Mastiff
Deprecipice
Ένα οργισμένο σφυροκόπημα γεμάτο βαριά, καθηλωτικά μέρη
Πολύ συχνά όταν ο πόνος χτυπάει την πόρτα του καλλιτέχνη, μέσα από τον απώλεια αλλά και την απέχθεια για τη νόρμα τη σημερινής ζωής, δημιουργεί προϋποθέσεις για πολύ δυνατές δουλειές, βαθιά εκφραστικές, είτε καταθλιπτικές είτε γεμάτες θυμό και οργή. Οι Mastiff βέβαια ποτέ δεν έκαναν διακρίσεις ανάμεσα στα δύο αυτά τέκνα του θορύβου που φωλιάζει μέσα τους, έτσι το Deprecipice είναι φτιαγμένο με το μαχαίρι στα δόντια, αλλά ταυτόχρονα περνάει μέσα από πηχτούς και σκοτεινούς βάλτους.
Με το που ξεκινάει το πρώτο, "Bite Radius", δέχεσαι επίθεση, η τραχύτητα του ήχου (για τον οποίο υπεύθυνος είναι ο Joe Clayton των Pijn), τα ασυγκράτητα ουρλιαχτά του Jim Hodge και τα in your fucking face ριφ σκάνε πάνω σου σα home made καδρόνι με καρφιά, μόνο ξύλο ρε, πολύ ξύλο. Η μουσική των Άγγλων από το Hull, στην τέταρτη δουλειά τους, γέρνει περισσότερο προς το hardcore φέρνοντας το όμως σε επαφή και με πιο traditional death metal επιρροές, όπως τους Napalm Death και τους Grave, πηγαίνοντας το μάλιστα σε σημεία μέχρι τα όρια του grind. Η βαριά, sludge πλευρά της μουσικής τους δεν αργεί να φανεί ωστόσο, και καθώς προχωράει ο δίσκος ανακαλύπτουμε ότι υπάρχει διάσπαρτη παντού. Το δεύτερο, "Everything Is Ending" είναι πολύ μεγάλο, ογκώδες, με τις στιχάρες του, αλλά και κάτι breakdown που φέρνουν στο μυαλό μια αρρωστημένη εκδοχή των Nevermore. Οι Mastiff έχουν αυτή τη χαρακτηριστική ευκολία να μεταφέρουν τη μουσική τους από moshpit για κλωτσομπουνίδια, σε θεοσκότεινα βυθίσματα και το "Void" είναι τρανή απόδειξη γι’ αυτό, περνάει από το ένα στο άλλο με μια παράλογα λογική ροή που εκπλήσσει.
Μετά από το "Cut-Throat", ένα δίλεπτο ηχητικό παράσιτο, που θα δηλώσω ανεύθυνα ότι πραγματικά μπορείς να ακούσεις τα βιομηχανικά απόβλητα να σέρνονται μέσα σε πηχτή ραδιενεργή λάσπη, μπαίνει η πιο grind στιγμή του άλμπουμ, "Skin Stripper", ενάμισι μανιασμένο λεπτό.
Αγαπημένο κομμάτι για μένα είναι το Worship, hardcore ξυλίκι όπου οι κιθάρες φτύνουν κάτι old school Slayerικά riff, με αντίστοιχο σόλο και βαριά σπασίματα, μη γελιέστε όμως δε μένει εκεί, στο κλείσιμο του η φωνή το σέρνει μαζί της δεμένο με αλυσίδες και κοτρώνες. Το μεγαλύτερο κομμάτι του δίσκου, συνολικά η διάρκεια του είναι λίγο πάνω από τα 30 λεπτά όπως και όλων των προηγουμένων, είναι το βασανιστικά αργό στην αρχή, αλλά βαρύ κι ασήκωτο, "Pitiful" που είναι βουτηγμένο μέσα στο θηριώδη ήχο των Celtic Frost. Ο δίσκος κλείνει με το "Thorn Trauma", μάλλον το πιο μελωδικό κομμάτι του, όσο μπορείς να χαρακτηρίσεις έτσι κάποιο κομμάτι των Mastiff.
Το "Deprecipice" είναι συνολικά ένα πολύ έντονο άλμπουμ γεμάτο με οργισμένο σφυροκόπημα αλλά και βαριά καθηλωτικά μέρη. Όσοι είναι εξοικειωμένοι με τον ήχο των Mastiff θα βρουν πολλές διαφορές εδώ, κυρίως στον ήχο και τη ροπή προς το hardcore, αλλά νομίζω προσωπικά ότι τους ταιριάζει καλύτερα αυτή η κατεύθυνση. Το κρατάμε και περιμένουμε να δούμε αν θα επενδύσουν κι άλλο σε αυτή την πλευρά τους, άλλωστε διαβάζω ότι έχουν αρχίσει ήδη να ξαναγράφουν.