Sani Festival @ Λόφος Σάνης (Χαλκιδική), 25-26/07/08

15/09/2008 @ 08:43
Για να φτάσω στη Σάνη Χαλκιδικής χρησιμοποίησα σχεδόν κάθε διαθέσιμο μέσο. Τρόλεϊ, μετρό, τραίνο, λεωφορεία, ωτοστόπ, ώσπου κατέληξα στο κάμπινγκ της περιοχής. Έστησα τη σκηνή μου κοντά στη θάλασσα και κοίταξα για πρώτη φορά που βρισκόμουνα. Ένας κόλπος, που στη μια άκρη του υψώνεται ο λόφος που είναι και ο χώρος που διεξάγεται το Sounds of the World, τμήμα του δέκατου έκτου φεστιβάλ της Σάνης, λίγο πιο κάτω το ξενοδοχείο των πολλών αστέρων και των πρωτόγνωρων για μένα εγκαταστάσεων, στην άλλη πλευρά του κόλπου βρίσκεται το έτερο μεγαλοξενοδοχείο και σε ό,τι χώρο έχει απομείνει ανάμεσα τους ασφυκτιεί η παραλία, εν μέσω ομπρελών, καρεκλών, κάμπινγκ και μιας μαρίνας, η οποία μπαίνει μέσα στη στεριά και φέρει υπερπολυτελή σκάφη, εστιατόρια, τουριστικά μαγαζιά και σπιτάκια. Πραγματικά, τεράστια επέμβαση στο φυσικό περιβάλλον και με προσωπικές αμφιβολίες για το μέλλον της παραλίας.

Την Παρασκευή εμφανίζονταν οι Amadou & Mariam, το τυφλό ζευγάρι από το Μάλι που στην τελευταία δουλειά του, "Dimanche á Bamako", έβαλε το χεράκι του ο Manu Chao, που με τα γνωστά κόλπα του δημιούργησε έναν πιο εύχρηστο ήχο σε σχέση με τα προηγούμενα album, ανοίγοντας την πόρτα και σε ένα άλλο κοινό πέραν αυτού που ασχολείται με τη μουσική του κόσμου. Εντούτοις, οι Amadou & Mariam γράφουν ήδη μια ιστορία περίπου 30 ετών, με αρκετές κυκλοφορίες σε κασέτες και 5 δίσκους, με γερές αναφορές στο africafunk και στην afropop. Ο Amadou, με θητεία στους Ambassadeurs Du Motel De Bamako, γνωστότεροι από την πρώτη εμφάνιση του Salif Keita στις τάξεις τους, έχει τον προσωπικό του ήχο στην κιθάρα με τις blues καταβολές, που στιγμές σου θυμίζει τον άλλο μεγάλο του Μάλι, τον εκλιπόντα Ali Farka Toure.



Ανέβηκα λοιπόν στο λόφο, θαύμασα την εκπληκτική θέα και ανέμενα την έναρξη, μαζί με άλλους 1000 περίπου, που κάποιοι από αυτούς είχαν κάνει επίσης μεγάλο ταξίδι για να καταλήξουν στη Σάνη. Το ζευγάρι βγήκε στη σκηνή βοηθούμενο και ο Amadou πήρε τη χρυσαφένια κιθάρα του δίνοντας το έναυσμα στη Mariam και στους υπόλοιπους τέσσερις μουσικούς (κιθάρα - μπάσο, drums, πλήκτρα, κρουστά). Ο κόσμος με τον ενθουσιασμό του βοήθησε τους επί σκηνής να υπερβούν την αρχική αδράνεια αλλά και τις συνεχείς διακοπές του ήχου και να ξετυλίξουν τη ρυθμική λεοπαρδαλέ φλοκάτα τους. Καταπιαστήκανε με όλη τη δισκογραφία τους, εξαιρώντας όμως τα πιο ατμοσφαιρικά μέρη αυτής, επικεντρώνοντας σε μια πιο uptempo επιλογή και δίνοντας μια διαφορετική ερμηνεία από αυτές του δίσκου. Ο κρουστός Yves Abadi είχε πρωταγωνιστικό ρόλο, τόσο μουσικά όσο και πάνω στη σκηνή, με την αεικίνητη παρουσία του (κομματάκι δύσκολο κουβαλώντας ένα djembe ανάμεσα στα πόδια σου). Γενικά, η μπάντα είχε πολύ κέφι και έδωσε αυτό που ήθελε το κοινό, μουσική για να κουνήσουμε τον πισινό μας, ξεσηκώνοντας ακόμα και κάποιους σοβαρούς τύπους από την καρέκλα τους. Από την άλλη, όμως, έλειπε το στοιχείο που θα μπορούσε να μας μεταφέρει κάτω από τον αφρικανικό ουρανό, αν βέβαια κάποιος ζητούσε κάτι τέτοιο.

