Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...

Alabaster DePlume
A Blade Because A Blade Is Whole
Μία jazz γιορτή της αξιοπρέπειας και της ολότητας, απ’ την πιο μικρή μονάδα, ως την πιο μεγάλη κοινότητα
Το να ανακαλύπτεις τον Alabaster DePlume μοιάζει πολύ με το να ανακαλύπτεις ένα safe place. Η καλλιτεχνική περσόνα του Angus Fairbairn δοκιμάζει να αποτοξινώσει όλη την βρωμιά και τη δυσωδία αυτού του κόσμου μέσα απ’ τη μουσική, την ποίηση, αλλά και την εργασιακή του ηθική, που προτάσσει την αλληλεγγύη, την συνεργασία, τον πειραματισμό, και την ενθάρρυνση για το απρόβλεπτο (ηχογραφεί τους δίσκους του με διαφορετικούς μουσικούς και μέσω διαφόρων τζαμ που κοπτοράπτει). Διάολε, το ίδιο του το παρατσούκλι, τόσο αλαβάστρινο και λεπτοχαρές, το σκέφτηκε από κάτι καντήλια που άκουσε από περαστικό αυτοκίνητο! Αυτά ίσως προσφέρουν ένα πλαίσιο για το τι δυναμική κρύβει το "A Blade Because a Blade is Whole", ένας δίσκος θεραπευτικής jazz αναμεμειγμένης με απαγγελία ποίησης, έγχορδα, πνευματισμό, και ακόμη και folk στοιχεία, όπως σε κομμάτια όπως το "Invincibility" και "Too True", που φέρνουν στο μυαλό έναν πιο εσωστρεφή και ντροπαλό Nick Drake.
Το "A Blade…" είναι προϊόν μίας πιο συγκεντρωμένης και εστιασμένης προσπάθειας, που έρχεται να συμπληρώσει μία ποιητική συλλογή, αλλά και να διαδεχθεί το "Cremisan: Prologue to a Blade", ένα EP ηχογραφημένο από jam sessions στην Παλαιστίνη, εμφορούμενο απ’ το πνεύμα αυτεξουσίας και απελευθέρωσης της περιοχής που βιώνει την κατοχή του Ισραηλινού κράτους. Θεματικά, το άλμπουμ φαίνεται να μιλάει τόσο για την προσωπική ολοκλήρωση, αλλά ταυτόχρονα και για τον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού, λειτουργεί μεταφορικά για την ολότητα ενός ατόμου, αλλά και μίας κοινότητας, μ’ αυτές τις αφαιρετικές ισορροπίες και δισημίες που μπορεί να φέρει η ποίηση, ειδικά όταν δεν έχει και πολλή όρεξη να διαχωρίσει το προσωπικό απ’ το συλλογικό.
Το θεωρητικό – ιδεολογικό σχήμα του DePlume μπορεί να μην έχει σαφήνεια και συνέπεια, απ’ τη μία προτάσσοντας την ρευστότητα και την αστάθεια του εαυτού, και απ’ την άλλη κάνοντας λόγο για μία ολοκλήρωση, για λεπίδες που απ’ τη μία κόβουν και διαχωρίζουν, αλλά απ’ την άλλη οι ίδιες είναι ολόκληρες. Η μουσική του, όμως, είναι αναγνωρίσιμη και χαρακτηριστική. Αποτελεί υπόδειγμα μελωδίας και γεμάτου σώματος, καθώς τα έγχορδα συμπληρώνουν τα κενά όσο ο DePlume παίζει σαξόφωνο ακολουθώντας τη βασική ιδέα, αλλά το κάνει με μπόλικο τρέμολο και γυριστά ξόμπλια, που καθιστούν τη μουσική εύθραυστη αλλά ζωντανή, όπως λικνίζεται σαν βάρκα.
