Gus G.

Brand New Revolution

Century Media (2015)
Από τον Κώστα Πολύζο, 01/07/2015
Ένας δίσκος ποιοτικότατος, φρέσκος και αντάξιος της φήμης που -πλέον- τον ακολουθεί
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Δεύτερος προσωπικός δίσκος για τον Gus G. μέσα σε διάστημα μικρότερο των δυο χρόνων και όπως φαίνεται δεν υπάρχει διάθεση να αφήσει το κενό μεταξύ των υποχρεώσεών του με τον Ozzy και τους Firewind να πάει χαμένο. Και καλά κάνει, αφού το "Brand New Revolution" θα αποδείξει για ακόμα μια φορά το ταλέντο του χαρισματικού αυτού κιθαρίστα τόσο σε παικτικό όσο και σε συνθετικό επίπεδο.

Μπορεί οι προσκεκλημένοι να είναι λιγότεροι, το αποτέλεσμα όμως και πάλι είναι κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό. Οι κ.κ. Mats Leven, Jacob Bunton και Jeff Scott Soto, μαζί με την Elize Ryd θα βάλουν και αυτοί το λιθαράκι τους με τις ωραίες τους φωνές, αλλά ο πρωταγωνιστής είναι ξεκάθαρα αυτός το όνομα του οποίου φιγουράρει στο εξώφυλλο. Τον δίσκο άλλωστε θα τον ακούς γιατί σου αρέσει η καλή μουσική και όχι γιατί είδες το «Χ» όνομα στα credits.

Ο Gus G. επικεντρώνεται περισσότερο στην heavy πλευρά του πράγματος σε σχέση με το "I Am The Fire", χωρίς αυτό όμως να σημαίνει πως παραμελεί να δείξει και πόσο του αρέσει το hard rock. Γράφει τραγούδια που θα αντέξουν στην φθορά του χρόνου και ζωγραφίζει στην ταστιέρα όταν θα έρθει η ώρα του solo φτιάχνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο έναν δίσκο συνόλου και όχι εκείνον των δυο single και που θα αποτελέσει απλά την ευκαιρία για μια περιοδεία.

Η πρώτη φορά που του έβγαλα το καπέλο ήταν στο εναρκτήριο "The Quest". Ένα βιρτουόζικο, χωρίς ίχνος επίδειξης, ορχηστρικό τραγούδι που συνδυάζει την αγάπη του για τον Marty Friedman και την παράνοια των Cacophony (σε επίπεδο solo) με ολίγη από Nevermore (ή καινούργιους Sanctuary αν θες). Δυστυχώς θα είναι το μοναδικό instrumental κομμάτι του δίσκου. Λέω δυστυχώς, γιατί θέλω να εξερευνήσει λίγο περισσότερο αυτή την πλευρά του, κάτι που δεν κάνει σε αυτόν τον δίσκο.

Το ομώνυμο μαζί με το πρώτο single "Burn" που ακολουθεί, θα αποτελέσουν ξεκάθαρα δείγματα μοντέρνας heavy metal προσέγγισης, με κολλητικές φωνητικές μελωδίες και πανέμορφη δουλειά στα solo. To "We Are One" που έπεται θα μπορούσε άνετα να αποτελέσει τον κράχτη του δίσκου με το hard rock συναίσθημα που βγάζει. Όταν λέω hard rock, προφανώς και  δεν εννοώ τους Deep Purple, αλλά αυτό το αλήτικο και χύμα ρεφρέν το οποίο ο Bunton έγραψε και την κλασική επανάληψή του με μόνη συνοδεία την κάσα και τα σκασίματα στο ταμπούρο του Nunez, αφού έχει προηγηθεί ένα φοβερό και με καταπληκτική κλιμάκωση solo.

Το "What Lies Below" με την αιθέρια φωνή της Elize Ryd θα διαφοροποιηθεί κάπως από την γενικότερη αισθητική του δίσκου, αλλά ταυτόχρονα θα αποτελέσει ένα από τα highlight του "Brand New Revolution". Κάτι η φωνή, κάτι το κοφτό riff, κάτι το παιχνιδιάρικο lead στο background του ρεφρέν, κάτι η σολάρα (χωρίς δεύτερη κιθάρα για πλάτη), όπως και να το κάνουμε κάνουν τη διαφορά. Το "Behind Those Eyes" με τον Bunton εκ νέου πίσω από το μικρόφωνο θα αποτελέσει την πρώτη -σχετικά- ήρεμη στιγμή του δίσκου. Τίποτα συνταρακτικό εδώ, αλλά στέκεται αρκετά καλά, κυρίως λόγω του ρεφρέν.

Στο ρυθμικό "Gone To Stay" έρχεται η ώρα του Jeff Scott Soto να τονίσει την κάθε λέξη με τη φοβερή φωνή του, αλλά νιώθω πως κάτι λείπει που θα κάνει το τραγούδι να περάσει σε άλλο επίπεδο, ενώ ακούγοντας την μπαλάντα "One More Try" θα νομίσεις πως πρόκειται για κάποιο τραγούδι που ξέμεινε από τα session του "Ozzmosis". Στη συνέχεια αναλαμβάνει το έξοχο λαρύγγι του Mats Leven και στα καπάκια έχουμε δυο μοντέρνας προσέγγισης hard rock ύμνους, τα "Come Hell Or High Water" και "If It Ends Today", αλλά η metal πινελιά στο solo είναι πασιφανής (θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει). Το "Generation G" στέκει αξιοπρεπέστατα με  το ωραιότατο ρεφρέν, και τη φωνή του Soto, ενώ το "The Demon Inside" με τα αρπίσματα στη εισαγωγή, τα ψαρωτικά φωνητικά του Leven και το αργόσυρτο riff με τις αρμονικές θα κλείσει ιδανικά το δεύτερο κεφάλαιο στην solo καριέρα του Gus G.

Θα έλεγα πως το αποτέλεσμα είναι ένας πολύ καλός και τολμηρός δίσκος και ο Κώστας δείχνει να είναι απόλυτα  συνειδητοποιημένος. Αισθάνομαι πως ξέρει ότι δεν έχει να αποδείξει τίποτα σε κανέναν -τα επιτεύγματά του μιλάνε από μόνα τους άλλωστε- και γι' αυτόν τον λόγο μας δίνει ένα άλμπουμ που δεν είναι φτιαγμένο εκ του ασφαλούς. Έναν δίσκο που ίσως ξενίσει κάποιους με την μοντέρνα αύρα που αποπνέει και στον οποίο τολμάει να καταθέσει την άποψή του και δεν περιορίζεται σε safe και κοινότυπες συνθετικές ατραπούς. Έναν δίσκο ποιοτικότατο, φρέσκο και αντάξιο της φήμης που -πλέον- τον ακολουθεί.
  • SHARE
  • TWEET