Greta Van Fleet

The Battle At Garden's Gate

Lava/Republic (2021)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 19/05/2021
Ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση ακόμα κι αν έχει χρειαστεί να κινηθεί ένας ολόκληρος μηχανισμός marketing και δημοσίων σχέσεων
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Θυμάστε τους Monkees; Στα '60s οι Monkees ήταν ένα τηλεοπτικό/βιομηχανικό κατασκεύασμα που σκοπό είχε να εκμεταλλευτεί την Beatlemania και την αναδυόμενη τότε καταναλωτική δύναμη της νεολαίας λανσάρωντας μέχρι και ένα από τα πρώτα αν όχι το πρώτο merchandise στην ιστορία του rock. Τα μέλη των Monkees αρχικά δεν έπαιζαν καν τα όργανά τους, δε συμμετείχαν καν στη σύνθεση των τραγουδιών, ήταν απλώς τα όμορφα πρόσωπα στην οθόνη και τα εξώφυλλα. Όταν σταδιακά αυτό άλλαξε και διεκδίκησαν χώρο και χρόνο να εξελιχθούν ως μουσικοί κατάφεραν να κυκλοφορήσουν μερικούς από τους καλύτερους δίσκους της ψυχεδελικής pop της Δυτικής Ακτής.

Θυμάστε σίγουρα τους Rush. Ξεκίνησαν ως (εξαιρετικοί) κλώνοι των Led Zeppelin και τους πήρε τρείς ή τέσσερεις δίσκους για να βρουν τη φωνή τους. Αν είχαν μείνει στο "Fly By Night" πώς θα τους είχε γράψει η Ιστορία άραγε; Θα είχαν δίκιο όλοι αυτοί που τους απέρριπταν ως μία καλοφτιαγμένη αντιγραφή ή θα είχαν άδικο αφού (εκ των υστέρων ξέρουμε ότι) οι δυνατότητες τους ήταν τεράστιες; Τα ερωτήματα είναι ρητορικά αλλά χρήσιμα στην περίπτωση των Greta Van Fleet. Πολλά συγκροτήματα, είτε είναι εντελώς φτιαχτά από τις δισκογραφικές, είτε αρχικά εντελώς αδιάφορα σε αυτές, συχνά χρειάζονται ένα περιθώριο να αναπτυχθούν και να δείξουν τι μπορούν πραγματικά να κάνουν.

Η συζήτηση γύρω από τους Greta Van Fleet συνήθως κινείται γύρω από την προώθηση που έχουν, τις υπερβολές γύρω από το όνομά τους και τις εμφανείς αντιγραφές επιρροές τους. Και δικαίως. Δεν υπάρχει τίποτα πιο εκνευριστικό από το να νιώθεις ότι πάνε να σου επιβάλλουν κάτι με τη βία, κάτι που ποιοτικά δεν μπορεί να υποστηριχθεί. Αντιδρούν φυσικά και όσοι δεν αντέχουν να θεωρούνται σωτήρες του rock αυτοί που παίζουν ακραιφνές, ανόθευτο classic rock ωσάν να μην μεσολάβησε τίποτα άλλο στη μουσική από το 75 και μετά. Αυτούς μπορούμε να τους αγνοήσουμε πιο εύκολα γιατί συνήθως δεν έχουν κανένα πρόβλημα να δουν Μεσσίες σε συγκροτήματα που παίζουν ακραιφνές, ανόθευτο post punk (για παράδειγμα) ωσάν να μην υπήρξε καμμία εξέλιξη στη μουσική από το '85 και μετά. Λες και αυτά τα δέκα χρόνια είναι που κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στο δεινοσαυρισμό και το νεωτερισμό. Αστειότητες.

Αν μπορέσουμε να απομονώσουμε το μυαλό μας από το περιρρέων θόρυβο, αν μείνουμε στη μουσική, μπορούμε να προσεγγίσουμε λίγο πιο ψύχραιμα το φαινόμενο Greta Van Fleet. Ή για να το θέσω καλύτερα, να απομονώσουμε τους Greta Van Fleet από το φαινόμενό τους. Αυτό που έχουμε με το "The Battle At Garden's Gate" είναι ένα συγκρότημα που προοδεύει. Φυσικά οι Zeppelin επιρροές είναι όλες εδώ και συγκεντρώνονται κυρίως στην κιθάρα του Jacob Kiszka (που όντως έχει μελετήσει τον Page σε εκνευριστικό αλλά και θαυμαστό βαθμό) περισσότερο από τη σύνηθη σύγκριση στη φωνή του Joshua και τον Plant (αφού τελικά μάλλον ο Geddy Lee είναι πλεόν η πιο ταιριαστή αναφορά). Και υπάρχουν και άλλες, όλες προερχόμενες από το classic rock και δεν υπάρχει λόγος να τις απαριθμήσουμε. Υπάρχουν όμως και κάποια πολύ θετικά μηνύματα.

