Αφιέρωμα: The Cranberries

16/06/2007 @ 07:42
Οι Ιρλανδοί αδιαμφισβήτητα έχουν τη θέση τους ανάμεσα στα ονόματα που κυριάρχησαν στην περασμένη δεκαετία. "Zombie", "Animal Instinct", "Promises"... τραγούδια που ένας Θεός ξέρει πόσες φορές ακούστηκαν στα ραδιόφωνα. Κι όμως, οι The Cranberries δεν έμειναν μόνο στις επιτυχίες τους, δεν ήταν ακόμα μία radio band. Έδωσαν μουσική με βάθος, πλαισιωμένη από μία υπέροχη φωνή, και έγιναν παγκοσμίως αρεστοί. Φέτος, εν διαμέσω κιόλας του πατάγου που κάνει ο προσωπικός δίσκος της Dolores O'Riordan, το rocking.gr θυμάται λίγα από τα όσα μας έχει δώσει αυτή η τετράδα.

Ξεκίνημα

Αυτό γίνεται με τα αδέρφια Noel και Mike Hogan (κιθάρα και μπάσο αντίστοιχα) να συναντούν τον Fergal Lawer (drums), σχηματίζοντας στο Limerick της Ιρλανδίας τους Cranberry Saw US. Το όνομα ήταν έμπνευση του φίλου τους, και αρχικού τους τραγουδιστή, Niall Quinn. Με την αποχώρηση αυτού, η φίλη της κοπέλας του, Dolores O'Riordan, περνάει από ακρόαση και παίρνει την θέση του πίσω από το μικρόφωνο.



Τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας της δίνουν ένα demo με μία πρώιμη έκδοση του "Linger", το οποίο η Dolores επιστρέφει την επομένη, έχοντας γράψει τους στίχους για το κομμάτι που μελλοντικά έγινε η πρώτη τους επιτυχία. Κατόπιν, η μπάντα γράφει το πρώτο της demo, οι 300 κόπιες του οποίου πουλήθηκαν στην Ιρλανδία. Ένα δεύτερο demo, που ηχογράφησαν στα Xeric Studios του Pearse Gilmor και περιείχε τα "Linger" και "Dreams", εστάλη σε διάφορες βρετανικές δισκογραφικές. Αυτό αποσπά το ενδιαφέρον και τελικά οι (μετονομασμένοι πλέον) Cranberries υπογράφουν με την Island Records... την ίδια δισκογραφική στην οποία είχαν υπογράψει και οι U2.

Με παραγωγό και manager τον Gilmor, οι Cranberries ηχογραφούν το πρώτο τους single "Uncertain", το οποίο δεν πήρε ιδιαίτερα καλές κριτικές. Αυτό, όπως είναι άλλωστε αναμενόμενο, προκαλεί προστριβές ανάμεσα στην ίδια την μπάντα αλλά και στη σχέση της με τον παραγωγό της. Τότε, δηλαδή λίγο πριν την ηχογράφηση του ντεμπούτο τους, ανακαλύπτουν πως ο Gilmor είχε προβεί σε μια κρυφή συμφωνία με τη δισκογραφική τους, προκειμένου να βελτιώσει τα studio του. Με τη μπάντα να βρίσκεται στα όρια της διάλυσης, ο Gilmor απομακρύνεται και αντικαθίσταται από τον Geoff Travis της Rough Trade Records στο management και τον Stephen Street στην παραγωγή.

Μεγάλη τους τιμή, αν θέλετε την άποψη μου, να δουλεύουν παρέα με τον πρώην παραγωγό των The Smiths. Η συνεργασία απέδωσε το "Everybody Else Is Doing It, So Why Can't We?" που κυκλοφόρησε την άνοιξη του 1993. Κεντρικό πρόσωπο της μπάντας είναι ο κιθαρίστας. Όμορφα ξυσίματα και guitar blasts δένουν με το λυρισμό και το ρομαντισμό μίας καθ' όλα εξαιρετικής φωνής. Εκεί έχουμε και το ζωηρό up-tempo "Dreams" και φυσικά τη μελαγχολική τους μπαλάντα "Linger". Παρά το ότι ο δίσκος είναι καλός, αρχικά ακολουθεί την τύχη του πρώτου single τους: Μικρό ενδιαφέρον στη Βρετανία. Η μπάντα ξεκινάει για μία περιοδεία στην Aμερική, παίζοντας support στους The The και τους Suede. Εκεί γίνεται το πρώτο μπαμ! Οι Cranberries τραβούν την προσοχή του MTV και το "Linger" αρχίζει να μεταδίδεται. Τελικά το single φτάνει στην 8η θέση των charts. Ο δε δίσκος γίνεται δύο φορές πλατινένιος. Την επόμενη χρονιά γνωρίζουν την επιτυχία και στη Μ. Βρετανία, με το single του "Linger" να χτυπάει το νούμερο 1 στα charts.



