Sad Lovers And Giants: «Aν είχαμε αποκτήσει αμέσως φήμη, θα είχαμε πεθάνει»

Η ιδιαίτερη μπάντα από το Watford μας αναλύει πώς δουλεύει, γιατί συγκινούνται με τους νέους οπαδούς τους και γιατί αν σιγοκαίγεσαι, τουλάχιστον δεν πεθαίνεις

Από τον Παντελή Κουρέλη, 10/07/2023 @ 18:28

Πραγματικοί βετεράνοι του post-punk, οι Sad Lovers And Giants δημιουργήθηκαν στο Watford το 1980 και από τότε μας έχουν προσφέρει ικανό αριθμό δίσκων για να τους αγαπήσουμε διαχρονικά. Η σχέση τους με την Ελλάδα είναι εξαιρετική, μιας και παρ’ όλο που παίζουν ζωντανά πραγματικά πολύ σπάνια, σχεδόν πάντοτε περνάνε από τα μέρη μας και μάλιστα με σταθερή επιτυχία. Φέτος, πάνω στα 40 χρόνια από το "Feeding The Flame", θα παίξουν την πρώτη μέρα του Death Disco Athens Open Air Festival κι εμείς αδράξαμε την ευκαιρία για να τους θέσουμε μερικές ερωτήσεις. Τις περισσότερες μας τις απάντησε ο τραγουδιστής Garçe Allard, όμως επειδή προφανώς τους πετύχαμε σε κάποια πρόβα, προς το τέλος χώθηκαν και ο κιθαρίστας Tony McGuinness και ο πληκτράς Nigel Pollard για να συνεισφέρουν κι αυτοί μερικές κουβέντες. Ας δούμε τι είχαν να μας πούνε!

Έχετε πολύ ιδιαίτερο όνομα! Πώς προέκυψε;

Garce: Ο τότε κιθαρίστας μας, ο Tristan Garel-Funk, ήθελε να δημιουργήσει ένα fanzine και το Sad Lovers & Giants ήταν ο τίτλος που επέλεξε για αυτό. Στα Αγγλικά, το να «σκουριάζεις» (σ.σ. χρησιμοποίησε τη λέξη "slag", που είναι ακρωνύμιο του ονόματός τους) κάποιον σημαίνει να του δείχνεις ασέβεια και η ιδέα για το fanzine του ήταν να «σκουριάζει» όλα τα άλλα τοπικά συγκροτήματα στο Watford από όπου καταγόμαστε. Σκέφτηκε καλύτερα αυτή την ιδέα, αλλά όταν το συγκρότημα έψαχνε για ένα διαφορετικό όνομα, το χρησιμοποιήσαμε. Για μένα φέρνει στο νου έναν παραμυθένιο κόσμο νεαρών κοριτσιών που κλαίνε και απίθανα μεγαλόσωμους ανθρώπους.

Έχουν περάσει πέντε χρόνια από το "Mission Creep". Δεν βγάζετε δίσκους πολύ συχνά, αλλά μήπως έχετε κάποιον νέο στο μυαλό σας ή στα σκαριά;

Garce: Έχουμε γράψει αρκετά τραγούδια για τον επόμενο δίσκο μας και περίπου τα μισά από αυτά έχουν ηχογραφηθεί και βρίσκονται σε κάποιο στάδιο ανάπτυξης. Σκοπεύουμε να τα κυκλοφορήσουμε μόλις είναι έτοιμα, αλλά δεν εργαζόμαστε ακριβώς με αυστηρές προθεσμίες.

Πώς έχει αλλάξει η δημιουργική διαδικασία της μπάντας με τα χρόνια; Υποθέτω ότι το "Epic Fire Garden" δεν γράφτηκε και ηχογραφήθηκε με τον ίδιο τρόπο όπως το "Mission Creep"! Πώς ακριβώς λειτουργούν οι Sad Lovers And Giants;