Αρχικά υπάρχουν τραγούδια που δεν μπορείς να αγνοήσεις πόσο καλά είναι. Το "Heat Above", σχεδόν tribute στους Rush, στέκει υψηλότερα από όλα, αλλά και τo "Broken Bells" ή το "Built By Nation" έχουν ουσία. Εν συνεχεία το παίξιμο των μουσικών έχει βελτιωθεί, έχει αποκτήσει ένα κάποιο νέυρο το rhythm section (εκεί που δεν είχε καθόλου) και ειδικά στη lead κιθάρα (αφού τα riff τους ακόμα δεν εντυπωσιάζουν) η ποιότητα έιναι υψηλή. Για παράδειγμα το "The Weight Of Dreams" που συνθετικά δεν πηγαίνει κάπου, δεν μπορεί να αγνοήσει κάποιος ότι έχει ένα πανέμορφο solo. Το "Light My Love" είναι μία μπαλάντα που στηρίζεται στο πιάνο και την ενορχήστρωση εγχόρδων και δεν είναι κάτι καινούριο φυσικά στο rock χώρο, κάθε άλλο, μάλλον κλισέ είναι, αποφεύγει όμως το σκόπελο του να ακούγεται μουσική ξκενοδοχείου και να απευθύνεται σε μεσήλικες που θυμούνται ότι κάποτε («στα νιάτα μας, στις καλές ημέρες») άκουγαν και rock.

Αυτό που δυτυχώς δεν υιοθέτησαν από τα '70s είναι την οικονομία στα τραγούδια και τη διάρκεια μουσικής που αποτελούν έναν δίσκο. Αν ήταν λίγο πιο αυστηροί στην επιλογή των τραγουδιών, αν δεν είχαν σταματήσει το ρολόι στα 63 λεπτά και είχαν περιοριστεί στο 45λεπτο θα μπορούσαμε να έχουμε μία πολύ καλύτερη κυκλοφορία, σφιχτή, γεμάτη ποιότητα ή/και υποσχέσεις για το μέλλον. Στα 63 λεπτά προδίδουν κάπως τον εαυτό τους αφού δεν αποφεύγουν να αναμασάνε ιδέες. Βέβαια τι περιμένεις από ένα συγκρότημα που θεωρεί τα 32 λεπτά δίσκου EP;

Εν τέλει οι Greta Van Fleet ήδη έκαναν ένα βήμα μπροστά και δείχνουν ότι έχουν τις βάσεις να κάνουν και άλλα. Η πραγματική συζήτηση λοιπόν δεν (θα έπρεπε να) είναι γιατί προσπαθούν να μας τους σπρώξουν να τους καταπιούμε ως το καλύτερο πράγμα μετά το ψωμί σε φέτες (που λένε και στη χώρα τους) αλλά γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος να πάρει ένα συγκρότημα τις ευκαιρίες που του αξίζει. Σε μία εποχή που αν δεν καταφέρεις να εντυπωσιάσεις (βλέπε και «να πουλήσεις») από τον πρώτο δίσκο, σε τρώει η μουσική μαρμάγκα, οι Greta Van Fleet δείχνουν ότι αξίζουν την ευκαιρία να μεγαλώσουν και να ωριμάσουν όπως πολλά συγκροτήματα στα '70s. Να αντιγράψουν τις επιρροές τους, να βάλουν σταδιακά κι άλλα στοιχεία και στο τέλος να παρουσιάσουν κάτι καθαρά δικό τους. Το "The Battle At Garden's Gate" είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατέυθυνση ακόμα κι αν για να γίνει αυτό έχει χρειαστεί να κινηθεί ένας ολόκληρος μηχανισμός marketing και δημοσίων σχέσεων.

  • SHARE
  • TWEET