Squid

Bright Green Field

Warp (2021)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 25/11/2021
Posh kids post-punk
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ανακάλυψα τους Squid το 2019, όταν είχαν κυκλοφορήσει το "Houseplants". Και παρόλο που δεν είχα πάθει καμιά μεγάλη ζημιά, σημείωσα το όνομα τους και από τότε τους παρακολουθώ. Το 2020 λοιπόν, το συγκρότημα βρήκε το χρόνο - μαντέψτε γιατί άραγε; - και ηχογράφησε επιτέλους το ντεμπούτο του σε παραγωγή του, γνωστού-άγνωστου, Dan Carey, συνεργάτη, μεταξύ άλλων, των Fontaines D.C., των Goat Girl και των Black Midi.

Το "Bright Green Field" συνδυάζει post-punk, jazz, krautrock και dub επιρροές, καταλήγοντας, επί της ουσίας, να ανήκει σε αυτό το ιδιαίτερα ευρύ κι ασαφές φάσμα του art-rock. Είναι σαν πρώιμο punk δηλαδή αλλά για εγκεφαλικούς τύπους που έχουν πιο βαθιές ανησυχίες και δεν ενθουσιάζονται με δυο ακόρντα που επαναλαμβάνονται εμμονικά καθώς ένας τύπος φτύνει την ψυχή του στο μικρόφωνο. Συνεπώς, παρόλο που το "G.S.K." ξεκινάει με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις, ανεβάζοντας τον πήχη πολύ ψηλά, αφού πετυχαίνει να συνδυάσει εθιστικές γκρούβες με πανέμορφες ενορχηστρώσεις και πιασάρικα πνευστά, καθώς προχωράει ο δίσκος, τα πράγματα καταλήγουν όλο και λιγότερο ενδιαφέροντα για τον ακροατή.

Μπορεί το "Narrator" π.χ. να κρύβει μερικές εξαιρετικές ιδέες, άλλα αυτές, σε καμία περίπτωση, δεν δικαιολογούν τα οκτώμισι λεπτά που διαρκεί το τραγούδι. Και αυτό είναι νομίζω ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλο και περισσότερα συγκροτήματα στις μέρες μας. Σαν να μην ξέρουν πότε πρέπει να σταματήσουν. Αν με ρωτούσαν δηλαδή, εγώ θα τους έλεγα να προσλάβουν έναν άνθρωπο σε ρόλο editor, να συμμαζέψει λίγο τα πράγματα. Μα θα καταπιέσουμε την καλλιτεχνική έκφραση θα μου πείτε; Και θα σας απαντήσω πως όταν η καλλιτεχνική έκφραση φλερτάρει επικίνδυνα με αυνανιστικές τεχνικές, το ψαλίδι είναι μια κάποια λύση.

Το "Boy Racers" επίσης ξεκινά δυναμικά προτού επιδοθεί σε ένα τετράλεπτο λευκού θορύβου και πειραματισμών που θα μπορούσαν να παραπέμπουν στο "Low" του David Bowie. Δεν χρειάζεται να σας εξηγήσω φυσικά γιατί π.χ. στο "Warszawa", ο Bowie τα έκανε όλα καλύτερα και πιο σωστά, μόλις 44 χρόνια πριν. Ακούστε το και βγάλτε τα συμπεράσματά σας. Στα "Paddling" και "Peel St.", από την άλλη, οι Squid πετυχαίνουν να συνδυάσουν την σπιρτάδα των The Fall, την pop εγκεφαλικότητα των Talking Heads και το krautrock των Neu!, ενώ στο "Documentary Filmmaker" ξεχωρίζουν τα παιχνιδιάρικα πνευστά και η σπουδαία ερμηνεία του Ollie Judge, ο οποίος αποτελεί τον τραγουδιστή και ντράμερ του συγκροτήματος.

Το "Pamphlets" με το οποίο κλείνει το άλμπουμ, αποτελεί σίγουρα μια από τις κορυφαίες στιγμές του δίσκου, καθώς, σε αυτό, η πεντάδα από το Brighton συνοψίζει τέλεια τα καλύτερα χαρακτηριστικά της. Θα μπορούσε να το κάνει και σε λιγότερο από οχτώ λεπτά φυσικά αλλά, τέλος πάντων, τα είπαμε αυτά, ας μην τα ξαναλέμε.

Περίπου μια ώρα λοιπόν διαρκεί το πρώτο επίσημο δισκογραφικό πόνημα των Βρετανών. Σίγουρα σε αυτό υπάρχουν αρκετές ενδιαφέρουσες ιδέες αλλά όχι τόσες ώστε να μιλάμε για κάποιο αριστούργημα. Οι Squid επιλέγουν να ακολουθήσουν τον δρόμο συγκροτημάτων όπως οι Black Midi ή οι Black Country, New Road και να διαχωρίσουν τους εαυτούς τους από τις πιο απλοϊκές φόρμες που ακολουθεί η post-punk revival σκηνή που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στη γηραιά Αλβιώνα. Για να πετύχουν όμως στον δρόμο που επέλεξαν, πρέπει όντως να έχουν κάτι φρέσκο, πρωτότυπο ή πειραματικό να πουν. Γιατί το "Bright Green Field" στο μεγάλο του μέρος αποτελείται από post-punk, krautrock και new-wave αναμασήματα με ολίγον από το indie rock των Foals, μια δόση post-rock αυτοαναφορικότητας, κάτι ψευτοjazz περάσματα για ξεκάρφωμα, και σκόρπιες αντικαπιταλιστικές αναφορές για να δέσει το γλυκό.

Το συγκρότημα δείχνει να έχει αφομοιώσει τέλεια τις επιρροές του, να έχει τελειοποιήσει την τέχνη της επιτηδευμένης δυσαρμονίας και καταφέρνει να δημιουργήσει μια άψογη ψευδαίσθηση έλλειψης της φόρμας. Μένει τώρα να χαλαρώσει λίγο και να γράψει μουσική από την ψυχή του αντί να προσπαθεί τόσο πολύ να αποδείξει - και όχι με μεγάλη επιτυχία εδώ που τα λέμε - πόσο πρωτοποριακό είναι. Αδιαμφισβήτητα ένας δίσκος που αξίζει να ακούσετε αλλά ως εκεί.

  • SHARE
  • TWEET