Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...
Night Verses
Every Sound Has A Color In The Valley Of Night: Part One
Η υπόκρουση μυστηριακών κυκλωτικών χορών από την Κοιλάδα της Νύχτας
Υπάρχουν συγκροτήματα για τα οποία η πρώτη περίοδος είναι μάλλον αδιάφορη, ή ακόμη και αποκηρυγμένη. Δεν ξέρω αν οι Night Verses έχουν αποκηρύξει τους πρώτους δύο δίσκους, όπου έπαιζαν ως κουαρτέτο με τον Douglas Robinson πίσω από το μικρόφωνο, όμως η ποιοτική διαφορά μετά την αποχώρησή του είναι - για τον υποφαινόμενο τουλάχιστον - κριτικής σημασίας. Μπορεί τα "Lift Your Existence" (2013) και "Into The Vanishing Light" (2016) να έδειχναν την τεχνική και μουσική κατάρτιση των Night Verses, ως ένα εντυπωσιακό progressive/metalcore σχήμα με αρκετό ηχητικό πειραματισμό, όμως από το "From The Gallery Of Sleep" (2018) κι εξής μιλάμε για ένα σεμιναριακό τρίο μουσικών.
Τους Night Verses τους ανακάλυψα μέσω του εντυπωσιακού Aric Importa – ο οποίος έπαιζε και στο αντιφασιστικό/ριζοσπαστικό σχήμα Fever 333 μέχρι προσφάτως – που σε μία σειρά βίντεο στο YouTube έδειχνε το μανιακό, αλλά και ρηξικέλευθο παίξιμό του, συνδυάζοντας αναλογικούς και ηλεκτρονικούς ήχους. Οι Night Verses, λοιπόν, προς μεγάλη μου ικανοποίηση, ηχούν ακριβώς το ίδιο μανιακοί, ρηξικέλευθοι, και πειραματικοί, οργανώνοντας το χάος τους με τρόπο που να μην κουράζει. Διότι τόσο ο Importa, όσο και ο μπασίστας Reilly Herrera, αλλά και ο κιθαρίστας Nick DePirro, παρ’ όλο που είναι εμφανέστατα βιρτουόζοι, δεν ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αλλά υπηρετούν τις συνθέσεις στο ακέραιο.
Το "Every Sound... Pt.1" (αναμένουμε το δεύτερο μέρος στις αρχές του 2024), είναι ένα λυρικό αλλά και τεχνικό αριστούργημα, που παίρνει κάθε πετυχημένο στοιχείο του προκατόχου του, και το απαλλάσσει από τις περιττές φιοριτούρες. Η instru-prog σπάνια καταφέρνει να κρατήσει ισορροπίες, και να μην καταλήξει φλύαρη. Συγκροτήματα όπως οι Scale The Summit - πριν δημιουργηθεί το δράμα του Chris Letchford τουλάχιστον - και οι Animals As Leaders, κατέκτησαν τρομερές κορυφές λόγω της ικανότητάς τους να συνδυάζουν την τεχνική αρτιότητα με την μουσική πρόταση, ιδωμένες μέσω ενός καλλιτεχνικού πρίσματος που έφερνε κάτι νέο και πρωτότυπο (το ίδιο και οι Polyphia, αν και δεν πρόκειται για αμιγώς instrumental μουσική). Οι Night Verses δεν περιορίζουν την τέχνη τους σε κάποια ιδιάζουσα ηχητική «εξειδίκευση» (niche), αλλά χρησιμοποιούν τα εργαλεία κατά το δοκούν, και ανά περίπτωση. Έτσι, δεν έχουμε μόνο djent ρυθμικά, ή μόνο σπουδές στο tapping, ή μόνο shredding, αλλά ένα πολυσυλλεκτικό αποτέλεσμα που μπορεί και τα συνδυάζει, χωρίς να ξεχνάει στην πορεία να προσφέρει συνθέσεις με νόημα.
Ήδη από το εναρκτήριο "8 Gates of Pleasure" βλέπουμε πώς ο ρυθμός συμπληρώνει τη μελωδία, με επαναλαμβανόμενες φράσεις και μοτίβα που μπορείς να παρακολουθήσεις, κι ενώ υπάρχει προοδευτική εξέλιξη του κομματιού, ποτέ δεν αισθάνεσαι ότι ακούς ένα τυπικό instrumental prog κομμάτι που οδηγεί στο πουθενά. Καθώς τα κομμάτια εξελίσσονται από τη μία φάση στην επόμενη, έχουμε επανάληψη «αλλά με διαφορά» των ιδεών, ώστε να πετυχαίνουν μία κίνηση και αυτοτέλεια μέσα στα τέσσερα με πέντε λεπτά της διάρκειάς τους.
Στα "Arrival" και "Rose Wire" η κιθάρα μπαίνει στο προσκήνιο, τόσο με ψυχωσικά riffs, όσο και από τις απαράμιλλης ομορφιάς αρμονικές τσαχπινιές, όπου τα ντραμς κλειδώνουν με το μπάσο, προσδίδοντας μία ογκώδη μεγαλοπρέπεια όπου χρειάζεται, οδηγώντας παράλληλα τις συνθέσεις σ’ ένα δυσαρμονικό κρεσέντο ή στην αναγκαία ambient εκπνοή. Κι ύστερα έρχεται το "Karma Wheel" για να τα ισοπεδώσει όλα, με μία ορμητικότητα κι ένα σαματά που καταρρίπτουν κάθε αντίσταση, παίζοντας έξυπνα με τα εφέ των πεταλιών, τις ανάσες, και τις πολυρυθμίες.
Από εκείνο το σημείο και μετά, μαζί με τα synths, τις ηχογραφημένες απαγγελίες, και τα εφέ, το συγκρότημα παύει να μας εκπλήσσει με το πόσα διαφορετικά πράγματα χρησιμοποιεί, και μας εντυπωσιάζει με το πώς τα συνδυάζει. Κομμάτι με το κομμάτι, εμφανίζονται νέες ιδέες, riffs, licks, γεμίσματα, ρυθμικές ανωμαλίες, και αρμονίες, που απλά θέλεις να χαθείς στη μουσικότητά τους. Κι αν το εγκεφαλικό παίξιμο στο “Bound to You”, ή τα tribal περάσματα ολούθε, ακούγονται γνώριμα, έρχεται η συμμετοχή του Justin Chancellor στο “Séance” για να επιβεβαιώσει τους συνειρμούς, καθώς το κομμάτι αποτελεί (και) ένα φόρο τιμής στους Tool, χωρίς όμως να επιχειρεί να τους μιμηθεί.
Το "Every Sound... Pt.1" θα ρίξει την αυλαία του με αιθέρια παιξίματα, και ambient ήχους, αποβάλλοντας την πολλή πληροφορία, και βγαίνοντας από την καταληψία στην οποία είχε περιέλθει, και στην οποία μας είχε τραβήξει. Δεν ξέρω τι μπορεί να μας επιφυλάσσουν για το δεύτερο μέρος, όμως σίγουρα στο πρώτο μισό έχουμε έναν από τους ποιοτικότερους ορχηστρικούς δίσκους της χρονιάς, που δεν απευθύνεται μόνο σε σπουδαστές μουσικής, ούτε διακατέχεται από μία πασέ επιδειξιομανία. Στον τελευταίο δίσκο των Night Verses ακούμε την υπόκρουση μυστηριακών κυκλωτικών χορών από την Πεδιάδα της Νύχτας, και επειδή κάθε ήχος βρίσκει εδώ το χρώμα του, πρόκειται για ένα καλειδοσκοπικό έργο που αιχμαλωτίζει.