Arch Enemy

Khaos Legions

Century Media (2011)
Από τον Βαγγέλη Ευαγγελάτο, 19/04/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Μετά από ένα αναμενόμενο κενό τεσσάρων χρόνων, που ήρθε ως απόρροια της αναμενόμενης επιτυχίας του "Rise Of The Tyrant", οι Σουηδοί melodeathάδες επιστρέφουν φέτος με την όγδοη ολοκληρωμένη τους δουλειά, που φέρει τον τίτλο "Khaos Legions". Το αποτέλεσμα -σωστά μαντέψατε- είναι κι αυτό αναμενόμενο.

Δυστυχώς για τους παλιότερους φίλους τους, ο ήχος των Arch Enemy έχει πλέον τυποποιηθεί σε ανησυχητικό βαθμό. Το μελωδικό death των πρώτων δίσκων εξελίχθηκε σταδιακά σε κάτι σαν «ακραίο-power-με-death-metal-εφέ-στα-φωνητικά» στη μετά-Axelsson εποχή. Κι αν με τα "Wages Of Sin" και "Anthems Of Rebellion" το όνομα της μπάντας μεγεθυνόταν σταθερά, αντίστοιχα με το κοινό της, τα επόμενα δύο άλμπουμ επέφεραν μία στατική -ή και πτωτική, για πολλούς- πορεία.

Για να εξηγηθώ, δεν έχω τίποτα με τις μπάντες που αναπαράγουν μία εμπορικά επιτυχημένη συνταγή ξανά και ξανά. Ούτε με το υπερβολικά στουντιακό και απόλυτα ελεγχόμενο «πλάστικ metal» έχω ιδιαίτερο πρόβλημα, αρκεί να γίνεται σωστά. Όμως, στην περίπτωση του νέου άλμπουμ των Σουηδών, η κοινοτοπία και η «πλαστικούρα» συναντούν την έλλειψη έμπνευσης, με τα αποτελέσματα να κυμαίνονται από αδιάφορα μέχρι και κουραστικά.

Από τα πρώτα δέκα λεπτά του δίσκου τα πάντα είναι ήδη γνωστά. Οι στάνταρ εναλλαγές ρυθμών, οι υπεροπτικές μελωδίες, τα υπερφυσικά γρυλίσματα της Gossow και μερικά υμνικά refrain, όλα δηλώνουν παρόντα χωρίς την παραμικρή αλλαγή. Ωστόσο, η πιο αρνητική εντύπωση προκαλείται από τα κιθαριστικά «κατορθώματα» των αδερφών Amott. Ενώ είναι τεχνικά άρτια και βρίθουν έντονων συναισθημάτων, εν τούτοις ξεπετάγονται κάθε λίγο και λιγάκι μπροστά σου, επαναλαμβάνοντας πεισματικά μελωδίες με σκοπό να σου καρφωθούν στο κεφάλι, θέλοντας και μη. Συν τοις άλλοις, τα περισσότερα θέματα στις κιθάρες ακολουθούν το ύφος των προηγούμενων δίσκων με τέτοια πιστότητα, ώστε ξέρεις ότι δεν είναι η πρώτη φορά που τα ακούς. Η ακατάσχετη φλυαρία των Michael και Christopher Amott διογκώνεται με τα τρία κιθαριστικά ιντερμέδια που χρησιμεύουν ως εισαγωγές σε ισάριθμα κομμάτια, καταλήγοντας όμως μη αναγκαία.

Φωτεινή εξαίρεση στην όλη μετριότητα αποτελεί το "Through The Eyes Of A Raven", μία αρκετά περιπετειώδης σύνθεση, που αποκλίνει ελαφρώς από τα δεδομένα της μπάντας, το αφηνιασμένο "Vengeance Is Mine", καθώς και το -ομολογουμένως κολλητικό- mid tempo χιτάκι "No Gods, No Masters". Ωστόσο, τα δύο τελευταία περιλαμβάνουν ιδέες που ακούμε για πολλοστή φορά από τους ίδιους.

Σύμφωνοι, αν εξετάσεις μία προς μία όλες τις παραμέτρους του "Khaos Legions", θα πάρεις ένα αποτέλεσμα καλοπαιγμένου melodeath, μοντέρνου και πλούσιου σε μελωδίες, με μία άκρως επαγγελματική παραγωγή από τον Andy Sneap. Αρκούν όμως αυτά για να φτιάξουν έναν καλό δίσκο; Σαφώς όχι. Ρυθμικά μέρη που θα μπορούσαν να αναπαραχθούν από ειδικά προγραμματισμένα ρομπότ, αστείοι «αναρχικοί» στίχοι, guitar-hero-ισμοί με το στανιό και άνυδρος, τυποποιημένος ήχος συνιστούν έναν προβλεπόμενο και μονότονο δίσκο από ένα υπερτιμημένο συγκρότημα. Το μόνο πράγμα που είναι χειρότερο από τα τραγούδια σ' αυτό το άνοστο άλμπουμ είναι το κάκιστο εξώφυλλό του.
  • SHARE
  • TWEET