Linkin Park

One More Light

Warner Bros. (2017)
Από τον Αντώνη Μαρίνη, 23/05/2017
Nu pop ή: Πώς να νιώσετε αμηχανία για 35 λεπτά
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Οι Linkin Park ανήκουν σε εκείνον τον πολύ μικρό κύκλο συγκροτημάτων που έχουν λιγότερες από δύο δεκαετίες δισκογραφικής παρουσίας, αλλά δικαιωματικά μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Το μέγεθος του ονόματός τους είναι τόσο μεγάλο, που όλοι έχουν γνώμη αλλά κανείς δεν μπορεί να τους επιβάλλει τίποτα. Αυτό το status το έχουν κερδίσει επάξια, αποφεύγοντας την παγίδα που συνοδεύει τα πετυχημένα ντεμπούτα, με τακτική στουντιακή παρουσία, προσεγμένες συναυλίες μεγάλου βεληνεκούς και παραμένοντας διαρκώς μέσα στα πράγματα. Αναμενόμενα, δεν δείχνουν διατεθειμένοι να χαριστούν σε καμία δισκογραφική, κανέναν οπαδό και κανέναν εξωτερικό παράγοντα γενικότερα.

Για πολλά πράγματα στην πορεία της μπάντας μπορεί να βρει κάποιος ενστάσεις, αλλά το σίγουρο είναι πως ποτέ δεν ακολούθησαν τον εύκολο δρόμο. Πάνε δέκα χρόνια (αισίως) από το "Minutes To Midnight", μία κίνηση τολμηρή με όλη τη σημασία της λέξης. Δεν ήταν ότι απλά πειραματίστηκαν στα πλαίσια του ήχου τους, όπως έπραξαν οι περισσότεροι nu συνοδοιπόροι τους· αντίθετα, σχεδόν αποτάχθηκαν το ύφος των πρώτων δύο δίσκων τους, με τους οποίους καθιερώθηκαν. Αν το διαδίκτυο εκείνη την περίοδο είχε τη δύναμη που έχει τώρα, φαντάζομαι ότι η κατάσταση δεν θα διέφερε πάρα πολύ από το δίπολο υστερίας/μίσους που συναντάται τον τελευταίο καιρό σε οτιδήποτε σχετικό με το "One More Light".

Στα δύο άλμπουμ που ακολούθησαν οι πειραματισμοί συνεχίστηκαν, αλλά οι αντιδράσεις μετριάστηκαν, γεγονός που πιθανότατα κάπως θα συνδέεται με το ξέσπασμα που είχε προηγηθεί λίγα χρόνια νωρίτερα. Από την άλλη, η επιστροφή σε πιο "metal" φόρμες στο προ τριετίας "The Hunting Party" είχε σχεδόν καθολική αποδοχή και σίγουρα επηρεάζει μέχρι έναν βαθμό τον τρόπο που αντιμετωπίζεται η νέα δουλειά του σχήματος. Όπως και να το κάνουμε, από το «δεν μας αρέσει η jingly κατεύθυνση που έχει πάρει η rock μουσική» και τις συνεργασίες με τους Daron Malakian και Tom Morello, στον πλήρως alt/electro/pop προσανατολισμό του φετινού δίσκου και τη συμμετοχή της Kiiara, υπάρχει μια χαώδης απόσταση.

Ξεχνάμε, λοιπόν, τις κιθάρες με το distortion, ξεχνάμε τις τσιρίδες, ξεχνάμε και σχεδόν οποιονδήποτε ήχο θα μπορούσε να αναπαραχθεί ζωντανά από κάποιο μουσικό όργανο σε μια rock συναυλία. Κοιτώντας με λίγη προσοχή, κάπου θα βρεθεί ένα παραμορφωμένο μπάσο, κάποια λιγότερο ψηφιοποιημένα ντραμς ή, σπανιότερα, ένα καμουφλαρισμένο κιθαριστικό πέρασμα. Μέχρι εκεί όμως. Συνολικά η όλη προσέγγιση μου έφερε στο μυαλό το μπέρδεμα του "A Thousand Suns", με τη διαφορά ότι εκεί ήταν ακριβώς αυτό· ένα μπέρδεμα από ιδέες και πειραματισμούς της εξάδας. Εδώ η επιλογή μοιάζει πιο συνειδητοποιημένη. Απλές μελωδίες κι απλοϊκές δομές, που στηρίζονται κατά κανόνα στις ερμηνείες του Chester Bennington και μετρημένες παρεμβάσεις του Mike Shinoda.

Θεωρώ πραγματικά αδύνατο να ακούσει κάποιος χωρίς προειδοποίηση το "Nobody Can Save Me" και οι πρώτες δύο λέξεις που έρθουν στο μυαλό του να ξεκινούν από L και P. Το ραπ κουπλέ και οι εναλλαγές του "Good Goodbye" ισορροπούν κάπως την κατάσταση, ενώ το "Battle Symphony" μου ακούγεται πιο κοντά στον ήχο της μπάντας απ' ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Ίσως να φταίει η ακουστική εκδοχή του που έχει κάτι από εκείνα τα πιανίστικα περάσματα που συνηθίζουν στις συναυλίες τους. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω ένα κομμάτι, μάλλον θα ήταν αυτό. Ή το "Heavy", που παρά το αρχικό σοκ και το επακόλουθο θάψιμο, είναι ένα πραγματικά όμορφο pop τραγούδι. Η αντιστροφή των φωνητικών ρόλων στα "Invisible" και "Sorry For Now" λειτουργεί ικανοποιητικά (χωρίς να πλησιάζουν το "Waiting For The End"), ενώ το ομότιτλο όλο και σε κάποιο medley θα χωρέσει.

Το πρόβλημα με το "One More Light" δεν είναι ότι κινείται τελείως εκτός rock πλαισίου. Αν ρωτάτε εμένα, κάπως σχετίζεται κι αυτό, γιατί όταν ως related στην μπάντα που έγραψε το "Meteora" πετάγονται Coldplay και Maroon 5 κάτι παράξενο συμβαίνει. Πέρα από ζητήματα «ελευθερίας» του καλλιτέχνη και παρά τα όποια πιασάρικα ρεφρέν ή τις διάσπαρτες όμορφες μελωδίες, όμως, το σύνολο είναι επίπεδο σε βαθμό αμηχανίας. Τόσο που για ολόκληρα διαστήματα μοιάζει με portal για κάποιο bubblegum κατάστημα ρουχισμού πολυεθνικής. Τα λεγόμενα του Bennington για τους οπαδούς και την όλη παράνοια έχουν μεγάλες δόσεις αλήθειας, αλλά δεν αρκούν για να κάνουν το πρόσημο ξεκάθαρα θετικό και οι στιγμές που ξεχωρίζει η σπίθα του σχήματος στον δίσκο είναι πραγματικά λίγες.

Αν μπορώ να βρω δύο κέρδη απ' όλο αυτό, το ένα είναι ότι οι ίδιοι οι Linkin Park δείχνουν να πιστεύουν στο δημιούργημά τους. Το δεύτερο είναι ότι θα χρειαστούν τρομερά πράγματα για να χτιστεί αντίστοιχο (αντί)hype για την επόμενη κυκλοφορία τους.

  • SHARE
  • TWEET