Τα κομμάτια του "A Blade…" δεν σκάνε πάνω σου με μεγάλες κορυφώσεις που θέλουν να σ’ αρπάξουν απ’ τα μούτρα, κι αυτό ενδεχομένως του στερεί μία γρήγορη σύνδεση, καθώς χρειάζεται να αφήσεις τις συνθέσεις να ριζώσουν καλά μέσα σου. Το "Thank You, My Pain" είναι ίσως το πιο ανατατικό και ευδιάθετο κομμάτι, μία ωδή στην αναγνώριση του Πόνου, όμως κατά κύριο λόγο τα κομμάτια ποντάρουν σε μία ένταση υφέρπουσα. Το "Paper Man", με την σχεδόν walking μπασογραμμή και το απειλητικό σαξόφωνό του αποτελεί καλό παράδειγμα όσων περιγράφω, παρ’ όλο που ξεφεύγει απ’ την τυπική jazz φόρμουλα, και πλησιάζει το trip hop.
Η πιο πνευματική και συμφωνική πλευρά της μουσικής μπορεί να δημιουργήσει διάφορους συνειρμούς, ανάλογα και με τα ακούσματά σου – π.χ. εγώ στο "Prayer for My Sovereign Dignity" σκέφτομαι τις πιο ταξιδιάρικες στιγμές του Jan Garbarek – καθώς πρόκειται για έναν δίσκο που οφείλει την αυτοτέλειά του και στο γεγονός ότι έχει αρκετή ποικιλομορφία, ώστε να μην γέρνει στη μονοτονία. Αυτό είναι πιθανώς που του επιτρέπει να απευθύνεται ακόμη και σε κόσμο που δεν αποτελεί μέρος του jazz ακροατηρίου, όπως είναι η αφεντιά μου. Απ’ το εισαγωγικό "Oh My Actual Days" μέχρι και σχεδόν τη μέση του δίσκου, μοιάζει ο DePlume να εισάγει διαρκώς στοιχεία στον ήχο του, να ανοίγει την ψαλίδα με κάθε κομμάτι, και να συμπληρώνει τα χρώματα. Όχι ότι το δεύτερο μισό είναι φτωχό ή λειψό, όμως με την εξαίρετη του "Too True", όλα τα υπόλοιπα κομμάτια βρίσκονται εμφατικά στην jazz πλευρά, με αυτοσχεδιαστικό και χαλαρό χαρακτήρα, και γι’ αυτό και πιο ορχηστρικό, με τους στίχους να πέφτουν οριακά σε ανυποληψία, παρεκτός κι αν πρόκειται για χορωδιακά μέρη που ράβονται μαεστρικά μαζί με τα υπόλοιπα όργανα.
Την κόρνα της λήξης θα σφυρίξει το "This Was My Garden", μία μακροσκελής σύνθεση με υμνική διάθεση, όπου ο DePlume ξεσαλώνει με ένα σόλο πάνω από ένα διακριτικό αλλά ιδιαίτερα εντυπωσιακό πιάνο, με τα drums να κερδίζουν για άλλη μία φορά την προσοχή (πρόκειται μάλλον για την Donna Thompson, όμως ενδέχεται να είναι ο Momoko Gill, καθώς μοιράζονται τα credits για τα ντραμς). Στο τέλος, επικρατεί μία ησυχία. Έχουμε γίνει πιο ολόκληροι; Έχουμε πετύχει κάποια αυτεξουσία; Έχουμε έρθει πιο κοντά; Έχουμε θεραπευτεί; Υποθέτω πως η απάντηση θα είναι διαφορετική για καθένα από μας, όμως εντάξει, ο DePlume δεν μπορεί παρά να δώσει το έναυσμα, αναγνωρίζοντας και γιορτάζοντας ρητά ή μουσικά την αυτοτέλεια και την αξιοπρέπειά μας. Όλα τα υπόλοιπα, όμως, πρέπει να περνάνε κι απ’ το δικό μας χέρι σε κάποιο βαθμό, δε συμφωνείτε;