Garce: Καλή ερώτηση, σε προειδοποιώ ότι θα έχει μακροσκελή απάντηση! Τον πρώτο καιρό ο Tristan έγραφε τα περισσότερα τραγούδια, με σημαντικές συνεισφορές από τους Cliff Silver (μπάσο), Dave Wood (πλήκτρα) και Nigel Pollard (πλήκτρα/κρουστά). Εγώ έγραφα όλους τους στίχους. Προβάραμε όλα τα τραγούδια και μετά πηγαίναμε στο στούντιο και τα ηχογραφούσαμε – αν και ο Tristan είχε ηχογραφήσει μόνος του κάποια πολύ βασικά home demos. Όταν η σύνθεσή μας άλλαξε και ο Tony McGuinness έγινε ο κιθαρίστας μας, αναλάβαμε οι δυο μας το μεγαλύτερο μέρος της συνθετικής διαδικασίας, με μουσική συνεισφορά και από τους υπόλοιπους. Δεν ήταν ουσιαστικά και πολύ διαφορετικό από πριν, απλώς τα home demos ήταν καλύτερης ποιότητας. Από τη δεκαετία του 2000, ο Tony είχε γίνει μέλος του progressive trance γκρουπ Above & Beyond και ήταν πλήρως αφοσιωμένος σε αυτούς μουσικά. Το 2009, όταν και ξεκινήσαμε να ξαναδίνουμε συναυλίες, όλοι πια είχαμε studios στα σπίτια μας. Fast forward στο "Mission Creep" που γράφτηκε και ηχογραφήθηκε μεταξύ 2009 και 2019. Όλα τα τραγούδια σε αυτόν τον δίσκο ήταν home demos από τον Tony ή εμένα. Είχα γράψει μελωδίες και στίχους και πάνω σε αυτά στη συνέχεια δούλεψε όλο το συγκρότημα. Ο Ian (σημερινός μπασίστας) έγραψε δύο ορχηστρικά τραγούδια τα οποία δούλεψε στο σπίτι του ο Tony. Όλα αυτά τα τραγούδια για τα οποία είχαμε φτιάξει home demos στη συνέχεια τα προβάραμε με το συγκρότημα, τα αποσυνθέσαμε και τα ξαναφτιάξαμε όλοι μαζί για να τα παίξουμε ζωντανά. Αυτή η ζωντανή αναπαραγωγή των νέων τραγουδιών και το επακόλουθο πείραγμά τους είναι η μεγαλύτερη αλλαγή στη δημιουργική μας διαδικασία και εξηγεί γιατί κυκλοφορούμε υλικό με τέτοιους παγετώδεις ρυθμούς. Επίσης, πλέον δεν πηγαίνουμε απαραιτήτως σε κάποιο studio για να ηχογραφήσουμε τραγούδια γιατί, για παράδειγμα, μπορώ να τραγουδήσω τα φωνητικά μου στο σπίτι και να τα στείλω με dropbox στον Tony για να κάνει παραγωγή. Αυτή τη στιγμή έχουμε περίπου οκτώ τραγούδια που βρίσκονται σε διαφορετικά στάδια αυτής της διαδικασίας.

Προτιμώ να γράφω και να ηχογραφώ νέο υλικό, αλλά με τα χρόνια άρχισα να απολαμβάνω και τις συναυλίες μας

Τόσο οι δίσκοι όσο και οι ζωντανές εμφανίσεις σας σπανίζουν στις μέρες μας. Τι προτιμάτε περισσότερο, να παίζετε ζωντανά ή να ηχογραφείτε νέο υλικό;

Garce: Προτιμώ να γράφω και να ηχογραφώ νέο υλικό, αλλά αποδέχομαι ότι πρέπει να το εκτελέσουμε ζωντανά και τολμώ να πω ότι με τα χρόνια άρχισα να απολαμβάνω περισσότερο τις συναυλίες μας. Τα άλλα μέλη απολαμβάνουν τις ζωντανές εμφανίσεις περισσότερο από εμένα.

Είστε αρκετά επιλεκτικοί με τις ζωντανές σας εμφανίσεις. Πώς και μας επισκέπτεστε τόσο συχνά εδώ στην Αθήνα; Εμάς μας αρέσει!

