Caroline

Caroline

Rough Trade (2022)
Από τον Θεοδόση Γενιτσαρίδη, 11/03/2022
Μοντέρνα, προοδευτική και πειραματική rock μουσική ορχήστρας (δωματίου) που δείχνει εντυπωσιακά βαθιά σχέση με την τέχνη και φτιάχνει έναν μοναδικό post-μινιμαλισμό
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η μπάντα σαν τριάδα (Jasper Llewellyn, Mike O’Malley, Casper Hughes) υπάρχει πάνω από δέκα χρόνια, τα τελευταία πέντε όμως δρουν ως μεγαλύτερο σύνολο (αισίως οκτώ μουσικοί) και προσπαθούν να δημιουργήσουν μέσα από μια πλειάδα μουσικών οργάνων και ήχων συνθέσεις που συναρπάζουν ή έστω ταξιδεύουν τον ακροατή. Η έδρα τους είναι το Λονδίνο. Θα πω ψέματα αν πω ότι το εξώφυλλο δεν με τράβηξε. Χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω τον λόγο, αυτή η φωτογραφία δεν με άφησε να αντισταθώ και ήταν ο πρώτος λόγος που ψάχτηκα με το συγκρότημα.

Περνώντας απευθείας στο ψητό ο ήχος τους είναι κάτι μεταξύ post-rock και avant-folk και προσωπικά μου θυμίζει κατά κάποιο τρόπο τους Thee Silver Mt. Zion Memorial Orchestra και τους Do Make Say Think. Είναι κυρίως γλυκιά. Είναι κατά βάθος εγκεφαλική. Σε πολλά σημεία ο μινιμαλ αυτοσχεδιασμός ξεφεύγει.

O τρόπος και ο χρόνος που χρειάστηκε για να δημιουργήσουν και να κυκλοφορήσουν την πρώτη τους δουλειά, θυμίζει την πορεία για την κυκλοφορία του ντεμπούτου των Black Country, New Road. Αυτό το πειραματικό rock αλλά τζαζοειδές μπαρόκ φολκ λοιπόν θέλει να μοιραστεί την όμορφη, σωστή, καλή και βαθιά του σχέση με την τέχνη η οποία αντανακλάται μέσα από στοιχειωμένες ατμόσφαιρες, κλειστοφοβικές μελωδίες και σαρωτικές κατά κάποιο τρόπο συνθέσεις που δεν παύουν να εκπλήσσουν. Στις συνθέσεις έχουν χρησιμοποιηθεί ηλεκτρική και ακουστική κιθάρα, τσέλο, τύμπανα, κρουστά, βιολί, κλαρινέτο, μπάσο και τρομπέτα. Το στιλ δεν είναι αυτό το εκρηκτικό και ακραία θορυβώδες που περιμένεις από παλιότερες μπάντες του είδους, αλλά μια διαφορετική πιο αρτιστίκ άποψη η οποία δεν αρνείται να ανεβάσει ένταση, να δημιουργήσει θορύβους και να παράγει αυτοσχεδιασμούς σε jazz μορφή και avant-garde ύφος.

Δεν εντοπίζω και δεν ξεχωρίζω κανένα κομμάτι. Πραγματικά και ολοκληρωμένα κομμάτια είναι έξι από τα δέκα, αλλά τα τέσσερα ιντερλούδια που υπάρχουν έχουν λόγο ύπαρξης και κάνουν καλά την δουλειά τους. Από τα έξι λοιπόν που και αυτά τελικά δεν είναι όλα συμβατικά και απλά φτιαγμένα, δεν υπερτερεί κάποιο, όχι γιατί το σύνολο κυλάει νεράκι ή γιατί όλα ακούγονται συμβατά και τέλεια σαν ένα, απλά γιατί δεν υπάρχει ένα καλύτερο όλων, μια μαγική στιγμή, κάτι που να φαντάζει μόνο του, τέλειο και απόμακρο. Εντάξει δεν θα το αποφύγω. Όσο κι αν προσπάθησα. Η ομορφιά αυτού του δίσκου είναι η κλιμακωτή, άμορφη ολότητά του. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα τα πολλά και πολλαπλά στρώματα που αναδιπλώνονται και αποκαλύπτουν σιγά σιγά τα πολλά μικρούλικα πανέμορφα στοιχεία στην πορεία. Αν δηλαδή πρέπει να σταθούμε κάπου είναι στην εξέλιξη. Στην ενορχήστρωση των κομματιών και στον τρόπο που οι συνθέσεις παρουσιάζουν λεπτό το λεπτό όλο και κάτι πιο γλυκό, δημιουργικό και εντυπωσιακά όμορφο σε σημεία.

Ανατροφοδότηση, θόρυβος και παραμόρφωση που κάνουν τα πολλά ομολογουμένως όργανα να ακούγονται σαν ένα τοίχος. Σαν να ακούς ένα υπνωτικό βουητό. Ύπνος που θα ταραχθεί από ένα όργανο (οποιοδήποτε, διάλεξε τυχαία) και θα υπενθυμίσει ότι αυτή η μουσική είναι ανθρωπινή παρότι σε στιγμές ακούγεται θεϊκή. Είναι συντριπτικά ζεστή, σαν μια αγκαλιά. Σαν μια φωτιά. Τα κάρβουνα που ροδίζουν μετά από ώρες. Σαν μια ηχητική ταλάντωση που όταν σπάσει ακούγεται σαν κραυγή.

Νιώθω ότι η επόμενη δουλειά τους δεν θα έχει καμία σχέση με αυτή εδώ. Σου αφήνουν σαν συγκρότημα την αίσθηση ότι μόνο ψάχνουν και μόνο θα πειραματιστούν (κι άλλο) από εδώ και μπρος. Καταφέρνουν να βγάζουν κάτι πολύ συναισθηματικό. Εμένα με άγγιξαν σε σημείο και με τρόπο που πολύ δύσκολα μπορεί να εκλογικευτεί. Αυτό το ακραίο ανεξάρτητο και ήρεμο rock που γεννάει ένα post-minimalism που παίζοντας το μπλέκουν jazz, πειραματικές και παραδοσιακές γεμάτες θόρυβο ιδέες, είναι το κάτι άλλο.

  • SHARE
  • TWEET