Μοιραζόμενος τις απόψεις του μέσω του Rocking.gr, προσπαθεί να ισορροπήσει στην λεπτή γραμμή μεταξύ υποκειμενικού οπαδισμού και αντικειμενικής οπτικής περί μουσικής. Καθώς κινείται ηχητικά σε μια περιοχή...
Wytch Hazel
IV: Sacrament
Το πλέον κατασταλαγμένο πόνημα μιας υπέροχης μπάντας
Μια από τις πλέον αγαπημένες περιπτώσεις hard & heavy σχημάτων των τελευταίων χρόνων, οι Βρετανοί Wytch Hazel επέστρεψαν φέτος δισκογραφικά με το τέταρτο κατά σειρά πόνημα τους. Όντας μια μπάντα που μίλησε εξ αρχής στην ψυχή μας με αυτήν την αναβίωση του proto metal των '70s, έχοντας τους Wishbone Ash και τους Thin Lizzy σαν εικονίσματα δημιουργικής έμπνευσης, δεν άργησαν να αναδειχθούν σε άξιους συνεχιστές μιας κληρονομιάς σπουδαίας. Τα "II: Sojourn" και "III: Pentecost" αποδείχτηκαν εξαιρετικά άλμπουμ, η ανυπομονησία μας ήθελε ακόμη περισσότερα, με το "IV: Sacrament" να συνεχίζει στο ίδιο κλίμα θρησκευτικής ευλάβειας στιχουργικά, αλλά και έμπνευσης μουσικά, προς τέρψη των ευήκοων ώτων μας.
Έτσι, δεν θα ήταν ψέμα να ισχυριστεί κάποιος πως το νέο άλμπουμ είναι και το πρώτο στο οποίο υπήρχαν κάποιες προσδοκίες που περιμέναμε να εκπληρωθούν, καθώς ερχόταν να διαδεχθεί το άλμπουμ που τους έβγαλε από τη σκιά των επιρροών τους. Ομολογουμένως, δε, τα καταφέρνει περίφημα με όπλο του τις κυρίαρχες, κιθαριστικές του δισολίες και την έντεχνη μελωδικότητα που υποβόσκει σε κάθε εκφραστική πτυχή των συνθέσεων, με έναν αστερίσκο.
Αυτός ο υφέρπων folk αέρας από τις πεδιάδες της βρετανικής υπαίθρου, η παλιομοδίτικη heavy metal αισθητική του '70s - early '80s metal και η προσέγγιση της εκάστοτε σύνθεσης ως ολοκληρωμένο τραγούδι, αποτελούν τα αναντίρρητα ατού των Wytch Hazel, χαρακτηριστικά που τους ξεχωρίζουν στο χαώδες σύνολο revival σχημάτων του σήμερα. Συγχρόνως, όμως, κάθε τους ολοκληρωμένο έργο θέλει ουσιαστικό χρόνο κι ακροάσεις για να αναδειχθεί στην ολότητα του, παρά το άμεσο κι εύληπτο των όποιων επί μέρους χαρακτηριστικών τους.
Λίγο περισσότερο, δε, το συγκεκριμένο, καθώς, ενώ διατηρεί τη συνθετική λογική του προκατόχου του, είναι αρκετά πιο βραδύκαυστο, φέρνοντας πιο μπροστά τη λογική του ενιαίου συνόλου σε σχέση με τα διαδοχικά, αυτόφωτα τραγούδια με τα οποία ευεργετούνταν το "III: Pentecost". Μια λογική όχι απαραίτητα προβληματική, αλλά διαφορετική, η αντίθεση της οποίας με το τί συνέβη στο πρόσφατο παρελθόν να αφήνει μια αίσθηση που αδικεί το νέο άλμπουμ, το πλέον κατασταλαγμένο πόνημα μιας υπέροχης μπάντας - μέχρι το επόμενο.