Garce: Δεν θέλουμε να παίζουμε τόσες πολλές συναυλίες ώστε να μην έχουμε χρόνο να δουλέψουμε για να γράψουμε νέο υλικό, επομένως παίζουμε μόνο πέντε ή έξι συναυλίες το χρόνο. Η εξαίρεση ήταν όταν κάναμε περιοδεία στις ΗΠΑ, αλλά δεν μπορούσαμε να απορρίψουμε την πρόσκληση που μας έγινε να παίξουμε στο φεστιβάλ SXSW! (σ.σ. παίξανε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ τότε, ήταν το 2016) Προσπαθούμε να παίζουμε Αθήνα κάθε δεύτερη χρονιά και όσο υπάρχει κοινό που θέλει να μας δει εκεί, θα συνεχίσουμε να το κάνουμε.

Ο Τύπος δεν υποστήριξε ακριβώς το συγκρότημα σας κατά τη διάρκεια της καριέρας σας. Πώς ήταν η συμπεριφορά του Τύπου προς τους Sad Lovers And Giants μεταξύ των ετών;

Garce: Στις αρχές της δεκαετίας του '80 δεν υπήρχε internet και όλοι βιαζόμασταν να αγοράσουμε τις εβδομαδιαίες μουσικές εφημερίδες για να διαβάσουμε για τα αγαπημένα μας συγκροτήματα. Οι μουσικοί δημοσιογράφοι ήταν κάτι σαν θεοί αναφορικά με το ότι μπορούσαν είτε να «φτιάξουν» ή να καταρρακώσουν συγκροτήματα με τις κριτικές τους. Τραβήξαμε αρνητική δημοσιότητα εξ’ αιτίας του ονόματός μας. Επίσης, το γεγονός ότι προερχόμασταν από το καταπράσινο προάστιο του Λονδίνου το Watford και όχι από μια μουσικά μοντέρνα πόλη όπως το Λίβερπουλ ή το Μάντσεστερ, δεν βοήθησε. Η απάθεια και η αδιαφορία προς το συγκρότημα από την πλευρά του μουσικού Τύπου ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους διαλύθηκε το συγκρότημα μετά τον δεύτερο δίσκο. Στα τέλη της δεκαετίας του '80 αρχίσαμε να λαμβάνουμε κάποιες ευνοϊκές κριτικές και μάλιστα το Melody Maker έκανε ένα δισέλιδο αφιέρωμα για εμάς. Στα τέλη της δεκαετίας του '90 το internet είχε αλλάξει τα πάντα και διαπιστώσαμε ότι, παρόλο που δεν είχαμε παίξει από το 1991, ήμασταν μεγαλύτεροι από ποτέ, με μια παγκόσμια βάση θαυμαστών που ήταν συγκεντρωμένη online. Έτσι, βρεθήκαμε ξανά μαζί μόνιμα το 2009 για να παίξουμε στο Gagarin στην Αθήνα και από τότε δεν έχουμε σταματήσει. Πρόσφατα εμφανιστήκαμε στο περιοδικό Blitz, το οποίο είναι διαθέσιμο σε καταστήματα στο Ηνωμένο Βασίλειο, αν και ειλικρινά πράγματα όπως το Spotify κάνουν περισσότερα για να διαδώσουν τη φήμη μας από τους μουσικούς δημοσιογράφους αυτές τις μέρες.

Ίσως αν είχαμε αποκτήσει αμέσως φήμη, να είχαμε καεί και πεθάνει

Πέρασε ποτέ από το μυαλό σας το 1982 ότι θα συνεχίζατε να φτιάχνετε μουσική και να παίζετε το 2023;

Garce: Όχι, και ίσως αν είχαμε αποκτήσει αμέσως φήμη να είχαμε καεί και πεθάνει. Για να σου επεκτείνω λίγο τη «φλεγόμενη» μεταφορά, σου λέω ότι σιγοκαίμε εδώ και σαράντα χρόνια!

Πώς ήταν η εμπειρία της συνεργασίας με μια τόσο μικρή εταιρεία όπως η Midnight Music; Ποια ήταν τα υπέρ και τα κατά;

Garce: Από τη μία διατηρούσαμε πάντα ένα ικανοποιητικό επίπεδο καλλιτεχνικού ελέγχου με μια τόσο μικρή εταιρεία, από την άλλη όμως η εταιρεία δεν είχε τις κατάλληλες διασυνδέσεις ή την εμπειρία για να μας προωθήσει σωστά. Χρειάστηκε να έρθει το internet για να μπορέσουμε να κάνουμε περιοδεία στην Αμερική, για παράδειγμα, αν και πάντα γνωρίζαμε ότι εκεί είχαμε τους περισσότερους οπαδούς.

