The National

First Two Pages Of Frankenstein

4AD (2023)
Ξεχάστε τον μύθο του βασανισμένου καλλιτέχνη, μα διαγράψτε οριστικά και τον μύθο του καλλιτέχνη που πάντα υπερβαίνει εαυτόν
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Τι συμβαίνει στις πρώτες δύο σελίδες του «Φράνκενσταιν»; Ειλικρινά, όχι πολλά. Πρόκειται για μία επιστολή του πρωταγωνιστή προς την αδερφή του, σταλμένη από την Αγ. Πετρούπολη, που λειτουργεί ως ενδιάμεσος σταθμός σε ένα ταξίδι προς τον Βόρειο Πόλο. «Μάταια προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου πως ο πόλος είναι η έδρα της παγωνιάς και της ερήμωσης - πάντοτε παρουσιάζεται στην φαντασία μου σαν μία περιοχή ομορφιάς και γοητείας.» διαβάζουμε σε κάποιο σημείο, και έχουμε αρχίσει να αναρωτιόμαστε ποια απ’ αυτές τις αράδες να βοήθησε τον frontman των The National, Matt Berninger, να βγει από το συνθετικό του αδιέξοδο, στο οποίο είχε περιέλθει τα τελευταία λίγα χρόνια.

Σε κάθε περίπτωση, το "First Two Pages…" είναι ένα άλμπουμ πλυμμηρισμένο με την μυρωδιά της κατάθλιψης. Αν είναι εύκολο να την καταλάβεις σε στίχους, όπως το Your Mind is Not Your Friend, it takes you by the hand and leaves you nowhere, είναι ίσως λίγο δυσκολότερο να την εντοπίσεις στις περισσότερες συνθέσεις. Διότι, μπορεί να μην ενθουσιάσει μονομιάς ο νέος δίσκος, αλλά εδώ που τα λέμε, δεν απογοητεύει κιόλας.

Ας δείξουμε λίγη κατανόηση, ο Berninger δεν μπορούσε να ανέβει καν στη σκηνή όσο πάλευε με την κατάθλιψη, πόσο εύκολο να ήταν άραγε να γράψει νέο δίσκο που να ξεπεράσει τις προσδοκίες μας, είκοσι δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο τους; Η ιδέα του βασανισμένου καλλιτέχνη που γράφει αριστουργήματα δεν είναι μόνο επικίνδυνη, είναι και αφελής. Τι αριστουργήματα μπορεί να παράξει ένα άτομο όταν είναι «βαθιά καταθλιπτικό, ψυχωτικό, ή νεκρό», όπως είχε πει κάποτε μία ψυχίατρος. Η αλήθεια είναι, πως σε αυτήν την κατάσταση (πολικής) ακινησίας, η απάντηση είναι: τίποτα. Και εν πολλοίς, το τελευταίο άλμπουμ των The National είναι από τη μία μία μαρτυρία της εμπειρίας αυτής, και παράλληλα και το μέσο διαχείρισής της.

Οι The National δεν είναι πια το συγκρότημα των "High Violet" και "Boxer", μιας και έχουν καλογυαλίσει τον ήχο τους εδώ και χρόνια - από το "Trouble Will Find Me" και εξής είχαν ήδη αρχίσει να απλοποιούνται ορισμένα στοιχεία. Μπορεί η μπάσα φωνή του Berninger να έμενε ίδια, το ίδιο και η στιχουργική του δεινότητα, το μελαγχολικό ύφος, και η βαθύπικρη νοσταλγία, αλλά το indie rock των Νεοϋορκέζων είχε αρχίσει να γίνεται πιο αέρινο και απαλό στο άγγιγμά του, ενδεχομένως προσαρμοζόμενο στη στροφή του indie rock σε ένα πιο singer/songwriter μινιμαλισμό. Η rock βρωμιά σίγουρα δεν υπάρχει παρά τα διασκορπισμένα leads που ακούγονται, και ακόμη και το λατρεμμένο drumming του Bryan Devendorf έχει μετριαστεί, μπασταρδεμένο με ηλεκτρονικά κρουστά. Διαδεχόμενο, μάλιστα, το "I’m Easy to Find", το τελευταίο άλμπουμ των Nationals δεν έχει καν κάποια υπερπληθώρα guest που να δίνει μία εσάνς ποικιλίας. Οι Sufjan Stevens, και Phoebe Bridgers, που εμφανίζονται σε τρία κομμάτια, μόλις και μετά βίας ακούγονται - σε αντίθεση με την Taylor Swift, η οποία μάλιστα έγραψε και τους δισκούς της στίχους στο "The Alcott".

