται πλήρως εναρμονισμένοι στα σύγχρονα πράγματα και δίχως ανούσιες παρελθοντολαγνείες.

Οι Rush εξακολουθούν και προκαλούν τον θαυμασμό και τις εντυπώσεις με μια ανεπανάληπτη ένταση και σε αυτό βέβαια συμβάλλει η συνεχής τους προσφορά σε μεγαλειώδη άλμπουμ. Αυτό φυσικά δεν επρόκειτο να αλλάξει ούτε με το καινούριο τους, πολυαναμενόμενο άλμπουμ "Clockwork Angels" και έτσι λοιπόν, όλα βαδίζουν σύμφωνα με το σενάριο και τις προσδοκίες των μοναδικά ιδιαίτερων Καναδών. Κανένας συμβιβασμός, μόνο μεγάλοι δίσκοι! Το "Clockwork Angels", λοιπόν, βασίζεται θεματολογικά σε μια ιστορία που αναμένεται να κυκλοφορήσει και σε βιβλίο με μορφή μυθιστορήματος, με την συνεργασία του Neil Peart φυσικά και του φίλου του και συγγραφέα Kevin J. Anderson. Ιστορικά βέβαια αποτελεί το πρώτο concept άλμπουμ της μπάντας, το οποίο κινείται επιγραμματικά γύρω από τις ταξιδιωτικές περιπέτειες του πρωταγωνιστή της ιστορίας, ο οποίος αποφασίζει να δώσει πνοή και να ακολουθήσει τα όνειρά του. Το όμορφο artwork του πολυετούς συνεργάτη της μπάντας Hugh Syme, περιγράφει με μαεστρία αλχημείες, χαμένες πόλεις και τις sci-fi ιδιαιτερότητες που εξιστορεί ο Peart μέσα από τους στίχους του.

Το ενδιαφέρον γύρω από τους Καναδούς αναζωπυρώθηκε ιδιαίτερα μετά το προηγούμενο εξαιρετικό άλμπουμ, "Snakes & Arrows", την παγκόσμια περιοδεία που ακολούθησε και φυσικά το ντοκιμαντέρ που τους έκανε γνωστούς σε ένα ακόμα ευρύτερο ακροατήριο, το "Beyond The Lighted Stage". Από κει και πέρα μια ακόμα περιοδεία επ' ευκαιρία και της επετείου του μοναδικού "Moving Pictures", το οποίο και παρουσίασαν για πρώτη φορά ολόκληρο και φυσικά η προσήλωση στην διαδικασία ηχογράφησης του νέου άλμπουμ, είχε το τελευταίο διάστημα τους Rush μονίμως στην επικαιρότητα. Και αν η μπάντα απέχει αρκετά από το σημείο να έχει την ανάλογη παγκόσμια αναγνώριση που της πρέπει και αξίζει, τότε αυτή η ευκαιρία προβολής μετά το "Beyond The Lighted Stage" ενδεχομένως να ανοίγει κι άλλους ορίζοντες.

Με τα "Caravan" και "BU2B" να είναι ήδη γνωστά εδώ και καιρό και να έχουν ήδη δοκιμαστεί και επί σκηνής ("Time Machine" DVD) το νέο άλμπουμ των Rush συνεχίζει στην ίδια ως επί το πλείστον up tempo λογική, με την τριάδα να συνεχίζει ακόμα και μετά από τόσους δίσκους να εντυπωσιάζει με την συνθετική μαγεία που αποπνέει και παράλληλα με την εκτελεστική της δεινότητα. Οι συνθέσεις περιστρέφονται γύρω από τις κιθαριστικές εμπνεύσεις του Lifeson και σε κομμάτια όπως το "Clockwork Angels" ή το "The Wreckers" και το εκπληκτικό "The Garden" ο ακροατής έρχεται αντιμέτωπος με νέες εκφάνσεις του ταλέντου των Rush. Από τις ακουστικές κιθάρες, στην ορχήστρα που συνοδεύει στο "The Garden" και από τις μελωδικές γραμμές του ομώνυμου, στο «χιτάκι» "The Wreckers" οι Rush δεν σταματούν να εντυπωσιάζουν. Στο δε "Headlong Flight" η 70s αύρα της μπάντας κλείνει το μάτι στο παρόν και με τον Geddy Lee να είναι απλά ο ...Geddy Lee στο μπάσο, η ομοιότητα του riff με το "Bastille Day" συναντά τον Lifeson του 2012 σε ένα εκπληκτικό σόλο. Ενδεχομένως μια συνθετική στιγμή των Rush που θα μπορούσε άνετα να χωρέσει σε κάποιο από τα (πολλά είναι η αλήθεια) κλασικά τους άλμπουμ. Από κει και πέρα, οι κλασικοί Rush ενυπάρχουν και σε κομμάτια σαν το "The Anarchist" ή το "Carnies" με τα riff να έχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο ακόμα μια φορά. Ο Geddy Lee στα φωνητικά ακολουθεί πλέον πιο mid-tempo ρυθμό, όπως έκανε και στο "Snakes & Arrows", ενώ οι Peart / Lifeson σε σημεία του άλμπουμ κάνουν αυτό που διαχρονικά έκανε τους Rush μεγάλους. Μαγεύουν με το παίξιμό τους και όταν μπαίνει και το μπάσο στο παιχνίδι όπως στους αυτοσχεδιασμούς του "Headlong Flight" ή την εισαγωγή του "Seven Cities Of Gold", τότε το μαγικό τρίο απογειώνεται ξανά. Ιδιαίτερη μνεία όμως θα πρέπει να γίνει στο "The Garden" που κλείνει το άλμπουμ με μαγικό τρόπο, μια σύνθεση που βασίζεται στην καταπληκτική μελωδία και την ενορχήστρωση, ενώ οι στίχοι του Peart παραπέμπουν στο μνημειώδες έργο του Βολταίρου, "Candide", του οποίου ο ήρωας ενδεχομένως και να ταυτίζεται  με τον πρωταγωνιστή της θεματολογίας του "Clockwork Angels".

Συνολικά ένας δίσκος που ανταμείβει τον επίμονο ακροατή, ενώ προσφέρει στον οπαδό των Rush ακόμα πιο δυνατή επιχειρηματολογία υπέρ της αγαπημένης του μπάντας. Εκτελεστική δεινότητα, κομματάρες που θα έχουν θέση στα επερχόμενα setlists της μπάντας, ενώ και η concept απόπειρα δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένοι να παραμείνουν στάσιμοι σε γνώριμα δεδομένα και ήδη κεκτημένα πεδία. Και σοβαρά τώρα, όταν έχεις κυκλοφορήσει καμιά εικοσαριά στούντιο άλμπουμ και η πληθώρα των μουσικόφιλων περιμένει με ανυπομονησία κάθε νέο σου δισκογραφικό πόνημα, τότε μόνο για τους Rush θα μπορούσαμε να μιλάμε. Ίσως το πιο περιπετειώδες και ευφυές εν ενεργεία συγκρότημα.

  • SHARE
  • TWEET