Πρόσφατα οι δίσκοι σας επανακυκλοφόρησαν από την Cherry Red. Πώς είναι η συνεργασία σας μαζί τους; Πιστεύετε ότι οι επανακυκλοφορίες έχουν δημιουργήσει μια νέα βάση θαυμαστών για εσάς;

Garce: Η συνεργασία μας μαζί τους στο box set ήταν εξαιρετική (σ.σ. είχε βγει το 2017 και περιείχε σχεδόν τα άπαντα). Μάλιστα, το artwork το έκανε ο Tristan Garel-Funk, οπότε κατέληξε ακριβώς όπως το θέλαμε. Νομίζω ότι το γεγονός ότι το υλικό μας είναι διαθέσιμο μέσω της Cherry Red έχει παίξει σημαντικό ρόλο στο να έχουμε περισσότερους οπαδούς. Ωστόσο, το "Mission Creep" το κυκλοφορήσαμε στη δική μας εταιρεία Voigt-Kampff και το έχουμε διαθέσιμο για κατέβασμα ούτως ή άλλως.

Προσωπικά έχω ανακαλύψει τη μουσική σας αρκετά πρόσφατα μέσω ενός φίλου και θεωρώ τον εαυτό μου νέο θαυμαστή σας. Ποια είναι η αντίδρασή σας όταν νέοι άνθρωποι ανακαλύπτουν τη μουσική σας μετά από τόσα χρόνια που υπάρχετε ως συγκρότημα;

Garce: Νιώθω ευλογημένος όταν ακούω ιστορίες σαν τη δική σου. Σημαίνει ότι υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω που δεν υπήρχαν απαραίτητα στη δεκαετία του '80 και έχουν την εντύπωση ότι είμαστε υπέροχοι όσο την έχω κι εγώ! Παίζαμε πρόσφατα στο Λονδίνο και τουλάχιστον το μισό κοινό ήταν κάτω των 30 ετών.

Πώς αποφασίσατε ή πότε αποφασίσατε να γίνετε μουσικοί; Υπήρχε κάτι που πάτησε ένα κουμπί ή ήταν μια διαδικασία που εξελισσόταν αργά;

Garce: Όλοι μας μπορούμε να κατονομάσουμε μια συγκεκριμένη συναυλία στην οποία πήγαμε και μετά σκεφτήκαμε, «ναι, θέλω να είμαι εκεί πάνω στη σκηνή». Για τον Tony ήταν σε μια συναυλία του Jonathan Richman and the Modern Lovers στο Bristol, για μένα ήταν σε μια συναυλία των Slade στο Wembley Empire Pool το 1973 και για τον Nigel ήταν η punk κουλτούρα και το γεγονός ότι είδε τους Sex Pistols στην τηλεόραση. Η αργά εξελισσόμενη διαδικασία έχει να κάνει με το γεγονός ότι υπάρχουμε μέχρι και σήμερα.

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες επιρροές σας και οι καλλιτέχνες που θαυμάζετε περισσότερο;

Garce: Τα τελευταία χρόνια έχω επηρεαστεί από αυθεντικούς τραγουδοποιούς που έχουν αντέξει στη δοκιμασία του χρόνου. Ο Nick Drake είναι ένας τέτοιος τραγουδοποιός. Έχω επίσης καταλάβει ότι ο Sting έχει γράψει πολλά καλά τραγούδια. Οι U2 με ανταμείβουν πάντα όποτε τους επισκέπτομαι από καιρό σε καιρό. Θαυμάζω πάρα πολύ τον Paul McCartney, αλλά και τον Robert Smith.

Tony McGuinness - Οι μεγαλύτερες επιρροές μου είναι η αγάπη, η κατάθλιψη, ο θυμός και τα όνειρα. Θαυμάζω τους Cure, τους Chameleons, τους My Bloody Valentine και τους Sad Lovers & Giants.

