Motorhead

The Manticore Tapes

Sanctuary (2025)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 15/07/2025
Το κομμάτι του παζλ που συμπληρώνει τα πρώιμα χρόνια τους.
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Για ένα συγκρότημα που είναι διάσημο για το πόσο δεν άλλαξε ουσιαστικά ποτέ τον ήχο του στη διάρκεια της ζωής του, ήταν και φαίνεται ότι παραμένει, πολύ ενδιαφέρον το πώς διαμόρφωσαν εξαρχής την μουσική αυτή προσέγγισή τους. Αν το "Motorhead" είναι το πραγματικό ντεμπούτο τους και το "On Parole" είναι μία εναλλακτική πραγματικότητα, τότε το φετινό "Manticore Tapes" στέκεται κάπου στη μέση προσφέροντας τον κρίκο της αλυσίδας που τα ενώνει, ενώ συγγενεύει και με το live "What’s Words Worth?". Κοινώς οι τρεις αυτές στούντιο κυκλοφορίες (και σε ένα βαθμό και το live) αποτελούνται από περίπου τα ίδια τραγούδια και ορίζουν την πρώιμη περίοδο του συγκροτήματος πριν απογειωθεί προς μεγαλύτερα και καλύτερα πράγματα χωρίς να κοιτάξει ξανά πίσω. Το παλιότερο, ως ηχογράφηση, "On Parole" έχει τον Larry Willis των Pink Fairies στην κιθάρα, τα άλλα τρία έχουν την κλασική σύνθεση των Lemmy / Clarke / Taylor. Και ενώ το πρώτο στούντιο άλμπουμ έχει φυσικά τα ολοκληρωμένα, τελικά takes των τραγουδιών, το "Manticore Tapes" είναι αυτό που θα λέγαμε work in progress.

Ηχογραφημένο στο στούντιο των Emerson, Lake & Palmer από όπου πήρε και το όνομά του, υπήρξε μία απόπειρα να συλλάβουν ηχητικά τις πρώτες πρόβες του νέου trio πριν μπουν σε διαδικασία ηχογραφήσεων. Είναι ουσιαστικά μία live in studio κυκλοφορία και από αυτό ακριβώς το στοιχείο αντλεί τη μεγαλύτερη αξία της, μαζί φυσικά με την όλη ιστορικότητά της - οι τυχαίοι διάλογοι στο στούντιο ενισχύουν αυτή την οπτική. Το "Leaving Here" είναι αυτό που πιθανότατα έχει το περισσότερο ενδιαφέρον από άποψη αρχειακή, καθώς δεν υπάρχει σε άλλη στούντιο εκτέλεση με αυτό το σχήμα (δεν συμπεριλήφθηκε στο "Motorhead") και εδώ περιλαμβάνεται σε δύο εκδοχές, ομολογουμένως με την πρώτη να ακούγεται πολύ καλύτερη από τη δεύτερη. Από την άλλη, παρότι ο τίτλος του μάλλον μπερδεύει, το "Intro" όπως ονομάζεται εδώ, δεν είναι άλλο από το "Instro", ένα instrumental κομμάτι που μοιάζει με ζέσταμα ή ξεμούδιασμα του συγκροτήματος, δε στερείται όμως ουσίας αφού αντικατοπτρίζει όλα αυτά που οι Motorhead αντιπροσωπεύουν: Το τραχύ, βρώμικο και γρήγορο rock ‘n’ roll.

Τα υπόλοιπα πέντε τραγούδια του δίσκου (τα δύο επίσης σε δύο εκδοχές) βρέθηκαν εν τέλει σε άλλες εκτελέσεις στο ντεμπούτο. Ακόμα και αυτά που παρουσιάζονται εδώ ως instrumental στην πραγματικότητα ακούγονται σαν απλά να χάθηκε το κανάλι της φωνής, παρά σαν μία επί τούτου προσπάθεια για κάτι το διαφορετικό. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν έχουν την αξία τους αφού ενίοτε η ένταση που το τελικό μιξάρισμα τους έχει στερήσει στις μέχρι τώρα επίσημες κυκλοφορίες τους, βρίσκεται σε πλήρη, ξεδιάντροπη επίδειξη. Ειδικά το "Vibrator", το τραγούδι που αποδεικνύει πόσο κοντά βρέθηκαν οι Motorhead στο να γίνουν ένα punk συγκρότημα, εδώ επωφελείται πλήρως από αυτή τη συνθήκη. Αλλού πάλι, όπως στο "Motorhead", το κεραυνιαίο μπάσο του Lemmy είναι πολύ πιο πίσω συγκριτικά με το ντεμπούτο και σίγουρα μας λείπει.

Όπως γίνεται σαφές, για τους οπαδούς του συγκροτήματος είναι διασκεδαστικό να πηγαίνουν μπρος-πίσω ανάμεσα στις μέχρι τώρα γνωστές εκτελέσεις των τραγουδιών και να εντοπίζουν διαφορές, να επιλέγουν εκτελέσεις, να αναλογίζονται σενάρια, ανασυνθέτοντας τις πρώτες μέρες της παρέας του Lemmy. Με την έννοια αυτή, η εν λόγω κυκλοφορία αποτελεί ένα πολύτιμο κομμάτι του παζλ της εποχής. Θα μπορούσε πολύ εύκολα να είχε βρεθεί ολόκληρη ως bonus σε κάποια επανακυκλοφορία ενός από τα στούντιο άλμπουμ, στο ντεμπούτο ας πούμε. Όμως τότε δε θα γκρινιάζαμε δικαίως για το πώς μας αναγκάζουν να αγοράσουμε ξανά και ξανά τους ίδιους δίσκους για το bonus υλικό; Ορίστε λοιπόν η ευκαιρία. Όσοι θέλουν να βυθιστούν ακόμα περισσότερο σε αυτές τις ενδιαφέρουσες πρώτες ημέρες των υπό διαμόρφωση, ουσιαστικά, Motorhead, δε θα απογοητευτούν. Όσοι όμως θέλουν να μείνουν στα απαραίτητα, δε θα χάσουν εδώ κάποια μεγάλη αποκάλυψη.

  • SHARE
  • TWEET