Για ένα συγκρότημα στα πρόθυρα της διάλυσης - this is the closest weve ever been, ακούμε στο "Once Upon a Poolside" - εξαιτίας και της έλλειψης έμπνευσης, ωστόσο, υπάρχουν πολύ ξεκάθαρες και κολλητικές ιδέες, με τα κομμάτια να διακατέχονται από μία αδικαιολόγητη οικειότητα στην πρώτη κιόλας ακρόαση. Το "Eucalyptus", χτισμένο πάνω στο ξεκαθάρισμα των κοινών πραγμάτων ενός ζευγαριού που χωρίζει, έχει από τα πιο ιδιαίτερα και δυνατά ρεφρέν όλου του δίσκου, ενώ το "Tropic Morning News" κερδίζει με ευκολία την κούρσα του καλύτερου κομματιού, εξαιτίας μίας σπάνιας σπιρτάδας και ενέργειας, και μας χαρίζει και ένα βραχύ μα ουσιαστικό solo, το οποίο απογειώνει πάνω από τα βιολιά το συναίσθημα. Ποιος είπε ότι οι National χάλασαν; Το "Alien", ένα ήρεμο κομμάτι με μία υποβόσκουσα χορευτική διάθεση εμπνευσμένη από Americana, καταφέρνει να ισορροπεί καθώς εξελίσσεται, μεταξύ έντασης και χαλάρωσης. Το ντουέτο στο "Alcott" διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον καθώς περνάμε στο δεύτερο μισό του δίσκου, στο οποίο βρίσκονται μελιστάλαχτες μπαλάντες, το κιθαριστικό "Ice Machines" και το "Your Mind Is Not Your Friend".

Μόλις τελειώνει ο δίσκος, αφήνει μία γλυκόπικρη επίγευση. Οι The National επέστρεψαν με έναν δίσκο γήινο, απτό, με τις ανεπάρκειές του, αλλά και με αρκετές ουσιαστικές στιγμές. Είναι δίσκος που μπορεί να κονταροχτυπηθεί με τις παρελθούσες κορυφές τους; Να μια ερώτηση που μπορεί να οδηγήσει με απόλυτη βεβαιότητα σε δημιουργικό αδιέξοδο κάθε μουσικό. Τι σημασία έχει η επίδοση για την καλλιτεχνική έκφραση; Το "First Two Pages…" είναι ένας δίσκος βαθιά προσωπικός, κουρασμένος, στιγματισμένος από μία σοβαρή εμπειρία αποπροσανατολισμού στην αψυχιά μίας ερήμου. Ενδεχομένως, οι The National να ταξίδεψαν τόσο μακριά, εκεί που δεν υπάρχει τίποτα, εκεί που η παγωνιά τρυπάει το δέρμα, κι ωστόσο εκεί βρήκαν λόγους να υπάρχουν, βρήκαν τα δικά τους όρια, είδαν τα πράγματα μέσα από την κρυστάλλινη διαύγεια του κρύου. Έμειναν μόνοι τους, σκέφτηκαν, και αφού χάζεψαν αυτήν την ιδιαίτερη ομορφιά και σπάνια γοητεία του κενού, επέστρεψαν να μας το διηγηθούν.

Ναι. Η indie πρότασή τους έχει αλλάξει, έχει απομακρυνθεί από αυτό που ήταν κάποτε - όπως ίσως ολόκληρο το είδος. Δεν υπήρξε ποτέ ζητούμενο, όμως, η επανάληψη και η επίδοση με την τέχνη. Αν σκεφτόμαστε με τέτοιους όρους κάθε φορά που πάμε να δημιουργήσουμε, πολύ πιθανό να κατασκευάσουμε τέρατα.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET