Dun Ringill

150 - Where The Old Gods Play - Act I

The Sign Records (2023)
Από τον Πάνο Ζαρκαδούλα, 16/08/2023
Οι Σουηδοί συνεχίζουν να εξελίσσονται με το παραδοσιακό και συνάμα ιδιαίτερο doom metal τους
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Γκέτεμποργκ, Σουηδία: συνώνυμο του NWOSDM, μόνο που εδώ θα μιλήσουμε για ένα διαφορετικό καμάρι του, πρέσβη του doom metal με nordic τρόπους και άποψη. Για το όνομά τους και τη σχέση του με Jethro Tull αναφερθήκαμε στο "Library Of Death" προ τριετίας, στον επίλογο του οποίου φανερώθηκε η απορία για το επόμενο βήμα της μπάντας. Η αποκάλυψή του είναι πλέον γεγονός, μια ιστορία βασισμένη σε σενάριο για ταινία, χωρισμένη σε δύο μέρη. Αν μη τί άλλο, θαρραλέο και φιλόδοξο.

Απότοκο και αυτό της πανδημίας και των παρελκομένων της, δίχως την οποία δε θα ήταν δυνατή η δημιουργία αυτού του δίσκου σύμφωνα με τα λεγόμενα των συντελεστών του, έχει δύσκολο και διττό έργο εξαρχής: το πάντρεμα μουσικής και θεματικής ιστορίας αποτελούσε ανέκαθεν πρόκληση για τους δημιουργούς, πόσω μάλλον στην προκειμένη περίπτωση, στην οποία προορίζεται για σενάριο στον κινηματογράφο. Και σαν μην έφτανε αυτό, ακολουθεί του χρόνου η δεύτερη πράξη του έργου, με τις μελλοντικές συγκρίσεις να μοιάζουν αναπόφευκτες.

Λαμβάνοντας υπόψη το πρώτο σκέλος, η μπάντα παρουσιάζει το σκηνικό από τα εναρκτήρια δευτερόλεπτα. Ήχοι κυμάτων, πουλιών και bagpipes. Σκωτία, αρχές του 20ου αιώνα, η κρυφή ατζέντα ενός κληρικού, η χειραγώγηση από μέρους της εκκλησίας και στη μέση αυτών η πρωταγωνίστρια Lucia. Ιδανικά συστατικά για doom metal εμπλουτισμένο με folk ιδέες, γκρίζο και απειλητικό σαν το εξώφυλλο τού δίσκου. Αν και ο όρος doom metal εμφανίζεται απ’ άκρη εις άκρη στον δίσκο, η προσέγγισή του από την μπάντα δίνει αφορμές και δικαιώματα, ώστε αυτή να χαρακτηριστεί «ανορθόδοξη». Ή μάλλον πιο δίκαια, εναλλακτική.

Αυτή τους η προσέγγιση αποδίδεται ποικιλοτρόπως, άλλοτε με τον συνδυασμό των folk - nordic στοιχείων, άλλοτε με τα αφηγηματικά μέρη (σίγουρα εξυπηρετούν την εν λόγω ιστορία) και ενίοτε με τη δομή καθαυτών των συνθέσεων, δίπλα στις οποίες δύναται να μπει ο προσδιορισμός, προοδευτικές ή περιπετειώδεις. Στοιχείο που ανέκαθεν έδινε το παρόν στις δημιουργίες της μπάντας, απλά παρουσιάζεται εδώ με μεγαλύτερη συχνότητα. Οι ρυθμοί παρόντες, για όποιον επιθυμεί να συνδεθεί μαζί τους, καθώς η εις τριπλούν κιθαριστική δουλειά (με ειδική μνεία στα σόλο) αποτελεί highlight στον δίσκο.

Παρομοίως και η ερμηνεία τού Tomas Eriksson, ό,τι πιο κοντινό στην παράνοια και ατονικότητα του Lee Dorian. Ιδιαίτερα φωνητικά, αναμένεται να μην εκτιμηθούν το ίδιο από όλους. Ακούγοντας για πολλοστή φορά τον δίσκο, καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ακόμα και παραδοσιακοί doom ακροατές, θα τα βρουν δύσκολα μαζί του. Ένας γόρδιος δεσμός, ο οποίος εν μέρει λύνεται άπαξ και ακουστεί το "Blood Of The Lord" στην ολότητά του και όχι με τη μορφή single που κυκλοφόρησε. Εκεί όπου αποκαλύπτεται το μεγαλείο της μπάντας, συνδυάζοντας όλα τα επί μέρους γοητευτικά στοιχεία της.

Στην περίπτωση που κάποιος θα επιθυμούσε να γνωρίσει την μπάντα, δε θα πρότεινα αυτόν τον δίσκο. Εντοπίζεται μία γραμμική συνέχεια ή ακολουθία στις κυκλοφορίες της και το ιδεατό θα ήταν να τις πιάσει με τη σειρά, από το 2019 έως και σήμερα. Ο βαθμός προσιτότητας αποτελεί αυτή την ακολουθία, δίχως αυτό να αναιρεί την ποιότητα του «νέοπα». Βλέπετε, η γκρούβα δεν απουσιάζει ούτε τώρα, σε περίπτωση που τα συμφραζόμενα δημιούργησαν την εικόνα π.χ. των Meshuggah.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET