Nickelback

Feed The Machine

BMG (2017)
Από τον Αντώνη Μαρίνη, 13/12/2017
Γιατί τόσο μίσος;
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ναι, αγαπητέ αναγνώστη. Διαβάζεις για τον νέο δίσκο των Nickelback με αρκετούς μήνες καθυστέρηση. Κι αν κάνοντας κλικ στο σύνδεσμο της κριτικής περίμενες την απέχθεια ή την όρεξη για δούλεμα που κυκλοφορούν ανά τον κόσμο, λυπάμαι, αλλά εδώ δε θα τα συναντήσεις περισσότερο απ' ότι αν το κείμενο αναφερόταν σε κάποια άλλη μπάντα.

Ομολογώ πως ποτέ δεν κατάλαβα ακριβώς το λόγο για το μίσος προς τον Chad Kroeger και την παρέα του. Από ιδεαλιστές ή μεμονωμένα άτομα, δεκτό· από μια μάζα που η σχέση της με το ύφος λήγει στο insert-obvious-mainstream-act-here, όχι. Σίγουρα, δεν παίζουν κάτι τεχνικό και δεν εφηύραν κανέναν τροχό στη rock μουσική. Από πότε, όμως, είναι αυτά κριτήρια για να καταδικαστεί ένα σχήμα; Θα φωνάξουν κάποιοι για την ακίνδυνη προσέγγιση και τη βιομηχανία. Εδώ δεν υπάρχουν αντεπιχειρήματα, αλλά με την ίδια λογική, ας ξεγράψουμε και τις μισές μπάντες που ακούγονται σε ραδιόφωνα τις τελευταίες δυόμιση δεκαετίες.

Πέρα από το οξύμωρο της κατάστασης, καθώς αν υπάρχει ένα συγκρότημα που δικαιούται τον τίτλο «υπερεκτιμημένο» αυτό είναι οι Nickelback, το γεγονός είναι πως η τετράδα από τον Καναδά στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας κυκλοφόρησε άλμπουμ που για όλους τους σωστούς λόγους (pun intended) έπιασαν πραγματικά ευρύ κοινό. Τα singles έχουν παίξει/παίζουν ακόμα παντού, όμως ακόμα και πέρα από αυτά, οι δίσκοι είχαν πραγματάκια να πουν. Όχι τίποτα βαθυστόχαστο, αλλά από το "Woke Up This Morning" στο "Learn The Hard Way" και το "Side Of A Bullet", η ταμπέλα του "meh" απλά δεν ταιριάζει. Τα έχουν πει και πιο σχετικοί από μένα.

Το ζουμί της μπάντας, βέβαια, βρίσκεται στα μεγάλα κομμάτια. Αναμενόμενα, όταν αυτά άρχισαν να μειώνονται, το σύνολο έγειρε προς μια σαφώς λιγότερο θετική εικόνα. Σε αυτό δεν βοήθησε ούτε η προσκόλληση του Kroeger στο ύφος που τον καθιέρωσε και η άρνησή του να ξεφύγει από τη ζώνη ασφαλείας του. Καλύτερο παράδειγμα από τη χρυσή μετριότητα του "Here And Now" και του διαδόχου του δεν ξέρω αν υπάρχει. Στιγμές έβρισκες, αλλά τα χτυπήματα στο στόχο ήταν σχεδόν όσα και οι αστοχίες. Δεν ξέρω ποιος μπορεί να περίμενε κάτι διαφορετικό από την ένατη δουλειά του σχήματος, αλλά θα απογοητευτεί.

Το ξεκίνημα με το ομότιτλο είναι κάτι παραπάνω από πειστικό, τα χιτάκια (βλ. "Song On Fire", "Must Be Nice") δεν αργούν και γενικά τα πάντα είναι στη θέση τους. Πιασάρικες μελωδίες, ένα riff εδώ, λίγο groove εκεί, μια μπαλάντα παραπέρα, στοιχεία έκπληξης ούτε για δείγμα. Με λίγη καλή θέληση θα μπορούσε κάποιος να θεωρήσει ως τέτοια τα ιδιαιτέρως ευχάριστα περάσματα των δύο "The Betrayal", αλλά μέχρι εκεί. Η παραγωγή είναι όσο γυαλισμένη επιβάλλεται από το mainstream, οι στίχοι ακολουθούν από κοντά και γενικά οι υποψιασμένοι δεν θα ξαφνιαστούν, θετικά ή αρνητικά, πουθενά.

Το "Feed The Machine" κυλά ευχάριστα, περισσότερο ίσως απ' ότι οι προηγούμενες δύο δουλειές του σχήματος, αλλά απολύτως αναμενόμενα δεν θα κάνει οποιονδήποτε να θέλει να επιστρέψει σε αυτό. Όπως και να 'χει, θα προτιμούσα να πετύχαινα σε κάποιο ραδιόφωνο το "After The Rain" αντί του "How You Remind Me" για εκατομμυριοστή φορά.

  • SHARE
  • TWEET