Στην κορυφή

Έχοντας πλέον ένα δυνατό ξεκίνημα, κοιτάζουν την περαιτέρω «διασημοποίηση» τους. Η Dolores παντρεύεται με τον tour manager, Don Burton, σε έναν «πολυ-δημοσιοποιημένο» γάμο. Θα μου πείτε τώρα, τι σχέση έχουν οι γάμοι και το όλο glamour με τη μουσική. Τα πράγματα είναι απλά: Οι Cranberries είναι αποφασισμένοι να ανέβουν. Πλέον η Dolores αποτελεί την κεντρική φιγούρα του group. Είμαστε ακόμα στο 1994, ο Street επιμελείται ακόμα της παραγωγής και το "No Need To Argue" κυκλοφορεί. Εξαιρουμένου του "Zombie", που είναι πιο heavy, ο δίσκος κινείται σε παρεμφερείς με τον προκάτοχό του ρυθμούς. Βεβαίως, ο κόσμος κάθε άλλο παρά κορεσμένος φάνηκε να είναι από τη μουσική τους. Το "Zombie" κάνει πάταγο, φτάνοντας στην κορυφή των charts, το "Ode To My Family" φτάνει στην ενδέκατη θέση, ενώ το album «κάθεται», ως τρεις φορές πλατινένιο παρακαλώ, στην 6η θέση των αμερικανικών charts. Ηχογραφήθηκε επίσης ένα MTV Unplugged, το οποίο παραδόξως δεν κυκλοφόρησε.

Με την επιτυχία να είναι πλέον πολύ μεγάλη, κυκλοφορούν οι πρώτες φήμες για επερχόμενη διάλυση του συγκροτήματος, προκειμένου η Dolores να ακολουθήσει προσωπική καριέρα.



Μία μικρή καμπή

Τη θέση του μεγάλου παραγωγού του γκρουπ παίρνει ένας άλλος, εξίσου σημαντικός, ο Bruce Fairbairn. Στο βιογραφικό του τελευταίου βρισκόταν μέχρι και συνεργασία με τους Aerosmith. Την άνοιξη του 1996 κυκλοφορεί το "To The Faithful Departed". Αυτό θα έλεγα πως είναι και η πιο μελανή σελίδα στην ιστορία του group. Κινείται σε πιο σκληρούς ήχους, ενώ τις συνθέσεις έχει αναλάβει σχεδόν εξολοκλήρου η Dolores. Άποψη του υποφαινόμενου είναι πως προσπάθησαν να κάνουν κάτι που δεν τους χαρακτηρίζει. Σκεφτείτε τον Fairbairn, τους Aerosmith, και τεράστια, παραγεμισμένα γήπεδα. Δε νομίζω πως αυτό είναι κάτι που αντικατοπτρίζει το ύφος των Cranberries. Πέραν όμως από αυτό, πάμε στα κομμάτια αυτά καθε αυτά. Τραγούδια σαν τα "Bosnia" και "War Child", με την αντίστοιχη «μελό» θεματολογία, δεν τους βγαίνουν και τόσο καλά. Single του δίσκου είναι το "Salvation", με τους στίχους να αναφέρονται στην ηρωίνη. Ο δίσκος συναντά μεν επιτυχία, γίνεται και δύο φορές πλατινένιος, αλλά αυτή είναι κατά πολύ μικρότερη σε σχέση με το "No Need To Argue". Το γκρουπ ακυρώνει τις περιοδείες του σε Ευρώπη και Αυστραλία.

