Black Soul Horde

Land Of Demise

Independent (2020)
Από τον Πάνο Ζαρκαδούλα, 25/11/2020
Η άποψή τους για το κλασικό metal ανεξαρτήτως γεωγραφικής προέλευσης, εμπλουτισμένο με επικά μέρη, είναι τόσο ξεκάθαρη και συνειδητοποιημένη, άρα και πειστική
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Λίγο ακόμα και θα αναρωτιόμασταν τί απέγινε αυτή η μπάντα με το εξαιρετικό ντεμπούτο πριν επτά χρόνια. Από τη στιγμή όμως που η βασική τριάδα εξερευνά και άλλα μουσικά μονοπάτια (Speedblow, Mahakala, Night Resident), αυτή η καθυστέρηση ήταν και μερικώς αναμενόμενη. Και καλοδεχούμενη εκ του αποτελέσματος, καλύτερα να μη «μιλάς» αν δεν έχεις να πεις κάτι. Οι Αθηναίοι αποφάσισαν να «μιλήσουν» φέτος και έχουν πολλά να μας πουν και να μας προσφέρουν.

Αυτό που θυμάμαι την πρώτη στιγμή που τους άκουσα, είναι το άμεσο χτύπημα του play όταν είδα το όνομά τους και το εξώφυλλο του Tales Of The Ancient Ones. Και ενώ σε άλλες περιπτώσεις αυτά τα δύο μένουν ορφανά από μουσική ποιότητα και αξία, αυτό δεν ίσχυσε ούτε τότε, ούτε τώρα. Η άποψή τους για το κλασικό metal ανεξαρτήτως γεωγραφικής προέλευσης, εμπλουτισμένο με επικά μέρη, είναι τόσο ξεκάθαρη και συνειδητοποιημένη, άρα και πειστική. Σε αρπάζει εξ αρχής και δε σε αφήνει παρά μόνο μετά το τέλος του Iron Will. Τί θα βρεις λοιπόν στα 35' του Land Of Demise; US metal, nwbhm, power metal, σφηνάκια από speed, όλα υπό την επήρεια φοβερής κιθαριστικής δουλειάς. Εναρκτήρια riff, δυναμικά lead, στοχευμένα solo, και άλλα riff, χτίζουν το όραμα της μπάντας. Αν η δουλειά στις κιθάρες είναι τα μπετά του «οικοδομήματος», το rhythm section είναι οι κολώνες του: Όσοι παραπονιόμαστε για το θάψιμο του μπάσου συχνά-πυκνά, εδώ θα το ευχαριστηθούμε με την ψυχή μας και για παρέα θα έχουμε τη μετρημένη δίκαση και την εξαιρετική τεχνική του πιτσιρικά Βασίλη Νάνου (Cerberus, Blessed By Perversion), ο οποίος συνολικά σαν παρουσία συμπληρώνει ιδανικά τους υπόλοιπους τρεις.

Οι φωνητικές γραμμές του Δημήτρη Κότση είναι σαν τον τέντζερη και το καπάκι με τη μουσική, τα δε πιο σκληρά φωνητικά που θα βρούμε διάσπαρτα, μας μεταφέρουν αυτόματα στο όνομα της μπάντας, προσωπικά θα τα επιθυμούσα σε μεγαλύτερη έκταση. Όλα αυτά μαζί, υπό τη σκέπη μιας δυναμικής παραγωγής από τον κιθαρίστα - μπασίστα Γιάννη Τσιακόπουλο, δημιουργούν ένα συμπαγές σύνολο που ακούγεται μονορούφι. Άλλη μια επιτυχία τους, το γεγονός ότι παρά τη μικρή διάρκεια των συνθέσεων, υπάρχει μπόλικη πληροφορία εντός τους και είναι ολοκληρωμένες. Ακόμα και ο τρόπος που κλείνουν είναι μελετημένος, τα ελάχιστα δευτερόλεπτα του επιλόγου τους είναι ουσιαστικά.

Σχεδόν σε κάθε ακρόαση και κλείνοντας τα μάτια, κυριαρχούσε το μωβ και το μαύρο ως παλέτα, τόσο έντονα αποτυπώθηκε το εξώφυλλο στον νου. Δεν ξέρω αν έχει σχέση με το αλλόκοτο πλάσμα της κέλτικης λαογραφίας, ξέρω ότι όπως και στο ντεμπούτο, έτσι κι εδώ μουσική και εικαστικό μέρος γίνονται ένα προς ευχαρίστησή μας. Αν οι Black Soul Horde θεωρούνταν ένα καλά κρυμμένο μυστικό, ήρθε η ώρα να αλλάξει αυτό. Με τη μουσική τους σαν δρεπάνι, ήρθε η ώρα του θερισμού.

  • SHARE
  • TWEET