Panopticon
The Scars Of Man On The Once Nameless Wilderness I And II
Το δίωρο άλμπουμ αποτελεί το έπος του Austin Lunn, όπου bluegrass και black metal, πιο διακριτά από ποτέ, συνθέτουν τον πιο τολμηρό δίσκο των Panopticon
Οι Panopticon είναι το project του Austin Lunn από το Kentucky. Πέρα από το black metal, ο Lunn έχει ιδιαίτερη αδυναμία στη folk και bluegrass μουσική, ενώ είναι και λάτρης της φύσης. Σε αυτήν αφιερώνει και αρκετά από τα κομμάτια του, τα οποία και γράφει μόνος τους. Αποφεύγει τα πολλά λόγια, και μέχρι πριν λίγο καιρό δεν έκανε καν συναυλίες, ενώ αφήνει την προώθηση της μουσικής του στον απλό ακροατή. Αρκετά ειλικρινής στάση και ένα από τα πράγματα που εκτιμώ στον Lunn, ο οποίος αποφάσισε μετά από επτά δίσκους να βγει εκτός της ζώνης ασφαλείας του με το "The Scars Of Man On The Once Nameless Wilderness I And II".
Στόχος του Lunn φτιάχνοντας το "The Scars Of Man..." ήταν να κάνει έναν δίσκο, ο οποίος θα ήταν το ιδανικό soundtrack μιας βόλτας μέσα στην άγρια φύση. Και μπορεί μεν οι περισσότεροι να προτιμoύσαν ως συνοδεία τους ήχους του δάσους, αλλά η αμέσως επόμενη επιλογή θα μπορούσε εύκολα να είναι το "The Scars Of Man...". Στον όγδοο δίσκο της αμερικανικής one-man μπάντας, έχουμε το εξής πρωτότυπο - για την πορεία των Panopticon. Το πρώτο μέρος είναι πιο άγριο, στα γνώριμα μονοπάτια των Panopticon μέχρι και σήμερα, ενώ το δεύτερο εστιάζει αποκλειστικά και μόνο στη bluegrass πλευρά του συγκροτήματος. Ωστόσο, αυτό ήταν κάτι για το οποίο ο Lunn μας είχε προειδοποιήσει καιρό πριν.
Και έτσι, κλείνοντας αισίως έντεκα χρόνια ζωής, οι Panopticon επιχειρούν το πιο τολμηρό βήμα τους. Προσφέρουν κάτι λιγότερο από δυο ώρες μουσικής, καλύπτοντας ένα μεγάλο φάσμα της μέχρι τώρα παρουσίας τους, ενώ επιχειρούν να ανοίξουν και ένα νέο κεφάλαιο.
Στο πρώτο μέρος, θα συναντήσουμε το πρωτόγονο black metal στο οποίο μας έχει συνηθίσει ο Lunn εδώ και αρκετά χρόνια. Μελωδικό, ακραίο και εμπνευσμένο το πρώτο μισό του "The Scars Of Man" έχει όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το σκανδιναβικό black metal. Ευδιάκριτη διαφοροποίηση η μεγάλη διάρκεια των περισσότερων κομματιών, τα οποία ξεπερνούν στην πλειονότητα τους με ευκολία τα έξι λεπτά. Ιδιαίτερη προσοχή αξίζουν και τα δυο έπη του δίσκου, τα "Snow Burdened Branches" και "The Moss Beneath The Snow", τα οποία σηματοδοτούν τη λήξη και έναρξη του πρώτου και δεύτερου μέρους αντίστοιχα.
Στο άλλο μισό, τη σκυτάλη παίρνουν το banjo, το μαντολίνο, η slide κιθάρα και το ακορντεόν, ενώ τα φωνητικά του Lunn γίνονται μελαγχολικά και βραχνά, απολύτως ταιριαστά στο concept της folk/bluegrass ατμόσφαιρας που επικρατεί στο δεύτερο αυτό μέρος του δίσκου. Και εδώ είναι που ο Lunn μας εκπλήσσει, αφού γράφει κάτι που πολύ πιθανόν να ξενίσει το black metal κοινό που αποτελούσε τον μέχρι τώρα πυρήνα των οπαδών των Panopticon. Ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι αν μη τι άλλο αξιόλογο και αν έχεις μια ελαφρώς καλύτερη από υποτυπώδη σχέση με τη δισκογραφία της μπάντας, ψήγματα από το υλικό αυτό θα έχεις παρατηρήσει αρκετά στο παρελθόν.
Ρισκάροντας, αλλά και αδιαφορώντας παράλληλα για τις όποιες αντιδράσεις, οι Panopticon γκρεμίζουν τα στεγανά και απευθύνονται ακόμα και σε άτομα με ακούσματα εκτός του ακραίου ήχου. Το δίωρο "The Scars Of Man On The Once Nameless Wilderness I And II" είναι το έπος του Austin Lunn, ένας ουσιαστικά διπλός δίσκος που είναι αντάξιος των προσδοκιών μας, ενώ φανερώνει ότι ο μουσικός αυτός έχει πολλά να δώσει και εκτός του black metal χώρου.