Bullet For My Valentine

Fever

Sony BMG (2010)
Από τον Ιάσονα Τσιμπλάκο, 12/05/2010
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Υψηλές προσδοκίες. Ίσως μάλλον οι υψηλότερες για φέτος. Και δεν έφταιγε μόνο η αγάπη που έχω για τους Ουαλούς, αλλά κυρίως τα διάφορα που άκουγα και διάβαζα δω και κει για το περιεχόμενο και την ποιότητα του δίσκου αυτού. Κάπου εκεί θα ήταν χρήσιμο κάποιος να μου δώσει μια σφαλιάρα και ένα μικρό καλάθι, αλλά δυστυχώς το μόνο που έλαβα τελικώς ήταν τέσσερα με πέντε καλά τραγούδια και έναν ντορβά αδιαφορία.

"Fever" λοιπόν. Ο τρίτος δίσκος των Bullet For My Valentine,  με τον κύριο Don Gilmore πίσω από τις κονσόλες της παραγωγής, γνωστό για τις συνεργασίες του με τους Linkin Park και τους Good Charlotte. Το άλμπουμ ήρθε προσπαθώντας να δώσει μία πιο κατατοπιστική κατεύθυνση στον ήχο της μπάντας, καθώς φαίνεται ότι φλέρταρε αμήχανα ανάμεσα σε πολλά είδη, πράγμα που ξένιζε πολλούς. Προσωπικά, ποσώς με ενδιέφερε, μιας που ένιωθα πως και οι δύο προηγούμενοι δίσκοι είχαν πολλά να πουν (όπως και το εξαιρετικό EP "Road To Nowhere") και η μπάντα, παρόλες  τις εμφανέστατες «μεταλλικές» επιρροές της, που συνήθως δε μου λένε και πολλά, κατάφερε να ξεχωρίσει στα μάτια μου.

Το μόνο σίγουρο είναι πως έχουν βρει μία πολύ πετυχημένη συνταγή, αφού σχεδόν κάθε τραγούδι έχει και κάποιο πιασάρικο σημείο, αλλά αυτό εννοείται πως δεν καθιστά αμέσως το κομμάτι ως «καλό». Έναρξη του άλμπουμ με το ευχάριστο "Your Betrayal", το οποίο αποτέλεσε και επιλογή για το πρώτο single του δίσκου. Η εισαγωγή του τραγουδιού αυτού είναι από τα δυνατά χαρτιά του δίσκου, όπως και οι ψίθυροι του frontman, Μatt Tuck, που όταν συνδυάζονται με έναν ανατριχιαστικό «μπασοβρυχηθμό» από πίσω, δίνουν ένα αρκετά σκοτεινό feeling στο κομμάτι, πανέμορφο. Οι λεπτομέρειες είναι παιδιά, οι λεπτομέρειες.

Στη συνέχεια, το ομώνυμο, "Fever", είναι ίσως το χειρότερο κομμάτι που έχουν γράψει ποτέ.  Είναι οι κακόγουστες φωνητικές γραμμές; Τα χαζά εφέ; Οι γελοίοι στίχοι; Ποιος ξέρει; Προσπερνάται πανεύκολα δίχως πισωγυρισμό. Το "Last Fight", που είναι και το δεύτερο single, είναι και αυτό από τις καλές στιγμές του δίσκου. Δυνατή εισαγωγή με κολλητικό riff που συνεχίζει ακούραστα καθ' όλη τη διάρκεια του κομματιού, που τελικά οδηγεί σε ένα σόλο-έκπληξη που ουδεμιά σχέση έχει με ό,τι έχουμε ξανακούσει από τη μπάντα. Η έκπληξη είναι τόση που ενώ αρχικά σου φαίνεται ξένο και αταίριαστο, στο τέλος όμως είναι εκείνο που σου μένει από το κομμάτι. Το ζενίθ μάλλον του δίσκου συναντάται στο μελιστάλαχτο "A Place Where You Belong". Έχω δίπλα μου 2-3 συνεντεύξεις της μπάντας που δηλώνουν το πόσο βαρέθηκαν εκείνα τα μπαλαντοειδή κομμάτια που έγραφαν (που όλως τυχαίως είναι και από τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους), και πως η νέα τους δουλειά δεν θα περιέχει τέτοια. Κοπήκατε κύριοι. Το "A Place Where You Belong" συνδυάζει υπέροχα την μελωδική και την πιο, εχμ, ευαίσθητη (;) πλευρά της μπάντας, καταφέρνοντας παράλληλα να κρατήσει ένα «βαρύ και ασήκωτο» στάτους.

Το "Alone" και το "Bittersweet Memories" είναι ίσως τα μόνα άλλα που ξεχωρίζουν από το σύνολο του δίσκου. Το πρώτο μόνο και μόνο για την εντυπωσιακή εισαγωγή του (που πάλι δεν θυμίζει τίποτα από Bullet For My Valentine), ενώ το "Bittersweet Memories" αναπαράγει το ίδιο μοτίβο με το "A Place Where You Belong" έχοντας όμως και παράλληλα ένα από τα πιο πιασάρικα ρεφρέν που έχω ακούσει φέτος (μμ, η μυρωδιά όμως του "Forever And Always" είναι παρούσα).

Συνοψίζοντας, θα μπορούσε κανείς άνετα να διαφωνήσει μαζί μου, λέγοντας πως είναι μια αξιοπρεπέστατη κυκλοφορία, και γω δεν θα μπορούσα αλήθεια να τον κατακρίνω, γιατί πράγματι δεν υπάρχουν αρκετά εμφανή ψεγάδια για να πει κανείς πως ο δίσκος είναι κακός. Απλά είναι λίγος. Nothing less, nothing more. Η μπάντα πήρε το σίγουρο μονοπάτι και αυτό φαίνεται. Όταν μπορείς και προβλέπεις  τις φωνητικές μελωδίες ή ακόμα και τις συγχορδίες με το πρώτο άκουσμα στα περισσότερα κομμάτια του δίσκου, γίνεται εμφανές πως όλο αυτό το εργάκι κάπου το' χεις ξαναδεί. Δεν ήταν το βήμα μπρος που περίμενα, όχι.
  • SHARE
  • TWEET