Cloud Nothings

Life Without Sound

Carpark (2017)
Από την Βάσω Καραντζάβελου, 13/03/2017
Από τη ζωή τους τελικά δεν απουσιάζει ο ήχος, αλλά οι φρέσκιες ιδέες
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Μη με παρεξηγείς που άργησε να γραφτεί αυτή η κριτική. Με τούτα και με κείνα, ένας δίσκος πρέπει να ακουστεί αρκετές φορές, σε διαφορετικά περιβάλλοντα και συνθήκες για να χαρίσει όμορφα soundtrack ή για να καταλήξουμε πως δεν αξίζει τον πολύτιμο χρόνο σου. Οι Cloud Nothings έχουν απασχολήσει κατά καιρούς τους συντάκτες του site και γι' ακόμη μία φορά περνάνε το crash test. Οπότε να 'τοι πάλι οι φίλοι μας από το Cleveland με τον νέο δίσκο τους "Life Without Sound", χτυπάνε συνωμοτικά το παράθυρο σου για να εισβάλλουν και να γεμίσουν τον χώρο με νευρώδεις συνθέσεις και μηδενιστικά μάντρα.

Με τα δύο προηγούμενα άλμπουμ τους να κατέχουν αξιοσημείωτη θέση στο σύγχρονο indie ήχο και όλους να θαυμάζουμε τη κυκλοθυμική στροφή του Dylan Baldi προς πιο noise δρόμους, ε, δεν ήταν αδικαιολόγητες οι υψηλές προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί. Κι αν η σύμπτωση (ή μήπως όχι) της κυκλοφορίας την ίδια μέρα με τις νέες δουλειές των Japandroids και Ty Segall επισκίασε ελαφρά τη σημασία του γεγονότος, διάολε , ποιος μπορεί να χαθεί μέσα στη μήτρα του ίντερνετ; Κάθισε αναπαυτικά μπροστά από την οθόνη σου κι έλα να ψαχουλέψουμε παρέα το "Life Without Sound".

Μη σε ξεγελά το εισαγωγικό πιάνο και η ευγένεια του "Up To The Surface". Δεν αργεί να γίνει αντιληπτή η ένταση που ενυπήρχε στο "Here And Nowhere Else" και απλώνεται καθ’ όλη τη διάρκεια κι αυτού του δίσκου. Φαίνεται πως στο γονιδίωμα των Cloud Nothings έχει ριζώσει για τα καλά ο θόρυβος κι έτσι μεταφέρεται σε όλα τα πνευματικά τους τέκνα. Όχι, όμως, με τον ίδιο τρόπο. Το punk θράσος των προηγούμενων δίσκων έχει δώσει τη θέση του σε μία mid-tempo κιθαριστική καθαρότητα. Δεν καταπιέζεται, αφού εκρήγνυται σε κομβικές στιγμές για τη ροή του δίσκου ("Darkened Rings", "Realize My Fate"), αλλά παραχωρεί ιπποτικά τη θέση του σε pop hooks και εξωστρεφείς μελωδίες. Ο Baldi αναβιβάζει εκείνα τα στοιχεία που υπόβοσκαν μέχρι σήμερα στον ήχο του σε αιχμή του δόρατος και τα παραθέτει δίπλα σε σπαραξικάρδιες κραυγές και εκκωφαντικές τυμπανοκρουσίες. Χωρίς φόβο (μόνο με πάθος), χτίζει μία διάφανη παραγωγή και πετάει σιγά σιγά λάσπες και βρωμιά, μέχρι να τη θάψει ολοκληρωτικά με το ωμό "Realize My Fate" επαναλαμβάνοντας τελετουργικά "I believe in something bigger/But what I can’t articulate".

Συγκριτικά με το δεύτερο μισό, το πρώτο αγκαλιάζει power pop μήκη κύματος, μοιάζει πιο συγκροτημένο και κατευναστικό, χωρίς αυτό να σημαίνει πως το επόμενο χάνεται στη χαοτική δίνη από jams και improvisation που είχαμε συναντήσει στο παρελθόν. Εκτός από το lead single "Modern Act" και τη σαφώς πιο ανάλαφρη αισθητική του, τα τρία τελευταία κομμάτια είναι πράγματι τα πιο δυναμικά, από το "crippling" μπάσο του "Strange Year" μέχρι τα Strokes infused φωνητικά του "Sight Unseen". Οι Cloud Nothings έμαθαν πού να βάζουν την τελεία, κλείδωσαν τον στόχο και έθεσαν χρονικό περιορισμό στις αιματώδεις εκρήξεις τους. Να δεις πώς το λέμε αυτό στο χωριό μου. Α, ναι. Ωριμότητα.

Το βασικό χαρακτηριστικό της στιχουργίας του Baldi είναι ο πεσιμισμός, διανθισμένος με λυρικά τερτίπια και την οξυδέρκειά του, που ανέκαθεν μου έμοιαζε κάπως προσποιητός. Ο frontman της μπάντας και βασικός στιχουργός έχει πράγματι ένα θείο δώρο: παρατηρεί τα πάντα και είναι ικανός να τα σερβίρει αποφεύγοντας μελοδραματισμούς και μεγαλοστομίες, με μία κυνικότητα που φαντάζει παράδοξη αν κρίνω από το πόσο συχνά τον κατακλύζουν προβληματισμοί όπως η απογοήτευση, η μοναχικότητα και άλλα υπαρξιακά ζητήματα. Η επανάληψη όλων αυτών μέσα στο στιχουργικό timeline του συγκροτήματος αφήνει την αίσθηση μίας θεματικής συνέχειας, χτίζοντας ένα μοναδικό αρνητικό προφίλ που βρίσκει εγκάρδιους συμπαραστάτες όλους εκείνους τους ακόλουθους obscure νιχιλιστικών meme-σελίδων. Κι αν κάποιες γραμμές πράγματι τσακίζουν κόκκαλα με την ωμότητά τους, κι αν κάποια σημεία είναι ηπιότερα και η όλη ανησυχία φαίνεται πολύ πιο πηγαία συγκριτικά με το παρελθόν, κατά βάση ο Baldi αναλώνεται στα καθιερωμένα μοτίβα που ξέρει πως πουλάνε και φτάνει στα αυτιά μας περισσότερο σαν γκρινιάρης μοιρολάτρης έφηβος παρά ως σκεπτόμενος άνθρωπος.

Στην τέταρτη κυκλοφορία τους οι Cloud Nothings διατηρούν τα χαρακτηριστικά που τους ξεχώρισαν όλα αυτά τα χρόνια, χωρίς να τυποποιηθούν από την επιτυχία. Η σκοτείνια, η punk ένταση και το κλειστοφοβικό fuzz σφυροκόπημα αναμειγνύονται με μία πιο μελωδική power pop διάθεση στην ωριμότερη μέχρι σήμερα προσπάθεια τους. Ωστόσο τίποτα δεν είναι καινοτόμο στο "Life Without Sound", γεγονός που το καθιστά υποδεέστερο των μουσικών προγόνων τους, όχι όμως αδιάφορο. Είναι ένας δίσκος που θα σε ακολουθήσει και θα τον ακολουθήσεις αρκετές φορές, πετυχαίνει το ποιοτικό στάνταρ στο οποίο μας έχουν κακομάθει οι τύποι από το Ohio και κάποιες φορές σε εκπλήσσει με τη στωική χαρμολύπη του. Πουθενά, όμως, δεν θα βρεις την πρωτοτυπία που απαιτείται για να αναδειχτεί σε κάτι αξιομνημόνευτο σε βάθος χρόνου. Κάπως έτσι είναι η συνολική εικόνα του άλμπουμ, μέχρι το φινάλε να σε αφήσει σμπαράλια και αβοήθητο, μέσα σε μία καταιγίδα υποθέσεων σχετικά με το τι άλλο μας κρύβει η indie noise μηχανή των Cloud Nothings.

  • SHARE
  • TWEET