Την επόμενη βραδιά όμως, οι Tinariwen μας έκαναν σχεδόν να καούμε από την καυτή άμμο της ερήμου πάνω στην οποία χορεύαμε. Ένα σύνολο ανθρώπων που ανήκουν στη φυλή των νομάδων Tuareg, με διαδρομή 25 ετών και σημείο μηδέν τη συνεύρεση τους σε ένα στρατόπεδο κατά τη σύγκρουση των Tuareg με την κυβέρνηση του Μάλι, διεκδικώντας την ανεξαρτησία τους. Στην σκηνή ανέβηκαν οκτώ άτομα, ντυμένα με τα πολύχρωμα ρούχα που συνηθίζουν να φορούν και στην έρημο, με τη συνοδεία τεσσάρων ηλεκτρικών κιθαρών, μπάσου και κρουστών. Και ξεκίνησαν να μας μεταδίδουν τον εκπληκτικό ήχο τους, ένα πολυμορφικό κράμα blues, rock, αραβικών ρυθμών στη γαλλική και την tamashek γλώσσα, με πολλούς λαρυγγισμούς και παλαμάκια.



Ένα κυκλικό groove που πολύ γρήγορα η επανάληψη του σε έβαζε σε κατάσταση έκστασης, χορεύοντας και βαρώντας και εσύ με τη σειρά σου παλαμάκια, που όσο και αν θεωρεί κάποιος αυτή τη συνήθεια εκνευριστική στις συναυλίες, είναι σίγουρο ότι δύσκολο θα το απέφευγε το συγκεκριμένο βράδυ. Οι δυο κυρίες στα φωνητικά ξεσήκωναν τους πάντες με τις απίστευτες κραυγές / ιαχές που έβγαζαν και αυτοί οι ήχοι που όλο κάτι σου θύμιζαν λόγω των αραβικών καταβολών, έφερναν την άμμο της Σαχάρα στα ρουθούνια μου. Ο ευγενής και γαλήνιος Ibrahim Ag Alhabib, που αποτελεί και τη ραχοκοκαλιά των Tinariwen, έπαιξε δεξιότεχνα την κιθάρα του και τραγούδησε αποσπάσματα από την τελευταία αριστουργηματική δουλειά τους, το "Aman Iman", καθώς και από το ισάξιο προηγούμενο δίσκο "Amassakoul".

Οι Tinariwen απέδωσαν ένα ισοτονικό ηχοτοπίο, στο οποίο άνετα θα μπορούσα να περιπλανηθώ ολόκληρη τη νύχτα. Τελικά όμως κατέληξαν κάπου κοντά στα μεσάνυχτα και έμεινα να κοιτώ τον ουρανό με περίσσια ευχαρίστηση που είδα αυτούς τους ανθρώπους από ένα μακρινό και αρκετά διαφορετικό τόπο να πετυχαίνουν μια ομαδική ταύτιση του κοινού με τη μουσική τους.

Και η επιστροφή στην Αθήνα πήρε πολλές ώρες...

Παναγιώτης Τσώνης
  • SHARE
  • TWEET