Bury The Hatchet

Το παραπάνω γεγονός ακολουθούν για μία ακόμα φορά φήμες πως η O'Riordan θέλει να ακολουθήσει το δικό της δρόμο. Βεβαίως αυτές διαψεύδονται για μία ακόμη φορά και το 1999 κυκλοφορεί το καταπληκτικό "Bury The Hatchet". Για να δούμε τώρα... τι έχουμε και τι περιμένουμε. Έχουμε μία πολύ ταλαντούχα και ήδη επιτυχημένη μπάντα (ναι, ναι, τους Cranberries) που δοκίμασε κάτι το διαφορετικό και δεν πήγε τόσο καλά. Εσείς τι θα περιμένατε πως θα κάνουν; Ε, ναι, το "Bury The Hatchet" είναι ένα comeback στις προηγούμενες κυκλοφορίες. Μία σύνοψη, κατά κάποιον τρόπο, των στοιχείων που τους έκαναν αγαπητούς. Κομμένες οι βαριές ροκιές και τα κηρύγματα και επιστροφή στα folk στοιχεία και τα πιο αργά tempos. Τώρα βέβαια θα αναρωτιέστε εάν είναι αναμάσημα, γιατί πιο πάνω το χαρακτήρισα ως καταπληκτικό. "Animal Instinct", "Promises", "Just My Imagination", "You And Me". Θαρρώ πως αυτά απαντούν από μόνα τους! Το "Bury The Hatchet" είναι ένας πολύ ώριμος δίσκος, πολύ συμπαγής, που κυλάει όμορφα από την αρχή μέχρι το τέλος. Αναμφίβολα, κάτι τέτοιο είναι δείγμα ωριμότητας από μία μπάντα που ξέρει πλέον τι θέλει. Την κυκλοφορία του δίσκου ακολουθεί η πιο μεγάλη και επιτυχημένη παγκόσμια περιοδεία τους. Στο τέλος αυτής κυκλοφορεί το "Bury The Hatchet - The Complete Sessions" με b-sides και κομμάτια από ζωντανή ηχογράφηση του γκρουπ στο Παρίσι. Αν ήταν να προτείνω έναν και μόνο δίσκο από τη δισκογραφία τους, ως πιο αντιπροσωπευτικό, αυτός θα ήταν "Bury The Hatchet".



Από το 2000 έως σήμερα

Το 2001 οι Cranberries ενώνουν τις δυνάμεις τους για μία ακόμα φορά με τον Stephen Street και τον Οκτώβριο κυκλοφορούν το "Wake Up And Smell The Coffee". Και σε αυτό ακολουθούν την ίδια τακτική με τον προηγούμενο δίσκο, συνεχίζοντας την προσέγγιση στον παλιό τους ήχο. Η αποδοχή του δίσκου πάντως είναι μικρή. Κανένα εκ των τριών singles που βγάζουν δε μπαίνει στα charts, ενώ και η ίδια η θέση του δίσκου σε αυτά δεν είναι ιδιαίτερα υψηλή. Δεν είναι άσχημος δίσκος, αλλά περιέχει στιγμές ξανακουσμένες, δίχως όμως την ποιότητα και την αμεσότητα του "Bury The Hatchet".

Την κυκλοφορία αυτή ακολουθεί το 2002 το επονομαζόμενο "Stars" best of τους. Οι Cranberries αρχίζουν να δουλεύουν πάνω στον επόμενο τους δίσκο, αλλά παρ' όλα αυτά, το Σεπτέμβριο του 2003, ανακοινώνουν πως η μπάντα μπαίνει στον πάγο, προκειμένου να ασχοληθούν τα μέλη με τις προσωπικές τους καριέρες.

Η συνέχει βρίσκει τον Hogman (κιθάρα) να σχηματίζει τους Mono Band, που κυκλοφόρησαν το 2005 τον πρώτο τους δίσκο, αλλά όχι διεθνώς. Κινείται σε ήπιους τόνους, συνδυάζοντας ηλεκτρικά, ακουστικά και ηλεκτρονικά στοιχεία. Ο drummer Fergal Lawer προσχώρησε στους The Low Network, την πρώτη δουλειά των οποίων περιμένουμε φέτος. Όσο για την Dolores O'Riordan, πρόσφατα κυκλοφόρησε το "Are You Listening?". Γι' αυτόν τον καταπληκτικό δίσκο σας παραπέμπω στην αντίστοιχη κριτική.



Τώρα για το τι να περιμένουμε από τους Cranberries στο μέλλον... Υπάρχει το άλμπουμ που παρατήσανε στη μέση, αλλά προς το παρόν όλοι τους φαίνονται αρκετά απασχολημένοι. Κάτι μου λέει πως θα ξανακούσουμε νέα για αυτούς, αργά ή γρήγορα.

Σε κάθε περίπτωση, είναι μία μπάντα που άφησε το στίγμα της πάνω στα nineties, με εντελώς προσωπικό ήχο, φοβερές μελωδίες και πολύ συναίσθημα. Και εάν δεν έχετε ήδη βαρεθεί να διαβάζετε τόσην ώρα για αυτούς, μπορείτε να ρίξετε και μία ματιά στη σελίδα τους www.cranberries.com, για εικόνα, ήχο και ό,τι άλλο τέλος πάντων μπορείτε να βρείτε εκεί.

  • SHARE
  • TWEET