Forever The Sickest Kids

Underdog Alma Mater

Universal / Island (2008)
Από τον Γιάννη Κοτζιά, 27/06/2008
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Πρώτο full-length άλμπουμ για τους Forever The Sickest Kids, 6 τυπάκια από το Ντάλας, τα οποία πιάνουν τις κιθάρες, τα synthesizers... τινάζουν τις φράντζες τους και μας παραδίδουν ένα ροκ δίσκο με ποπ εκλάμψεις. Ή μήπως έναν ποπ δίσκο με ροκ εκλάμψεις; Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Αφήνοντας τα 40 λεπτά του δίσκου να κυλήσουν, συνειδητοποιούμε πως έχουμε να κάνουμε με μία μπάντα που ναι μεν έχει τις δυνατές κιθάρες ως πρώτο λόγο, αλλά δε διστάζει να φλερτάρει απροκάλυπτα και με synthesizers και αλλά ηλεκτρονικά τερτίπια, για να μας διηγηθεί περιγραφικά, και κατά την αμερικανική συνήθεια, -τι άλλο;- παρά διάφορες εφηβικές ανησυχίες... (π.χ. για την Brittany που δεν τους κάθεται κτλ...).

Το ξεκίνημα ιδανικό, με το πρώτο single από το "Underdog Alma Mater", το οποίο φέρει τον «εύηχο» τίτλο "Whoa Oh! (Me Vs. Everybody)". Η heavy εισαγωγή του "Whoa Oh!" ακολουθείται από ένα πιασάρικο refrain... μια αλληλουχία που καλώς ή κακώς θα συναντήσουμε και στη συνεχεία του δίσκου. Και λέμε κακώς γιατί μπορεί να φαντάζει ωραίος συνδυασμός στην αρχή, αλλά στη συνέχεια ίσως και να αρχίζει να κουράζει. Αμέσως ακολουθεί η δεσποινίς Brittany που λέγαμε ("Hey Brittany!"), στο ίδιο ακριβώς μοτίβο. Κι αν κάποιος δεν έχει εντυπωσιαστεί από αυτές τις pop / rock συνθέσεις, σίγουρα θα έχει θαυμάσει τον τρόπο με τον οποίο η παραγωγή έχει καταφέρει να παντρέψει τις κιθάρες με τα ηλεκτρονικά στοιχειά του δίσκου. Με παιχνιδιάρικη διάθεση, οι Forever The Sickest Kids μας χαρίζουν και άλλους teenage ύμνους (όπως το κομμάτι με τον επίσης «εύηχο» τίτλο "Uh Huh"), διευρύνοντας μουσικά, με pop / dance πινελιές, το δρόμο που άνοιξαν συγκροτήματα όπως οι Good Charlotte (με τους οποίους διακρίνεται μια ομοιότητα στα φωνητικά).

Καθώς η ακρόαση συνεχίζεται, συνειδητοποιείς ότι κάποια πράγματα... σα να τα έχεις ξανακούσει, καθώς, όπως προαναφέραμε, τα κομμάτια, αν και συμπαθητικές catchy συνθέσεις, παρουσιάζουν μια όμοια δομική και ερμηνευτική εικόνα. Αυτή η ομοιότητα βρίσκει την ασυνέχεια της στο προτελευταίο κομμάτι ("Coffee Break"), το μόνο ακουστικό κομμάτι του δίσκου, ο οποίος ολοκληρώνεται με μια καταστροφή, όπως υποδηλώνει το τελευταίο τραγούδι ("Catastrophe"), που είναι και μια από τις καλύτερες στιγμές του.

Τι και αν οι στίχοι ακούγονται ρηχοί, αυτό δε νοιάζει το target group του δίσκου, που στο «πρόσωπο» του θα βρει το soundtrack για οργιώδη εφηβικά πάρτυ, αλλά ούτε μάλλον θα νοιάξει και το ευρύτερο ροκ κοινό, που χάρη στην εμπνευσμένη παραγωγή του, θα τον ακούσει με ευχαρίστηση. Αν και... ίσως με την ίδια ευκολία τον ξεχάσει το επόμενο λεπτό!

  • SHARE
  • TWEET