Θα θέλαμε να πούμε στον Jeff Buckley ότι μας λείπει πάρα πολύ και να τον ρωτήσουμε αν το έκανε επίτηδες

Αν είχατε την ευκαιρία να το κάνετε, ποιον μουσικό θα θέλατε εσείς να έχετε απέναντί σας και να του θέσετε ερωτήσεις;

Tony: Τον Jeff Buckley, για να του πω ότι λείπει πάρα πολύ σε όλους μας και για να τον ρωτήσω αν ήθελε να το κάνει (σ.σ. ο Jeff Buckley βρέθηκε πνιγμένος σε έναν παραπόταμο του Mississippi, προφανώς αναρωτιέται αν αυτοκτόνησε).

Garce: Θα ήθελα να ρωτήσω τον Nick Drake ακριβώς το ίδιο πράγμα (σ.σ. πέθανε από υπερβολική δόση χαπιών)!

Ασχολείστε με τη μουσική εδώ και αρκετό καιρό. Πώς βλέπετε τις αλλαγές που πέρασε η μουσική βιομηχανία; Προτιμάτε τη δεκαετία του '80 ή τη σημερινή εποχή;

Tony: Ζούμε ακόμα στον απόηχο του εικοστού αιώνα, όταν οι δημοφιλείς μουσικοί ήταν σχετικά λίγοι σε αριθμό (κυκλοφορούσαν μόνο περίπου 50 νέα singles την εβδομάδα στο Ηνωμένο Βασίλειο) και τους καλύτερους τους προωθούσαν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και γινόντουσαν διάσημοι. Στις μέρες μας κυκλοφορούν περίπου 600.000 κομμάτια κάθε εβδομάδα, δεν υπάρχουν μέσα μαζικής ενημέρωσης και όλοι ακολουθούν διαφορετικούς καλλιτέχνες, που είναι «διάσημοι» για αυτούς αλλά άγνωστοι σε όλους τους άλλους. Ευτυχώς για εμάς, στη σχετικά επίπεδη τοπογραφία του Spotify, οι παλιότερες μπάντες με ιστορία έχουν περισσότερη προβολή σε σχέση με ολοκαίνουργιες μπάντες και έτσι απολαμβάνουμε μια δεύτερη περίοδο στην οποία η μπάντα είναι ακόμα μεγαλύτερη από ό,τι όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά μουσική. Αλλά δεν θα μπορούσαμε να έχουμε αυτή την κατάσταση χωρίς να έχουν υπάρξει τα ‘80s, οπότε είναι ισοπαλία.

Ακούτε ακόμα νέα συγκροτήματα ή νέα μουσική;

Garce: Ναι, αλλά είμαι προσεκτικός στο τι επιτρέπω να με επηρεάσει στις μέρες μας. Μόλις τελείωσα ένα πτυχίο Τέχνης και μεγάλο μέρος της διαδικασίας απόκτησής του αφορούσε στο να μπορέσω να προσδιορίσω την αυθεντική δημιουργική φωνή μου, η οποία περιλαμβάνει ποιοι καλλιτέχνες με επηρεάζουν και γιατί. Ως τραγουδιστής των Sad Lovers & Giants έχω ήδη μια αυθεντική δημιουργική φωνή που σχηματίστηκε από όλα τα συγκροτήματα που άκουσα στις αρχές της δεκαετίας του '80 και την προστατεύω. Φυσικά, αν ακούσω κάτι νέο και υπέροχο, δεν μπορώ να μην επαναξιολογήσω.

Tony: Υπάρχουν τόσες πολλές νέες μουσικές που είναι δύσκολο να τις αποφύγεις. Μου άρεσε το τελευταίο άλμπουμ των National, ήταν ο δίσκος που προσπαθούσαν να κάνουν σε όλη τους την καριέρα. Επίσης είμαι ιδιαίτερα ερωτευμένος με την Kate Davis, μουσικά μου θυμίζει λίγο την Belly, αλλά είναι πιο αιχμηρή.

Τι να περιμένουμε από τη συναυλία σας εδώ στην Αθήνα;

Nigel Pollard: Μια υπέροχη παράσταση με υπέροχα τραγούδια!

  • SHARE
  • TWEET