Αντιλαμβάνεται τη μουσική άλλοτε ως μια εναλλακτική γέφυρα επικοινωνίας, άλλοτε ως ένα θέαμα βγαλμένο από το θέατρο των ονείρων κι άλλοτε ως έναν πόνο που οφείλει να βιώσει αναζητώντας μια κάποια λύτρωση....
Nothing More
Spirits
Αναμενόμενα δυναμική, αλλά όχι αντίστοιχα εντυπωσιακή με τους δυο προκατόχους της η δισκογραφική επιστροφή των Nothing More
Οι Nothing More είναι από τις περιπτώσεις συγκροτημάτων που δεν το έβαλαν κάτω όσο τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά για αυτούς και δικαιώθηκαν. Από τις δυσκολία να βρουν καν δισκογραφική στέγη στα πρώτα άλμπουμ τους ως τις τρεις υποψηφιότητες για Grammy που τους έφερε το τελευταίο άλμπουμ τους "The Stories We Tell Ourselves" οι Αμερικανοί επέμεναν, έκαναν τις απαραίτητες αλλαγές και βρήκαν τη δική τους φωνή στον σύγχρονο σκληρό rock ήχο.
Βέβαια, το έδαφος είχε προετοιμαστεί από την επιτυχία του επίσης εξαιρετικού ομότιτλου άλμπουμ, το οποίο είδε τραγούδια όπως το "Jenny" ή το "This Is The Time (Ballast)" να μεγαλώνουν απότομα την δημοτικότητα της μπάντας, μιλώντας πάντα κατά κύριο λόγο για την αμερικάνικη αγορά. Το momentum, λοιπόν, είναι δικό τους και το "Spirits" έρχεται με όλα τα δεδομένα υπέρ του, ώστε να συνεχίσει την ανοδική πορεία των Nothing More.
Αρχικά, να επισημανθεί πως η απόσταση των τεσσάρων ετών από το "The Stories We Tell Ourselves" μπορεί να οφείλεται εν μέρει και στο κενό - λόγω covid - μεσοδιάστημα, αλλά σε κάθε περίπτωση δείχνει πως οι Nothing More δεν επέδειξαν κάπου είδους βιασύνη ώστε να μην χάσουν το καλό momentum. Γενικότερα, δεν μοιάζουν με ένα συγκρότημα που αποκλίνει από τις αρχές και τις βάσεις του: η μουσική τους ξεχειλίζει ενέργεια και οι στίχοι τους καταπιάνονται ουσιωδώς με κοινωνικά, πολιτικά και εν γένει σοβαρά θέματα.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν εχέγγυα ότι η νέα τους δισκογραφική δουλειά δεν θα απογοητεύσει κι όντως αυτό ισχύει. Στο "Spirits" οι Nothing More παραμένουν πυρακτωμένοι, σε σημεία μοιάζουν να βγάζουν ακόμα περισσότερη ένταση, ενώ συνεχίζουν να γράφουν τραγούδια με στοιχεία που τα καθιστούν θελκτικά για τα αμερικάνικα rock ραδιόφωνα. Ελπίζω να μην σκέφτηκε κανένας περίεργος τα δικά μας rock ραδιόφωνα ε…
Το εναρκτήριο "Turn It Up Like (Stand In The Fire)" και το "Tired Of Winning" που ακολουθεί είναι σε αυτό ακριβώς το μοτίβο και προμηνύουν ότι οι Nothing More θα τα καταφέρουν εξίσου καλά κι αυτή τη φορά, αλλά η πραγματικότητα δεν είναι ακριβώς έτσι. Χωρίς να προκύπτει κάποιο συγκεκριμένο στοιχείο που να υποδεικνύει ότι έχουν αλλοιώσει ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, σε πολλά από τα τραγούδια που έπονται μπορεί να μην λείπει η ένταση, αλλά η αίσθηση που αποκομίζω είναι ότι απουσιάζουν οι δυνατές/πιασάρικες μελωδίες, οι οποίες χρειάζονται για να ισορροπήσουν τον αναμενόμενα κομπρεσαρισμένο ήχο που αποτελεί την ταυτότητα της μπάντας. Σε αυτό το πλαίσιο οι περισσότερες συνθέσεις περνούν ευχάριστα μεν, αδιάφορα δε, με εξαίρεση τα "Don’t Look Back" και "Face It" που έχουν λίγο περισσότερο ενδιαφέρον και σίγουρα το φινάλε με το "Valhalla (Too Young To See) και το ομότιτλο τραγούδι, που υπενθυμίζουν γιατί οι Nothing More έχουν φτάσει στο σημερινό τους status.
Αν το ζητούμενο από το "Spirits" είναι να κρατήσει ζεστό το όνομα των Nothing More τότε νομίζω επιτυγχάνει και με σχετική άνεση τον σκοπό του. Αν, όμως, το ζητούμενο ήταν να συνεχίσει την ανοδική πορεία των προκατόχων του νομίζω πως αυτό δεν προκύπτει. Αν, βέβαια, κάποιος αρέσκεται στον σύγχρονο σκληρό ήχο και δεν τους έχει τσεκάρει, μπορεί κάλλιστα να ξεκινήσει να διορθώνει το λάθος με αυτή εδώ την κυκλοφορία. Κι αν γίνει κάνα θαύμα και τους δούμε κάποια στιγμή ζωντανά στα μέρη μας, θα την πετάξουμε τη σκούφια μας, δίχως δεύτερη σκέψη…