Mumford & Sons

Wilder Mind

Gentlemen Of The Road / Island / Glassnote (2015)
Από την Κατερίνα Μυτιληναίου, 28/09/2015
Αυτοί ξεχνούν το μπάντζο, εμείς τους αφήνουμε προς το παρόν στην άκρη
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Το τρίτο στούντιο άλμπουμ της λονδρέζικης μπάντας που είχε το χρίσμα των πρωτοπόρων της αναβίωσης του folk ήχου στο rock, δεν είναι folk! Κι αυτό μπορείτε να το πάρετε όπως θέλετε. Αν ο «άδειος», ακουστικός ήχος του μπάντζο και του κοντραμπάσο σας ενθουσίαζε στις προηγούμενες δουλειές τους, τότε δεν χρειάζεται ούτε να διαβάσετε παρακάτω, ούτε να ασχοληθείτε παραπάνω με τον δίσκο αυτόν.

Αν πάλι ψάχνετε νέες μπάντες που θα μεσουρανήσουν στα airplay των mainstream ραδιοφωνικών σταθμών που ντύνονται τον μανδύα του σκληρού ήχου, τότε έχετε μπροστά σας την επόμενη. Οι «Mumford και Υιοί» αποφάσισαν να στοχεύσουν στα μεγάλα ακροατήρια και έκαναν μια στροφή πολλών μοιρών στον ήχο τους, αφήνοντας πίσω ό,τι τους καθιέρωσε σαν όνομα στο συλλογικό συνειδητό των φίλων του alt-rock, αλλά δυστυχώς και ό,τι τους ξεχώριζε από τον σωρό. Και δεν γίνεται και κατανοητή η ανάγκη που τους έσπρωξε σε αυτή τη στροφή.

Δεν είναι μόνο ο χαρακτηρισμός του genre, που άλλαξε από folk rock στο γενικόλογο indie / alt rock, αλλά και οι συνθέσεις, που στερούνται έμπνευσης και ενδιαφέροντος, με την ενορχήστρωση να σεργιανίζει σε δρομάκια χιλιοπερπατημένα και τα φωνητικά να περιφέρονται -άσκοπα- γύρω από τον νεοαποκτηθέντα ηλεκτρισμό του μπάσου και τα φρεσκοφερμένα ντραμς του Ford (βλπτ. παρακάτω). Ορίστε, παίζετε ηλεκτρικά! Και;

Η μπάντα αποφάσισε να χωρίσει τους δρόμους της με τον πολυβραβευμένο παραγωγό που ευθύνεται για τις δύο προηγούμενες δισκογραφικές της απόπειρες, Markus Dravs (Arcade Fire, Coldplay, Björk, Brian Eno), και να προσλάβει τον James Ford των Florence + Τhe Machine, των Arctic Monkeys και των Foals, κι αυτή είναι μια κίνηση που από μόνη της δείχνει προς τα πού πάει η βαλίτσα...

Και θα μου πείτε, πού είναι το κακό μέχρις εδώ; Το κακό είναι ότι ο Marcus Mumford δεν διαθέτει το τρομερά χαρακτηριστικό ηχόχρωμα φωνής που θα τον κάνει άμεσα αναγνωρίσιμο ό,τι κι αν αποφασίσει να τραγουδήσει, οπότε δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι κάποιος -ακόμα και φαν της μπάντας- θα αναγνώριζε εύκολα το νέο της υλικό σαν δικό της.

Ξεχνώντας για λίγο την αλλαγή που μας μούδιασε και ξανακάνοντας ένα τελευταίο πέρασμα από το άλμπουμ, σαν αυτό να προερχόταν από ένα προηγουμένως άγνωστό μας συγκρότημα, σας μεταφέρω τα εξής: Οι ερμηνείες του τραγουδιστή είναι γενικά επίπεδες, με ορισμένα -λίγα- σημεία μιας κάποιας έντασης ("Snake Eyes") που θυμίζει Coldplay ή Julian Casablancas (καλά, μην φανταστείτε, στη Voidz φάση, όχι στην Strokes, που πολύ θα ήθελε καθότι μπαντάρα). Οι δώδεκα -ο δίσκος έχεις 16 tracks γιατί περιλαμβάνει και τέσσερις live εκδοχές τραγουδιών- νέες συνθέσεις κινούνται σε γνώριμα εναλλακτικά μονοπάτια και η παραγωγή ισορροπεί άψογα μεταξύ της γεμάτης καθαρότητας που απαιτεί η μαζική ραδιοφωνική αναπαραγωγή (βλπτ. "Believe") και του «άδειου» από το γκαράζ (βλπτ. "The Wolf") που αντέχει το hipster-ish αυτί. Γενικά, Strokes / Coldplay - friendly, ψιλοαδιάφορο υλικό. Και για να μην υπεκφεύγουμε ή για να το συνοψίσουμε: Όσο άκουγα τον δίσκο, βαρέθηκα.

Τρία χρόνια τους πήρε να βγάλουν αυτά τα τραγούδια;! Και το λέω με πόνο ψυχής, αφού πολύ εγούσταρα την φολκιά του κοντινού παρελθόντος τους. Ψάχνοντας μια νέα ταυτότητα, πέταξαν την παλιά στα σκουπίδια και μαζί της την τόσο πολύτιμη προσοχή του σκληροπυρηνικού ακροατή - αν κάτι τέτοιο μπορεί να ειπωθεί με μια δόση υπερβολής και χωρίς βλάβη της γενικότητας, που λέγαμε και στη σχολή. Μην παρεξηγηθώ ότι καταφέρομαι εναντίον του mainstream και άλλα τέτοια γραφικά, απλώς έτσι είναι τα πράγματα: για να κερδίσεις τα πολλά, κάτι χάνεις.

Το "Wilder Mind" σίγουρα είναι ταιριαστός τίτλος για αυτή την δουλειά των Mumford & Sons, μιας και τα μυαλά τους μάλλον αγρίεψαν από τον πολύ αέρα των δύο πρώτων κυκλοφοριών. Εμείς, θα αφήσουμε προς το παρόν στην άκρη πατέρες και υιούς και θα περιμένουμε με αγωνία τα «εγγόνια» τους σε λίγο καιρό... Και ως άλλοι Αρχίες, θα ρισκάρουμε την καρατόμηση από το ευρύ κοινό, αναφωνώντας «Ες αύριον τα σπουδαία». Ίσως...
  • SHARE
  • TWEET